7 Απριλίου 2025


Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου, Πολιτική Θεολογία και Συνταγματική ηθική, εκδ Αρμός, στον Βόλο*

 

Είμαι  ευγνώμων στη Μητρόπολη Δημητριάδος και Αλμυρού, στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών και στον κ. Παντελή Καλαϊτζίδη προσωπικά και φυσικά στον Δικηγορικό Σύλλογο Βόλου και στον Πρόεδρο, ο οποίος προσφώνησε με εξαιρετικό τρόπο τον κ. Χρήστο Στρατηγόπουλο, με τον οποίο βρεθήκαμε εδώ προχθές, την Παρασκευή, στο συνέδριο της Ένωσης Ελλήνων Δημοσιολόγων και έτσι έχω τη χαρά μέσα σε λίγες ημέρες να έρχομαι για δεύτερη φορά στον Βόλο.

Ο Βόλος έχει μία παράδοση, είναι μία πόλη πνευματική, είναι η έδρα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και δεν με εξέπληξε το γεγονός ότι λόγω και της ύπαρξης εδώ αυτού του σπουδαίου ερευνητικού ιδρύματος που είναι η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, ανελήφθη η πρωτοβουλία να παρουσιαστεί αυτό το βιβλίο. Αυτή η πρωτοβουλία θα μπορούσε να εκληφθεί και ως εξεζητημένη για μία πόλη της ελληνικής περιφέρειας, αλλά ο Βόλος είναι στο κέντρο της ελληνικής επικράτειας και ως εκ τούτου έχει ειδικά πλεονεκτήματα. Ακόμη και στην Αθήνα η παρουσίαση ενός τέτοιου βιβλίου έχει δυσκολίες, διότι πολλοί αναρωτιούνται τι είναι αυτό, αν είναι καλό ή κακό, αν είναι προοδευτικό ή συντηρητικό. Τι θέλω να πω, αναφερόμενος σε τόσο δύσκολες έννοιες;

Ας εξηγήσω λοιπόν λίγο τις έννοιες με όσο γίνεται πιο απλό τρόπο, αν και το έκαναν ήδη εξαιρετικά και ο κ. Μιχάλης  Ζουμπουλάκης και βεβαίως ο κ. Καλαϊτζίδης, ο οποίος ασχολείται με την πολιτική θεολογία επιστημονικά και είναι παρών στη διεθνή βιβλιογραφία. Θα ξεκινήσω αντίστροφα. Θέλω να ορίσω, για τη συνεννόησή μας αυτά τα λίγα λεπτά, τι είναι συνταγματική ηθική στη δική μου αντίληψη. Εγώ δεν είμαι ηθικολόγος νομικός, δεν είμαι οπαδός του φυσικού δικαίου, δεν είμαι οπαδός της ηθικοπολιτικής ερμηνείας του Συντάγματος, είμαι θετικιστής. Ξεκινώ από το ισχύον Δίκαιο, αναζητώ τον ισχύοντα κανόνα, δομώ έναν δικανικό συλλογισμό, όπως οφείλει να κάνει και ο δικαστής. Εμείς οι δικηγόροι και οι θεωρητικοί του Δικαίου οφείλουμε να προσφέρουμε στον ερευνητή, στον φοιτητή,  στον δικαστή εντέλει, ένα υπόδειγμα δικανικού συλλογισμού.

Ξεκινώ λοιπόν από το ισχύον Δίκαιο και από το ισχύον Σύνταγμα και όταν λέω Σύνταγμα εννοώ το διευρυμένο Σύνταγμα, αυτό που λέω επαυξημένο Σύνταγμα. Δεν ισχύουν τώρα τα εθνικά Συντάγματα μόνο, ισχύουν πολλά άλλα συστήματα κανόνων αυξημένης ισχύος, το Ενωσιακό Δίκαιο, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Άρα πάντα πρέπει να αναζητούμε μέσα από ένα πλήθος κανόνων και μέσα σε μία πολλαπλότητα εννόμων τάξεων τι ισχύει και προστατεύει τα δικαιώματά μας, το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία. Δεν είναι καθόλου εύκολο και καθόλου αυτονόητο, είναι μία δύσκολη διεργασία.

Για εμένα λοιπόν η συνταγματική ηθική δεν είναι μία ηθικολογική προσέγγιση του Συντάγματος ή η αναζήτηση εννοιών νομικών μεν, αλλά ηθικών κατά βάθος, των οποίων αναζητούμε την πλήρη νομική έκταση, αλλά είναι η ηθική που απορρέει από το γεγονός ότι έχουμε κατακτήσει το Σύνταγμα, το συνταγματικό κράτος, τη συνταγματική δημοκρατία, τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Το γεγονός λοιπόν ότι τους τελευταίους δυόμισι αιώνες στη Δύση –γιατί είναι δυτικοκεντρική, δυστυχώς ή ευτυχώς, η θεώρησή μας–  έχουμε φιλελεύθερη δημοκρατία, έχουμε δηλαδή δημοκρατία και κράτος δικαίου, θεμελιώδη δικαιώματα και εγγυήσεις που περιβάλλουν τα θεμελιώδη δικαιώματα, έχει από μόνο του ένα κολοσσιαίο ηθικό περιεχόμενο. Άρα δεν χρειάζεται να αναζητούμε τη συνταγματική ηθική εκτός του Συντάγματος, αλλά μέσα στο Σύνταγμα υπάρχει ενσωματωμένη, εγκιβωτισμένη όπως λέμε η συνταγματική ηθική.

Αυτό σημαίνει ότι η φιλελεύθερη  δημοκρατία από μόνη της αποπνέει μία ηθική. Το γεγονός ότι είναι κατοχυρωμένα τα δικαιώματά μας, η ελευθερία του λόγου, η ελευθερία της τέχνης, η πνευματική ελευθερία, η θρησκευτική ελευθερία, η οικονομική ελευθερία, σημαίνει ότι έχουμε βεβαίως ηθικούς καταναγκασμούς που είναι νομικού χαρακτήρα. Άρα η συνταγματική ηθική διαπερνά τα πάντα και πρέπει να δίνουμε απαντήσεις στα ερωτήματα τα νομικά επί τη βάσει αυτής της κανονιστικής ηθικής και όχι επί τη βάσει επιμέρους ηθικών αντιλήψεων που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία.

Δείτε ένα απλό παράδειγμα. Εάν αποδεχθώ  ότι για ένα ερώτημα «επιτρέπεται ή απαγορεύεται κατά το Σύνταγμα η άμβλωση» ή  «επιτρέπεται ή απαγορεύεται κατά το Σύνταγμα ο γάμος των ομοφύλων;» δεν ισχύει η συνταγματική ηθική, αλλά ισχύει η χριστιανική ηθική όπως την εκφράζει η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα κληθώ να αποδεχθώ την ισχύ του ιερού μουσουλμανικού νόμου, τη Σαρία, σε περιοχές που έχουμε μουσουλμάνους συμπολίτες μας, οι οποίοι διεκδικούν, επικαλούμενοι και νομικά επιχειρήματα από μία αλληλουχία διεθνών συνθηκών, ότι πρέπει να ισχύει ο μουσουλμανικός νόμος. Άρα δεν μπορεί να έχει ίδια κληρονομικά δικαιώματα η γυναίκα για παράδειγμα με τους άνδρες συγγενείς, για να πάρω το τελευταίο παράδειγμα που απασχόλησε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων των Ανθρώπων.

Για να καταλάβουμε τη σχέση της συνταγματικής ηθικής με τη χριστιανική ηθική, δεν πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας την πλειονοτική Ορθοδοξία, μία Ορθοδοξία όπως είναι η Ορθοδοξία στην Ελλάδα που κατά τεκμήριο είναι η Εκκλησία της θρησκείας της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, πρέπει να δούμε τη μειονοτική Ορθοδοξία, για να δούμε τι μεγάλη σημασία έχει η συνταγματική ηθική και η συνταγματική εγγύηση. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ζει υπό συνθήκες μειονοτικής Ορθοδοξίας, παντού, στην Κωνσταντινούπολη, στην Ίμβρο, σε όλη την Τουρκία, σε όλο τον κόσμο. Όλα τα πρεσβυγενή πατριαρχεία, το Αλεξανδρείας, στην Αφρική, το Αντιοχείας υπό συνθήκες πολέμου και άμεσου κινδύνου ζωής, των Ιεροσολύμων,  που είναι  θεματοφύλακας των Αγίων Τόπων αλλά υπό συνθήκες επίσης πολεμικής απειλής.

Άρα εάν σκεφτείτε τι είναι η μειονοτική Ορθοδοξία, θα δείτε πόσο μεγάλη σημασία έχει η κατοχύρωση η οποία είναι πολιτειακή, είναι κρατική, είναι νομική, άρα και η ηθική που απορρέει από αυτό. Για να το κάνω πάρα πολύ απλό και ακόμη πιο πρακτικό, εάν θεωρούμε ότι το Σύνταγμα προσδίδει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ως Εκκλησία της επικρατούσας θρησκείας κατά το άρθρο 3, και η Εκκλησία επικαλείται το άρθρο 3, που δεν μπορούν να το επικαλεστούν για παράδειγμα οι εν Ελλάδι καθολικοί ή οι εν Ελλάδι Ευαγγελικοί και γενικότερα Προτεστάντες, τότε θα δούμε ότι αυτό την οδηγεί σε καταναγκασμούς κρατικοκεντρικούς, ενώ εάν επικαλείται τη θρησκευτική της ελευθερία, που της την κατοχυρώνει το Σύνταγμα, που της την κατοχυρώνει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που της την κατοχυρώνει ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει πολύ μεγαλύτερα περιθώρια, πολύ μεγαλύτερη δύναμη και μπορεί να εκφέρει το λόγο της με πολύ μεγαλύτερη άνεση, χωρίς τους καταναγκασμούς της νομικής μορφοποίησης του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου στο άρθρο 3.

Άρα αντιλαμβάνεστε ότι ναι μεν δίνουμε απαντήσεις οι οποίες για εμάς είναι απλές, πολύ απλούστερες από αυτές που διστάζει να δώσει η Εκκλησία. Εάν διαβάσετε ακόμη και το πιο προωθημένο κείμενο, που είναι το τελευταίο κείμενο που προέκυψε από την Αγία και Ιερά Σύνοδο της Κρήτης το 2016, περί της του κόσμου ζωής, όπου αγωνίζεται να δώσει η Εκκλησία απαντήσεις στο ερώτημα της ομοφυλοφιλίας, στο ερώτημα των προγαμιαίων σχέσεων, στο ερώτημα της άμβλωσης, θα δείτε ότι οι δικές μας απαντήσεις, οι απαντήσεις του Συντάγματος και της συνταγματικής ηθικής είναι πάρα πολύ απλές, πάρα πολύ καθαρές και τελούν υπό διεθνή έλεγχο. Τελικά βεβαίως πρέπει να προσαρμοζόμαστε στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Θα σας πω ένα πολύ πρακτικό επιχείρημα. Η Ελλάδα καθυστερούσε επί πολλά χρόνια, μέχρι το 1985, να αποδεχθεί την ατομική προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, γιατί έλεγαν όλοι, θα γίνει προσφυγή της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη. Όταν κατοχυρώθηκε η ατομική προσφυγή, οι πρώτοι που έκαναν χρήση της ατομικής προσφυγής ήταν οι ιερές μονές στην υπόθεση της περιουσίας τους, μετά  τον γνωστό νόμο Τρίτση. Άρα η Εκκλησία κατέφυγε στο Στρασβούργο, στο συνταγματικό σύστημα, στη συνταγματική και τη διεθνοδικαιϊκή ηθική, για να βρει απάντηση στο ερώτημά της. Πρωτοστατούντος μάλιστα του αείμνηστου Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, σπουδαίος διάδοχος του οποίου είναι ο εδώ παρών Άγιος Δημητριάδος. Λοιπόν, αυτό είναι η συνταγματική ηθική.

Τώρα δείτε πώς συνδέεται η συνταγματική ηθική με την πολιτική θεολογία. Τι είναι η πολιτική θεολογία; Η πολιτική θεολογία είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται με διαφορετικό περιεχόμενο συνεχώς στην παγκόσμια συζήτηση και επειδή ο ίδιος όρος χρησιμοποιείται για να αποδώσει διαφορετικές έννοιες και διαφορετικά φαινόμενα, δημιουργείται μία σύγχυση η οποία από ένα σημείο και μετά μπορεί να γίνεται επικίνδυνη. Λέω λοιπόν σε μία εισαγωγή που επιχείρησα να γράψω σε αυτά τα δοκίμια, ότι υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες πολιτικής θεολογίας, δύο στην πραγματικότητα διαφορετικές έννοιες. Η μία είναι η λεγόμενη θύραθεν έννοια, η κοσμική έννοια, για να συνεννοούμεθα η πολιτειολογική έννοια και η άλλη είναι η θεολογική έννοια. Η πολιτειολογική έννοια της πολιτικής θεολογίας και αυτή υποδιαιρείται σε μία θεωρητική πολιτική θεολογία, σε μία επιστημονική ενασχόληση με τις έννοιες, δηλαδή τροφοδοτεί την πολιτική φιλοσοφία, την πολιτική θεωρία, την θεωρία του κράτους, τη θεωρία του Δικαίου, μιλάμε για νομική θεολογία επίσης πάρα πολύ συχνά, τη θεωρία του Συντάγματος.

Πότε ξεκινά αυτή η συζήτηση; Ξεκινά μέσα στο μεσοπόλεμο, ξεκινά μαζί με την άνοδο του ναζισμού και του φασισμού, έχει ολοκληρωτική καταγωγή, γιατί ο Καρλ Σμιτ ο περιβόητος, που θεωρείται πατέρας αυτής της πολιτικής θεολογίας, είναι ένας ναζιστής, ωμά ναζιστής συνταγματολόγος και έχει πει βεβαίως αυτό το σπουδαίο, ότι όλες οι μεστές έννοιες της πολιτικής θεωρίας είναι καταγωγικώς θεολογικές έννοιες. Αυτό έχει τροφοδοτήσει μία συζήτηση η οποία περιέργως πώς από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, από δεξιά, ακροδεξιά, ναζιστική, γίνεται αριστερή, υπεραριστερή, επαναστατική, με κορυφαίο φαινόμενο την τρομοκρατία και τον αντάρτικο πόλεμο. Διότι τον Σμιτ ο οποίος επιβιώνει - πεθαίνει σε πολύ μεγάλη ηλικία- τον υιοθετεί η αριστερά η ιταλική, η μαχητική, και τον κάνει τον βασικό εκφραστή της, τον βασικό μέντορά της. Αυτό περιλαμβάνει πολύ μεγάλα ονόματα της ιταλικής κυρίως θεωρίας, ο πιο γνωστός από τους οποίους τώρα είναι ο Αγκάμπεν, ο οποίος θεωρείται αυτή τη στιγμή διεθνώς στην πολιτειολογική πολιτική θεολογία, η κορυφαία στιγμή της όλης συζήτησης.

Τι τους ελκύει; Τους ελκύει το γεγονός ότι αναζητούν μία εξήγηση που υπερβαίνει τη δημοκρατική διαδικασία. Άρα αυτή όλη η συζήτηση η θεωρητική, είναι μία συζήτηση η οποία παραλληλίζει έννοιες θεολογικές απλοϊκά συνήθως, με έννοιες πολιτειολογικές, συνταγματικές, δηλαδή τι λέμε; Ο Θεός είναι η κυριαρχία, το κράτος που είναι η κλασική χεγκελιανή αντίληψη για το κράτος, ότι το θαύμα είναι η κατάσταση εξαίρεσης. Όταν έχουμε κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας, όταν έχουμε κατάσταση ανάγκης, όταν έχουμε επίκληση του Δικαίου της Ανάγκης, αποκλίσεις από αυτό που συμβαίνει συνήθως. Ας πούμε άλλη έννοια η οποία είναι πολύ σοβαρή και την είπε ήδη ο Παντελής Καλαϊτζίδης και ο κ. Ζουμπουλάκης, είναι το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα καθ’ αυτό, είναι σαν τη Βίβλο. Έχω μία μελέτη που έχει δημοσιευθεί σε ιταλικό καθολικό περιοδικό, Σεβασμιώτατε, που εξηγώ τη σχέση Συντάγματος ως φαινομένου και Βίβλου ως φαινομένου.  Πέρα  από όλα αυτά, την Αγία Τριάδα αφενός και τη διάκριση των εξουσιών ως  Trias politica, πρέπει να τις δούμε ως πεδίο ώσμωσης των θεολογικών και των νομικοπολιτικών  εννοιών. Αυτή  είναι  η πολιτειολογική πολιτική θεολογία.

Ποια είναι η πρακτική όψη; Η πρακτική όψη είναι η νομιμοποίηση, οι εκδοχές πολιτικής εξουσίας, δημοκρατικής, αυταρχικής, ολοκληρωτικής, επικαλούνται συχνά θρησκευτικούς λόγους ή οιονεί θρησκευτικούς λόγους για να νομιμοποιήσουν, για να θεμελιώσουν την εξουσία τους ή για να οργανώσουν την εξουσία τους. Ποιο είναι το ακραίο φαινόμενο; Το ακραίο φαινόμενο είναι η λεγόμενη γαλλική laïcité, δηλαδή η κοσμικότητα, η απαγόρευση δηλαδή οποιασδήποτε σχέσης κράτους και εκκλησίας, η οποία γίνεται η ίδια μία πολιτική θρησκεία όπως την έλεγε ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ.

 Η  Γαλλία είναι ταυτόχρονα όπως λένε, η πρεσβυτέρα κόρη της καθολικής Εκκλησίας, la fille ainée de l’ église catholique, είναι η laïcité η γαλλική, από την οποία έχει εμπνευστεί και ο κεμαλισμός την τουρκική laïcité, τον σεκουλαρισμό δηλαδή, το secular state. Η Αμερική έχει εμπνευστεί το establishment clause που είναι η απαγόρευση οποιασδήποτε σχέσης του κράτους με τις θρησκείες,  αλλά αυτό βλέπουμε ότι δεν ισχύει, διότι βλέπουμε πώς ορκίζονται οι πρόεδροι επάνω στη Βίβλο, πώς αναπέμπουν ευχές οι θρησκευτικοί λειτουργοί που επιλέγει ο εκάστοτε πρόεδρος, πώς τελούνται οι δοξολογίες. Αρχίζουν οι τεχνικές νομιμοποίησης, οι οποίες είναι ritual, είναι τελετουργικές, έχουν ρυθμό και έχουν λειτουργικά στοιχεία τα οποία είναι πάρα πολύ σημαντικά, συμβολικά. Βεβαίως, η επίκληση της χαρισματικότητας της εξουσίας είναι το πιο σημαντικό από όλα αυτά.

Θα μπορούσα να σας δώσω πολλά παραδείγματα, το πιο πρόσφατο είναι ο Πρόεδρος  Τραμπ. Ο Τραμπ είναι μία κλασική περίπτωση εφαρμοσμένης, πρακτικής, πολιτικής θεολογίας. Ο Τραμπ είναι  εκλεγμένος, δεν του αρκεί όμως που πήρε την ψήφο των εκλεκτόρων, θέλει να είναι προϊόν της θείας βούλησης, λέει, ‘ο Θεός με επέλεξε να ηγηθώ, ο Θεός με έσωσε από την απόπειρα δολοφονίας’. Οι πάστορες μαζεύονται στο οβάλ γραφείο και επιθέτουν τα χέρια τους, στην πραγματικότητα κάνουν μία περίπου χειροθεσία μέσα στο οβάλ γραφείο, προσευχόμενοι όλοι μαζί ώστε να του μεταδώσουν μεγάλες ποσότητες θείας χάριτος.

Ο ίδιος λοιπόν ζει μία μεσσιανική στιγμή, λειτουργεί μεσσιανικά. Θα σώσει την Αμερική από το συσσωρευμένο βάρος λαθών που έχουν κάνει όλοι οι προηγούμενοι και θα κάνει μία άλλη πολιτική, μία άλλη διεθνή πολιτική, μία άλλη πολιτική σε σχέση με τη Ρωσία και την Κίνα, μία άλλη πολιτική σε σχέση με το διεθνές εμπόριο, μία άλλη πολιτική σε σχέση με την woke κουλτούρα. Αυτό όλο το συγκροτεί ως μία θεωρία η οποία είναι σκληρή, είναι δηλαδή δογματικά συγκροτημένη, έχει θεολογικά χαρακτηριστικά ή πιστεύεις ή δεν πιστεύεις, εάν δεν πιστεύεις, απολύεσαι. Δεν μπορείς να είσαι εντός της «Εκκλησίας» της εξουσίας, αποβάλλεσαι. Άρα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμοσμένης πολιτικής θεολογίας.

Πάμε τώρα στην άλλη πολιτική θεολογία. Η άλλη πολιτική θεολογία είναι η θεολογική πολιτική θεολογία. Η θεολογική πολιτική θεολογία είναι δογματικά, η αναζήτηση του κοινωνικού νοήματος του Ευαγγελίου. Το κοινωνικό μήνυμα του Ευαγγελίου έχει έναν στόχο ο οποίος είναι πολιτικός, η απελευθέρωση του ανθρώπου, η ισότητα, η κατάργηση των αδικιών, της φτώχειας, είναι μία επαγγελία. Είναι μία επαγγελία βεβαίως εσχατολογική, αλλά επειδή ο λόγος αυτός αναπτύσσεται διαπερνώντας την ιστορία εις τον παρόντα αιώνα, προσβλέποντας εις τον αιώνα των αιώνων, αλλά αυτά λέγονται εις τον παρόντα αιώνα, βεβαίως αποκτά πολιτικό νόημα, πολιτικό μήνυμα. Η θεολογία της απελευθέρωσης η οποία ήδη αναφέρθηκε, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Ο Πάπας Φραγκίσκος όπως είδαμε στην αυτοβιογραφία του  είναι έντονα επηρεασμένος από αυτή την αντίληψη της θεολογίας της απελευθέρωσης, είναι ούτως ή άλλως Λατινοαμερικάνος, Αργεντίνος, ιταλικής καταγωγής, είναι λογικό να είναι επηρεασμένος από αυτό. Η αντίληψη  του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου για την οικολογική θεολογία, είναι μία εκδοχή πολιτικής θεολογίας. Όμως αυτό μπορεί να επηρεάζει και πρακτικά ζητήματα, εκκλησιολογικά, ζητήματα οργάνωσης της Εκκλησίας. Η χορήγηση του Αυτοκεφάλου στην Ουκρανία είναι μία ποιμαντική κίνηση την οποία ήθελαν οι Ορθόδοξοι Ουκρανοί, αλλά τέμνει μία συζήτηση για την ουκρανική ταυτότητα. Είναι μία παρέμβαση στη σύγκρουση μεταξύ της άποψης ότι δεν υπάρχει ουκρανική ταυτότητα, υπάρχει μόνο ρωσική και της άποψης που λέει, όχι, υπάρχει αυτόνομη ουκρανική ταυτότητα. Άρα αποκτά διεθνοπολιτικά χαρακτηριστικά πολύ μεγάλης τάξης. Μπορεί το Φανάρι να είναι μικρό ως υποδομή  και εμπερίστατο, αλλά και ο οικολογικός λόγος και η αυτοκεφαλία η ουκρανική, είναι μεγάλες κινήσεις πολιτικές, οι οποίες γίνονται υπό συνθήκες μειονοτικής Ορθοδοξίας, εντός του εδάφους της Τουρκίας, για να καταλάβετε τη σημασία που έχουν αυτά.

Υπάρχει όμως και η pejorative ας πούμε πολιτική θεολογία, αυτή η οποία είναι η εκφυλισμένη πολιτική θεολογία. Εκφυλισμένη πολιτική θεολογία είναι η πολιτική υστεροβουλία της Εκκλησίας, η πολιτική παρέμβαση, η οργανωσιακή αντίληψη. Πριν τη δικτατορία του 1967 ο στόχος να σχηματιστεί μία κυβέρνηση σε συνεργασία με τους τότε εκκολαπτόμενους δικτάτορες στην  οποία να μετέχουν  και στελέχη  παρεκκλησιαστικών οργανώσεων. Πριν γίνει το πραξικόπημα του Παπαδόπουλου, του Παττακού και του Μακαρέζου και γίνει ο Κόλλιας πρωθυπουργός, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, εκυοφορείτο στους κύκλους της Αθήνας η ανάδειξη ενός πρωθυπουργού από τις παρεκκλησιαστικές οργανώσεις, ήταν μεταξύ του αείμνηστου Τσιριντάνη και του αείμνηστου Ράμμου, ο ένας καθηγητής του Εμπορικού Δικαίου και ο άλλος καθηγητής της Πολιτικής Δικονομίας. Αυτή ήταν η συζήτηση.

Τα έχει γράψει ο Γιανναράς με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο, ο Ράμφος, τα έχουν γράψει και άλλοι οι οποίοι έχουν ζήσει στο περιβάλλον αυτό, όπως ο Μαρωνίτης, ο Γιώργος Ιωάννου και ούτω καθεξής. Ο καθένας όπως τα έχει προσλάβει, άρα και αυτό είναι μία εκφυλιστική αντίληψη της πολιτικής θεολογίας. Αλλά όταν εμείς λέμε τώρα πολιτική θεολογία εννοούμε κάτι πολύ βαθύτερο. Να σας δώσω ένα και μόνο παράδειγμα, το οποίο το ανέφερε ο Παντελής Καλαϊτζίδης, λέει ο Σμιτ, στην άνοδο του ναζισμού, κατά την πολιτική θεολογία ο κυρίαρχος είναι αντίστοιχος με τον Θεό, κυρίαρχος είναι αυτός που αποφασίζει για τις έκτακτες περιστάσεις, δηλαδή μπορεί να καταλύσει το Σύνταγμα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ποιος ενώνει την αρμοδιότητα του Πρόεδρου της Δημοκρατίας και του Καγκελαρίου, μέσα από τη μεγάλη καταστρατήγηση του Συντάγματος της Βαϊμάρης; Ο Χίτλερ. Αυτό κάνει, γίνεται ο Φύρερ. Το Führerprinzip είναι η αποθέωση της πολιτικής θεολογίας του Σμιτ, είναι το υποκατάστατο του Θεού, ο Φύρερ.

Λέει λοιπόν ο Έρικ Πίτερσον (Erik Peterson) το 1935, τότε  ήταν προτεστάντης καθηγητής στη Γερμανία, αλλά  είχε ήδη χαλαρώσει τη σχέση του με την Ευαγγελική Εκκλησία διότι δεν αποδεχόταν θεμελιώδεις δογματικές παραδοχές,- και τι λέει στο βιβλίο του «Ο μονοθεϊσμός ως πολιτικό πρόβλημα»; Λέει στον Σμιτ, αυτή σου η πολιτική θεολογία, αυτή η πολιτική θεολογία, η πολιτική θεολογία που οδηγεί στο Φύρερ Πρινσίπ, δεν μπορεί να ισχύσει γιατί θεολογικά είναι αδύνατη, γιατί το τριαδολογικό δόγμα δεν επιτρέπει να υπάρξει αυτός ο απόλυτος και ολοκληρωτικός ηγέτης, ο Φύρερ. Διότι το τριαδολογικό δόγμα που είναι σχέση αγαπητική και που κατά την ορθόδοξη αντίληψη βασίζεται στη λεγόμενη μοναρχική αρχή, αλλά δεν είναι η αρχή του μονάρχη, είναι η αρχή της γεννήσεως του Χριστού, του Υιού από τον Πατέρα και της εκπορεύσεως του Πνεύματος από τον Πατέρα, δεν επιτρέπει να λειτουργήσει αυτό το μονοπρόσωπο σχήμα. Το μονοπρόσωπό σου σχήμα δεν λειτουργεί λόγω τριαδολογικού δόγματος, αυτό λέει. Ο Πίτερσον ο οποίος έχει τις προδιαγραφές να γίνει ορθόδοξος, είναι επηρεασμένος από τους Καππαδόκες πατέρες, καταλήγει να γίνει Ρωμαιοκαθολικός και τελικά να πεθάνει ως καθηγητής στη Ρώμη, καθολικός από προτεστάντης.

Για  να σας δώσω ένα πιο απλό παράδειγμα, το συνοδικό σύστημα είναι το πρόπλασμα του κοινοβουλευτισμού. Ο επίσκοπος, ως εις τύπον και τόπον Χριστού ιστάμενος, είναι το θεμέλιο της αντιπροσώπευσης και το κορυφαίο το οποίο παράγεται τον Μεσαίωνα –όχι νωρίτερα, μη θεωρούμε ότι είναι πολύ αρχαϊκό– είναι αυτό που λέμε το corpus mysticum. Το corpus mysticum, το μυστικό σώμα, δεν είναι το corpus naturalis, δεν είναι το corpus verum, είναι το corpus fictum του Ιησού, που είναι η Εκκλησία. Είναι ο Ιησούς και η Εκκλησία και το θεμέλιο της ευχαριστιακής εκκλησιολογίας, εξ ου ο Ιωάννης Ζηζιούλας. Πίσω από τον Ιωάννη Ζηζιούλα είναι ένας μέγιστος καθολικός θεολόγος για τον οποίο μιλήσαμε, ο Ανρί ντε Λυμπάκ (Henri-Marie Joseph Sonier de Lubac), ο οποίος όπως είπαμε στην Αθήνα, έγινε σε μεγάλη ηλικία καρδινάλιος  χωρίς να αποδεχθεί να χειροτονηθεί επίσκοπος. Είναι ο τελευταίος μη επίσκοπος καρδινάλιος, μέγας θεολόγος της ευχαριστιακής εκκλησιολογίας..

Αυτό το έχει αναλύσει ο κατά τη γνώμη μου μεγαλύτερος αναλυτής διεθνώς της πολιτικής θεολογίας, που είναι ο Ερνστ Καντόροβιτς (Ernst Kantorowicz), ο οποίος το 1957 έβγαλε αυτό το περιβόητο βιβλίο «Τα δυο σώματα του βασιλιά», που λέει ότι ο βασιλιάς έχει ένα σώμα φυσικό και ένα σώμα μυστικό, το οποίο είναι το νομικό πρόσωπο του κράτους στην πραγματικότητα, το corpus politicum moralis, κατά  Αριστοτελική έννοια. Αυτό λέει ο Καντόροβιτς και από το γεγονός ότι το κράτος οργανώνεται πια ως νομικό πρόσωπο αρχίζει να οργανώνεται και συνταγματικά, αρχίζει να οργανώνεται ως κράτος δικαίου και φθάνουμε στη φιλελεύθερη δημοκρατία.

Είναι μεγάλη επινόηση μεσαιωνική  -  δεν αρκεί η αρχική αναφορά του Παύλου στην προς Κορινθίους Α΄ Επιστολή του, που περιγράφει την Εκκλησία  ως ανθρώπινο  σώμα, που είναι και το σώμα Χριστού -  το corpus mysticum.  Ο Πάπας το λέει καταπληκτικά στην αυτοβιογραφία του, ότι ‘η Εκκλησία πρέπει να μυρίζει τον ιδρώτα των απλών ανθρώπων’. Εάν δεν μαζευτούν οι απλοί φτωχοί άνθρωποι να συγκροτηθεί η Εκκλησία και εάν ο κληρικός δεν μυρίζει τη μυρωδιά αυτού του λαού, δεν έχουμε το corpus mysticum.

Ποιο είναι το corpus mysticum στη δημοκρατία; Ο λαός υποστασιοποιείται ως εκλογικό σώμα, αλλά ως κοινή γνώμη, ως κοινωνία των πολιτών, είναι corpus mysticum. Το έθνος. Ποιος εκφράζει το έθνος; Το έθνος είναι corpus mysticum, άρα, όπως λέει ο Καντόροβιτς  υπάρχει corpus ecclesiae mysticum και corpus reipublicae mysticum. Αυτό είναι η βασική συνάφεια ανάμεσα στη μία πολιτική θεολογία και την άλλη πολιτική θεολογία.

Βέβαια αυτά τώρα πρέπει να τα μεταφέρουμε στις αξιώσεις ενός θεολογικού λόγου ο οποίος πια πρέπει να αναμετρηθεί με τα μεγάλα του θέματα, δηλαδή δεν μπορεί να υπεκφεύγει. Όταν ο εκκλησιαστικός λόγος παύει να υπεκφεύγει και γίνεται ρητός, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι η αποδοχή του μπορεί να μειώνεται. Δηλαδή αυτό το μεγαλείο της ορθοδοξίας που το αποδέχεται πολύ λιγότερο η πιο πειθαρχημένη δομή και της Καθολικής Εκκλησίας και των προτεσταντικών δογμάτων, είναι ότι έχουμε μία ασάφεια σε πράγματα τα οποία μπορεί να αποθαρρύνουν το σώμα των πιστών. Δηλαδή εάν απαιτούμε να είμαστε καθαροί, να είμαστε ας το πούμε απολύτως εγκρατείς και απολύτως πειθαρχημένοι σε ό,τι λέει ο θεολογικός λόγος και ιδίως ο ποιμαντικός λόγος, τότε βεβαίως μειώνεται το δυνητικό ακροατήριο, διότι εδώ αφήνουμε να υπάρχει ένα εκκλησιαστικό σώμα, opt-in, opt-out. Άρα υπάρχει το μεγαλείο της οικονομίας,  της κατ’ οικονομίαν διαχείρισης των θεμάτων, είναι μία  αντίληψη πολιτική  και ποιμαντική η οποία υπάρχει πολύ περισσότερο στην Εκκλησία από ό,τι υπάρχει στο κράτος. Το κράτος μπορεί να εφαρμόσει κατ’ οικονομίαν λύσεις πολύ λιγότερο, γιατί είναι τυποποιημένο.  Ο νόμος που είναι προϊόν της volonté générale, της γενικής βούλησης είναι γενικός και αφηρημένος ενώ οι λύσεις οι εκκλησιαστικές, οι πoιμαντικές, είναι εξατομικευμένες και μπορεί να είναι και προς τη μία και προς την άλλη κατεύθυνση. Διότι ο μόσχος ο σιτευτός σφάχτηκε για τον άσωτο υιό, άρα όλα μπορεί να είναι και έτσι και αλλιώς και κατά τη μίαν και κατά την ετέραν μορφή. Αυτό είναι ένα μεγαλείο λοιπόν ένα συμπεριληπτικό μεγαλείο, αυτό είναι το πραγματικό θαύμα.

Αυτό το θαύμα τώρα σε πολιτικό επίπεδο αναζητούν οι σύγχρονες κοινωνίες. Οι σύγχρονες κοινωνίες οι οποίες δεν μπορούν να βρουν τι τις ενώνει, τι δίνει ελπίδα, γιατί υπάρχει η μιζέρια των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών. Τώρα δεν μιλώ για το τι συμβαίνει σε περιοχές του κόσμου που είναι πραγματικά εμπερίστατες, που έχουν να αντιμετωπίσουν πολέμους, βία, φτώχεια, μιλάμε τώρα για τη Δύση, μιλάμε για τον ευρωαμερικανικό άξονα. Λοιπόν, γιατί αυτές οι κοινωνίες ωθούν προς την ακροδεξία, έχουν δυσαρέσκεια, δεν έχουν προοπτική, νιώθουν ότι αδικούνται; Γιατί υπάρχει ένα πρόβλημα συμπερίληψης. Αυτό λοιπόν το πρόβλημα ζητά μία απάντηση, η οποία  βεβαίως μπορεί να είναι εντέλει θεολογική, υπό την έννοια ότι πρέπει να μας φωτίσει ο Θεός να  βρούμε την απάντηση. -

 

* Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στην παρουσίαση του βιβλίου του «Πολιτική θεολογία και συνταγματική ηθική», εκδόσεις Αρμός, Δευτέρα 7 Απριλίου 2025, στο Βόλο, στο Τεχνικό Επιμελητήριο. Η εκδήλωση οργανώθηκε από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου, τις Εκδόσεις «Αρμός» και τον Δικηγορικό Σύλλογο Βόλου.  Ομιλητές: Μιχάλης Ζουμπουλάκης, Καθηγητής Μεθοδολογίας και Ιστορίας της Οικονομικής Σκέψης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Παντελής Καλαϊτζίδης, Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου και ο συγγραφέας. Συντονίστρια: Μαγδαληνή Θωμά, συγγραφέας και Δρ. Φιλολογίας. Χαιρετισμούς απηύθυναν,  στην αρχή ο κ. Χρήστος Στρατηγόπουλος, Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Βόλου και κλείνοντας την εκδήλωση ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος  και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος.

https://vimeo.com/1074256530?share=copy#t=3660.248 

16-18.3.2025 Η Ελλάδα Μετά VIII: Η Ευρώπη, η Ελλάδα και ο καταιγισμός των νέων προκλήσεων. Αναζητώντας πλαίσιο αναφοράς

Περισσότερα …

12-14 Μαΐου 2024: Η καμπύλη της Μεταπολίτευσης (1974-2024)



Σχετικό link https://ekyklos.gr/ev/849-12-14-maiou-2024-i-kampyli-tis-metapolitefsis-1974-2024.html 

2.5.2023, Ch. Dallara - Ευ. Βενιζέλος: "Ελληνική κρίση: Μαθήματα για το μέλλον"

https://ekyklos.gr/ev/839-ch-dallara-ev-venizelos.html 

Περισσότερα …

Ευ. Βενιζέλος, Μικρή εισαγωγή στο Σύνταγμα και στο Συνταγματικό Δίκαιο, ebook

Περισσότερα …

Πρακτικά του συνεδρίου "Δικαιοσύνη: Η μεταρρύθμιση μιας εξουσίας και η αφύπνιση μιας ιδέας", ebook, 2022

Περισσότερα …

Εκδοχές Πολέμου 2009 - 2022, εκδ. Πατάκη

Περισσότερα …

23.9.2020 Ο Παύλος Τσίμας συζητά με τον Ευάγγελο Βενιζέλο | Η Ελλάδα Μετά IV: Μετά (; ) την πανδημία 

https://vimeo.com/461294009

6.6.2019 Αποχαιρετιστήρια ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στην Ολομέλεια της Βουλής

https://vimeo.com/340635035

13.2.2019, Ευ. Βενιζέλος Βουλή: Οδηγούμε τη χώρα σε θεσμική εκκρεμότητα, κολοσσιαίων διαστάσεων

https://vimeo.com/316987085

20.12.2018, Ομιλία Ευ. Βενιζέλου στην παρουσίαση του βιβλίου «Η Δημοκρατία μεταξύ συγκυρίας και Ιστορίας» 

https://vimeo.com/307841169

8.3.2018, Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στη Βουλή κατά τη συζήτηση επί της πρότασης της ΝΔ για τη σύσταση Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης 

https://vimeo.com/259154972 

21.2.2018, Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου για την υπόθεση Novartis | "Πάρτε το σχετικό"

https://vimeo.com/256864375