31 Μαρτίου 2024
Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στην εκδήλωση με αφορμή την έκδοση του νέου βιβλίου του Χρήστου Ροζάκη «Ζώνες Εθνικής Δικαιοδοσίας στο Δίκαιο της Θάλασσας και η Ελλάδα» (εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη) με τους Δ. Αβραμόπουλο, Α. Συρίγο και Π. Λιάκουρα. Συντονίζει: Κώστας Καλλίτσης
Πρέπει να πω ότι η συνθήκη θυμίζει κάπως τη θεωρία του déjà vu την ψυχαναλυτική, γιατί έχω παρουσιάσει ένα αντίστοιχο βιβλίο του αγαπημένου φίλου Χρήστου Ροζάκη το 2013, ως εν ενεργεία Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών, στο αμφιθέατρο του υπουργείου Εξωτερικών. Τότε είχε κυκλοφορήσει ένα πόνημα υψηλού επιπέδου, του Χρήστου Ροζάκη, πάλι για τις θαλάσσιες ζώνες. Κι έτσι πιάνουμε ένα νήμα το οποίο μας συνδέει με όλη την προηγούμενη εργογραφία του Χρήστου Ροζάκη, η οποία είναι πολύ πλούσια και εκτεταμένη και στο πεδίο του Δικαίου της Θάλασσας.
Τον Χρήστο Ροζάκη έχω την τιμή να τον γνωρίζω πολλές δεκαετίες. Έχουμε διατελέσει από κοινού μέλη της κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη. Αν θυμάμαι καλά ήμουν υπουργός Δικαιοσύνης την περίοδο που είχε αναλάβει το φορτίο του υφυπουργού Εξωτερικών, από το οποίο, όπως έχει περιγράψει σε αφηγήσεις του, ήθελε να απαλλαγεί αλλά πάντως δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι αφιερώνει το βιβλίο αυτό στη μνήμη του Κώστα Σημίτη.
Αυτό που κάνει ο Χρήστος Ροζάκης είναι εξαιρετικά θαρραλέο. Είναι εικονοκλαστικό. Είπε ο Άγγελος Συρίγος ότι έχει τα βιβλία του Χρήστου ως Ευαγγέλιο στο γραφείο του. Προφανώς περιλαμβάνει και τα απόκρυφα ή επικηρυγμένα Ευαγγέλια, σε αυτόν τον κανόνα, τον νέο κανόνα της Καινής Διαθήκης. Διότι η αλήθεια είναι ότι αυτό που θέλει να πει με το βιβλίο του ο Χρήστος, είναι ότι πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να έχουμε ακριβή αίσθηση των δεδομένων, όπως αυτά προκύπτουν από τον διεθνή συσχετισμό και τη νομολογία των διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων, και δεν πρέπει να αναπαράγουμε γενικόλογα στερεότυπα ή μύθους, οι οποίοι σε πολύ μεγάλο βαθμό κατακλύζουν τον δημόσιο λόγο και εν μέρη και την επίσημη εξωτερική πολιτική της χώρας μας.
Επίσης αυτό που μας λέει ο Χρήστος Ροζάκης είναι, ότι το Διεθνές Δίκαιο προφανώς αποτελεί τη βάση της συζήτησης όλων των θεμάτων σε μια οργανωμένη διεθνή κοινωνία, βεβαίως ισχύουν οι κανόνες της διεθνούς νομιμότητας, αλλά θα ήταν τραγικό ιστορικό λάθος να θεωρήσει κανείς ότι η επίκληση του Διεθνούς Δικαίου συνιστά μία ολοκληρωμένη στρατηγική. Η επίκληση του Διεθνούς Δικαίου είναι μια παράμετρος, είναι ένας ισχυρισμός, δεν είναι όμως μία ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική.
Υπό την έννοια αυτή, αλλιώς θα συζητούσαμε για το βιβλίο του Χρήστου Ροζάκη πριν την 20η Ιανουαρίου 2025 και την ανάληψη των καθηκόντων του Προέδρου Τραμπ και της νέας αμερικανικής διοίκησης και αλλιώς συζητάμε τώρα, έχοντας ήδη αρκετά δείγματα μιας νέας αντίληψης και πρακτικής, η οποία όμως είναι ρευστή, η οποία αναδιαμορφώνεται διαρκώς και η οποία πιστεύω και πιθανολογώ ότι αρκετά σύντομα θα γίνει πιο συμβατική από ό,τι υποθέταμε στην αρχή. Ήδη έχω καταγράψει αρκετές ενδείξεις προς την κατεύθυνση αυτή. Οι δύο κύριες είναι, πρώτον, η κοινή δήλωση της Τζέντα μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ουκρανίας μετά το επεισόδιο στο Οβάλ γραφείο. Και η δεύτερη και ακόμη σημαντικότερη, η κοινή δήλωση των Υπουργών Εξωτερικών των G7, η οποία καλύπτει όλα τα μεγάλα ανοιχτά μέτωπα της διεθνούς πολιτικής και η οποία είναι διατυπωμένη με πολύ προσεκτικό και συμβατικό τρόπο. Θα μπορούσε έτσι να έχει υπογραφεί και από την προηγούμενη αμερικανική διοίκηση.
Άρα, ακόμη δεν ξέρουμε πού βρισκόμαστε. Στην αφετηρία όλης της συζήτησης για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και για αυτήν την πολυετή φάση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του Κυπριακού, είναι βεβαίως το καταγωγικό τραύμα του 1974, δηλαδή το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, η στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας, η κατάληψη του Βορείου τμήματος της Κύπρου, η στρατιωτική ήττα της Ελλάδος σε ένα ακραίο σημείο της Ανατολικής Μεσογείου, σημείο του ευρύτερου ελληνισμού, σίγουρα στρατιωτική ήττα όλου του ελληνισμού.
Πορευόμαστε λοιπόν 50 χρόνια από τότε, παρακολουθώντας ή και συνδιαμορφώνοντας μία καμπύλη στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η οποία περιλαμβάνει και επεισόδια, με τη σκέψη ότι κάθε επεισόδιο με αμερικανική παρέμβαση θα εκτονώνεται και θα μετατρέπεται σε διπλωματική διαδικασία. Αλλά η αλήθεια είναι ότι στη δεκαετία του 1970, του 1980 και του 1990 είχαμε - δηλαδή το 1976, το 1987 και το 1996- πολύ σημαντικές διολισθήσεις στο επίπεδο προστασίας των εθνικών συμφερόντων. Ενώ παραδόξως πως, αντίστοιχη μείζονα διολίσθηση, τα τελευταία 23 χρόνια που είναι τα χρόνια της εξουσίας Ερντογάν στην Τουρκία, δεν έχουμε, συμπεριλαμβανομένων και των τελευταίων επεισοδίων ή οιονεί επεισοδίων, μικρότερων πάντως από αυτά των προηγούμενων δεκαετιών, που είχαμε από το 2020 και μετά και τελευταία στην Κάσο με αφορμή το καλώδιο.
Επίσης πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι αυτό βασίζεται σε μια ρητή ή υπολανθάνουσα παραδοχή ότι θα υπάρξει μια εξωγενής επέμβαση η οποία αφορά τις σχέσεις δύο νατοϊκών χωρών. Άρα μιλάμε για μια ελληνοτουρκική σχέση η οποία εξελίσσεται εντός του δυτικού πλαισίου, εντός του πλαισίου της Ατλαντικής Συμμαχίας και αυτό έχει κάποια σημασία, ακόμη και όταν ζούμε, όπως τώρα, περιόδους οξείας αμφισβήτησης του κύρους και της σημασίας του ΝΑΤΟ, διότι η αμερικανική αντίληψη για την απειλή δεν είναι ίδια με την ευρωπαϊκή αντίληψη για την απειλή, τώρα.
Εμάς όμως αυτό δεν μας ενδιαφέρει τόσο πολύ όσο άλλες ευρωπαϊκές χώρες, γιατί εμείς ποτέ δεν θεωρούσαμε πρώτη απειλή, την απειλή που αντιλαμβανόταν η Ευρώπη ή η Δύση γενικότερα, αλλά είχαμε τη δική μας εθνική αντίληψη περί απειλής που ήταν η Τουρκία. Εμείς ποτέ δεν μοιραζόμασταν στην πραγματικότητα το κατ’ ουσίαν αμυντικό δόγμα του ΝΑΤΟ, γιατί δεν πιστεύαμε ότι η απειλή μας είναι η Ρωσία ή η διεθνής τρομοκρατία ή τώρα η Κίνα. Πάντα πιστεύαμε ότι είναι η Τουρκία.
Έχουν πολύ μεγάλη σημασία τα πολιτικά συμφραζόμενα αυτών που λέει ο Χρήστος Ροζάκης στο βιβλίο του, που είναι παιδαγωγικού χαρακτήρα, δηλαδή προσπαθεί να μας κάνει να σκεφτόμαστε με έναν συγκεκριμένο τρόπο, αποδραματοποιώντας πολλά πράγματα και αντικρούοντας την απλούστευση, τη δημαγωγία και τον ρητορικό πατριωτισμό που δεν έχει καμία σχέση με τον πραγματικό πατριωτισμό, δηλαδή με την ουσιαστική υπεράσπιση και κατοχύρωση των εθνικών συμφερόντων.
Ας δούμε λοιπόν τι γίνεται με τα θέματα αυτά. Πράγματι, σε μια πολύ μεγάλη περίοδο και με την ενεργό συμμετοχή του Χρήστου Ροζάκη, όχι ως επιστημονικού δάσκαλου και ερευνητή, αλλά ως υψηλοτάτου επιπέδου λειτουργού κρατικού, διπλωματικού. Συζητάμε με την Τουρκία στους πρώτους πολλούς γύρους των διερευνητικών επαφών, μετά την έναρξη της διπλωματίας των σεισμών το 2002, κατά βάση για την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. Στο Αιγαίο.
Το 2013, σε μια συνομιλία που είχαμε και με τον Χρήστο, την οποία είμαι βέβαιος ότι τη θυμάται, θεώρησα ως υπουργός εξωτερικών ότι αυτό πρέπει να μεταβληθεί ριζικά. Συζήτηση για τα ελληνικά χωρικά ύδατα δεν έχουμε λόγο να κάνουμε, γιατί η επέκταση τους συνιστά άσκηση κυριαρχίας, μονομερώς, στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Μπορούμε όμως να συζητάμε για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Όμως όχι μόνο στο Αιγαίο, αλλά ταυτοχρόνως και στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Τότε λοιπόν εισάγονται στις διμερείς επαφές δύο έννοιες, οι οποίες θα σας φανεί περίεργο, αλλά εισήχθησαν μόλις το 2013.
Πρώτον, η Ανατολική Μεσόγειος, ο γεωγραφικός ορίζοντας, και δεύτερον, η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Άρα έπρεπε να τεθούν τρία προκαταρκτικά ερωτήματα στην άλλη πλευρά. Το πρώτο προκαταρκτικό ερώτημα είναι αν αποδέχεστε κάποιον κανόνα αναφοράς του Διεθνούς Δικαίου. Η απάντηση είναι ότι ‘ναι, αποδεχόμαστε τη νομολογία’.
Μας παραξενεύει πολλές φορές το γεγονός ότι η Τουρκία δεν υπογράφει την UNCLOS και δεν δεσμεύεται από αυτήν, αλλά από το εθιμικό δίκαιο το οποίο εν πολλοίς κωδικοποιεί η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Ελάχιστοι Έλληνες γνωρίζουν ότι τη σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας δεν την έχουν υπογράψει ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες, ούτε το Ισραήλ, το οποίο επισκέφθηκε χθες ο Έλληνας Πρωθυπουργός. Άρα δεν πρέπει να δίνουμε τόσο μεγάλη σημασία όσο δίνουμε στο γεγονός ότι η Τουρκία δεν έχει υπογράψει την UNCLOS, διότι δεν την έχουν υπογράψει οι βασικοί μας εταίροι και συνομιλητές στα θέματα αυτά.
Δεύτερον, η νομολογία, όπως εξαιρετικά ανέλυσαν και ο Πέτρος Λιάκουρας και ο Άγγελος Συρίγος, έχει βεβαίως πολλαπλασιαστεί, αλλά εν πάση περιπτώσει είναι 30 – 35 ίσως αποφάσεις. Δεν είναι και κανένα φοβερά μεγάλο σώμα. Ξέρουμε τι λέει η νομολογία.
Μπορούμε συνεπώς να αντιληφθούμε τι σημαίνει η ελληνική θέση, η οποία έχει διαμορφωθεί από πολύ νωρίς, δηλαδή από την πρώτη φάση της Μεταπολίτευσης και υπό το πρίσμα των εμπειριών εκείνης της εποχής και έχει γίνει αποδεικτή από όλα τα κόμματα. Έχει γίνει αποδεικτή, καταρχάς, από τον θεμελιωτικό άξονα Κωνσταντίνος Καραμαλής - Ανδρέας Παπανδρέου, της πολιτικής της Μεταπολίτευσης. Η θέση αυτή είναι ότι θέλουμε οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας τότε, τώρα λέμε και της ΑΟΖ, στο Αιγαίο λέγαμε τότε και στην Ανατολική Μεσόγειο λέμε τώρα, και ότι αυτό αναγνωρίζουμε ως διαφορά.
Αυτή η ελληνική θέση, ότι θέλουμε να πάμε στο δικαστήριο και μάλιστα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, έχει κολοσσιαία σημασία. Είναι, δε, μία ελληνική κίνηση η οποία πρέπει να αντιρροπιστεί από πάρα πολλές κινήσεις της άλλης πλευράς. Διότι είναι μία προσέγγιση η οποία γνωρίζουμε σε ποιο πεδίο μας οδηγεί και αυτή θα έπρεπε να είναι η κίνηση με την οποία ξεκλειδώνουν και όλα τα άλλα θέματα, τα οποία κατά καιρούς, ακαίρως ευκαίρως, τίθενται ή προστίθενται μονομερώς από την άλλη πλευρά. Πρωτίστως θέματα γκρίζων ζωνών, τα οποία με τη νέα τους μορφή συνδέονται με την αποστρατικοποίηση, γιατί από το 2020 και μετά συνδέεται το επιχείρημα της αποστρατικοποίησης με την αμφισβήτηση της κυριαρχίας. Και μετά από αυτό, όλα τα άλλα, δηλαδή ο εναέριος χώρος των 10 ναυτικών μιλίων, οι διοικητικές αρμοδιότητες σε σχέση με τη διαχείριση του FIR Αθηνών, οι διοικητικές αρμοδιότητες σε σχέση με την έρευνα και διάσωση.
Θυμίζω, εν παρενθέσει, ότι από έρευνα και διάσωση ξεκίνησε το επεισόδιο των Ιμίων το οποίο είναι καταλυτικό της όλης υπόθεσης της πεντηκονταετίας. Άρα, πρέπει να είμαστε και από την άποψη αυτή πάρα πολύ επίμονοι σε αυτό που λέμε. Αλλά για να μην έχουμε και εμείς ψευδαισθήσεις και για να μην αφήσουμε τα νώτα μας ακάλυπτα, θα πάμε στο Διεθνές Δικαστήριο, επιλέγοντας το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Αρχικά αυτό δεν ήταν σαφές. Διότι όταν κυρώσαμε και επικυρώσαμε τη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας είχαμε επιλέξει το Δικαστήριο του Αμβούργου ( ΔΔΔΘ). Και άρα ως εκ τούτου ήθελα, πριν να εγκαταλείψω το Υπουργείο Εξωτερικών, να έχουν υποβληθεί οι δηλώσεις περί της δικαιοδοσίας και της Χάγης και του Αμβούργου, όχι γιατί δεν θα πάμε στη Χάγη αλλά γιατί πρέπει να πάμε ενσυνειδήτως, και εντός του πεδίου που θέλουμε και το οποίο πρέπει να το συμφωνήσουμε με ειδική σύμβαση, δηλαδή με το λεγόμενο compremis το οποίο καθορίζει τα όρια της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.
Εδώ να ανοίξω μια παρένθεση και να σας πω ότι, όταν στο πρώτο επεισόδιο του 1976 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής βρέθηκε στην ανάγκη να κάνει για πρώτη φορά τόσους πολλούς χειρισμούς αποτροπής ενός ενδεχόμενου κινδύνου, τα κάναμε όλα. Προσφύγαμε, ταυτοχρόνως, στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο εξέδωσε μια απόφαση λέγοντας ‘αφήστε τα πράγματα ως έχουν, μην μεταβάλλετε την υφιστάμενη κατάσταση’. Όπως θα έλεγε το Συμβούλιο Ασφαλείας στην πλειονότητα των περιπτώσεων. Προσφύγαμε στον Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης με προσωρινά μέτρα και με κύρια προσφυγή και απερρίφθησαν και τα δύο, ελλείψει δικαιοδοσίας αλλά υπάρχει αυτή η απόφαση που θεωρεί ότι το Αιγαίο είναι μια αμφισβητούμενη περιοχή. Και υπογράψαμε και το Πρωτόκολλο της Βέρνης, που συνιστά συμφωνία αποφυγής κινήσεων σε σχέση με την υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο. Όλα στο Αιγαίο τα προσδιορίσαμε.
Και αργότερα το Σύμφωνο Παπούλια - Γιλμάζ για τα Μέτρα Εμπιστοσύνης τους θερινούς μήνες, ήταν στο Αιγαίο. Με αποτέλεσμα να μη είναι αυτονόητο αν αυτό ισχύει για παράδειγμα στο Καστελόριζο, στην Κάρπαθο, στην Κάσο, νότια της Κρήτης. Άρα, όλα αυτά έχουν τεράστια σημασία.
Επίσης τεράστια σημασία έχει να λέμε ότι η από κοινού προσέγγιση Αιγαίου και Μεσογείου, είναι καταλυτική για τους λόγους που ακούσατε ως προς τη νομολογία. Εάν δεν συνδέσουμε το Αιγαίο με τη Μεσόγειο δεν έχουμε ακτογραμμή η οποία να έχει το αξιόλογο μήκος που απαιτείται. Εάν η Τουρκία θελήσει να κάνουμε χωριστές συμφωνίες για το Αιγαίο και για τη Μεσόγειο, επίσης χάνουμε το πλεονέκτημα της μεγάλης ακτογραμμής λόγω του πολυνησιωτικού χαρακτήρα της χώρας ο οποίος επεκτείνει την ακτογραμμή.
Επίσης, υπάρχουν και άλλες παρεξηγήσεις, οι οποίες δηλητηριάζουν την κοινή γνώμη πάρα πολύ συχνά, για τα χωρικά ύδατα. Βεβαίως, εμείς έχουμε 6 μίλια χωρικά ύδατα στο Αιγαίο αλλά και η Τουρκία έχει 6 ν.μ. χωρικά ύδατα στο Αιγαίο. Στη Μεσόγειο; Στη Μεσόγειο όλες οι χώρες με τις οποίες έχουμε συνάψει συμφωνίες έχουν 12 ν.μ. και εμείς έχουμε 6 ν.μ.
Διότι συνάψαμε συμφωνία με την Ιταλία για πρώτη φορά ήδη από το 1977 με βάση, δηλαδή, τη σύμβαση της Γενεύης για την υφαλοκρηπίδα του 1958, με αναλογικό σύστημα, δηλαδή με χάρτες οι οποίοι είχαν τις γραμμές με μεγάλους και παχύς μαρκαδόρους, κάτω από τους οποίους ψηφιακά μπορεί να κρύβονται πάρα πολύ μεγάλες εκτάσεις, και αποδεχτήκαμε μη πλήρη επήρεια όλων των νησιών.
Και στη συνέχεια μετατρέψαμε τη σύμβαση αυτή, πολλά χρόνια αργότερα, σε σύμβαση οριοθέτησης της ΑΟΖ πάλι με εμάς να έχουμε 6 ν.μ. και την Ιταλία 12 ν.μ.. Και κάναμε και τη συμφωνία με την Αίγυπτο, της μερικής οριοθέτησης, με την Αίγυπτο να έχει 12 ν. μ. και εμάς να έχουμε 6 ν.μ.. Και είχαμε υπογράψει και τη συμφωνία με την Αλβανία του 2009 που δεν κυρώθηκε και που εκκρεμεί, με την Αλβανία να έχει 12 ν.μ. και εμάς 6 ν.μ.. Και τώρα έχουμε κάνει μερική επέκταση των χωρικών υδάτων στη Μεσόγειο, δηλαδή πέραν του Αιγαίου, στο Ιόνιο, αλλά δεν έχουμε κάνει στην άλλη πλευρά. Επίσης, όπως και ο Τάσσος Παπαδόπουλος, πρώτα οριοθέτησε και μετά έγινε εκ των πραγμάτων η κήρυξη της ΑΟΖ, έτσι και εμείς εδώ πρώτα οριοθετούμε και μετά κηρύσσουμε και βεβαίως προφανώς οριοθετούμε με τη λανθάνουσα αλλά σαφή δήλωση ότι μπορούμε να επεκτείνουμε τα χωρικά ύδατα μετά την οριοθέτηση της ΑΟΖ.
Επίσης, πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτά που έχουμε αποδεχθεί με την Ιταλία, με την Αίγυπτο και εν μέρει με την Αλβανία, γιατί εμείς τα έχουμε αποδεχθεί με την υπογραφή μας ακόμη κι αν δεν έχει κυρωθεί και επικυρωθεί η σύμβαση, είναι ένα κεκτημένο το οποίο θα επηρεάσει την έκβαση της οριοθέτησης με την Τουρκία οψέποτε τεθεί ζήτημα οριοθέτησης με την Τουρκία.
Επίσης, θα ήθελα να σας πω ότι τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Στη ζωή μου έχω κάνει διάφορα πράγματα. Ένα από αυτά είναι ότι έχω κρατήσει τον Πρίνο εν λειτουργία. Τη μοναδική εκμετάλλευση υδρογονανθράκων που έχουμε. Τη μοναδική εκμετάλλευση που έχουμε στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο. Τη μοναδική εκμετάλλευση άντλησης πετρελαίου εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων. Η οποία θα έκλεινε το 1999 και την κράτησα ανοιχτή, όταν ανέλαβα το Υπουργείο Ανάπτυξης, που τότε ήταν και Ενέργειας και Εμπορίου και Βιομηχανίας και Τουρισμού και Έρευνας, με τους παραχωρησιούχους να έχουν αποχωρήσει. Και άρα χωρίς παραχωρησιούχο. Τότε πρότεινα στη Βουλή και η Βουλή το αποδέχθηκε με ευρυτάτη πλειοψηφία, δηλαδή και η Νέα Δημοκρατία το υπερψήφισε , να παραχωρήσουμε δια νόμου την εκμετάλλευση στους εργαζομένους. Στον συνεταιρισμό των εργαζομένων.
Μέχρι σήμερα ο συνεταιρισμός των εργαζομένων είναι ο παραχωρησιούχος. Η δε διεθνούς φήμης και εμβέλειας Energean Oil, η οποία αυτή τη στιγμή παίζει μεγάλο ρόλο και στα Ισραηλινά κοιτάσματα, έχει ξεκινήσει ως μία ΕΠΕ των μηχανικών της εκμετάλλευσης, στους οποίους ο συνεταιρισμός των εργαζομένων είχε αναθέσει τη διαχείριση της εκμετάλλευσης. Έτσι γράφεται αυτή η ιστορία.
Όταν, λοιπόν, το 2011 το Υπουργείο Περιβάλλοντος τότε, με τον αγαπημένο μου Γιάννη Μανιάτη, θέλησε να εισαγάγει το νόμο 4001 που ρυθμίζει πολλά, ένα από αυτά στο άρθρο 156 είναι και τα απώτατα όρια της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ ως υπουργός Άμυνας τότε, συμφώνησα βεβαίως και συγκηδεμόνευσα τη ρύθμιση αυτή, η οποία όπως απολύτως ορθά, αναλύει ο Χρήστος Ροζάκης, πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Και ερμηνεύεται σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο ως μία δήλωση των απωτάτων ορίων της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, αφ’ ής κηρυχθεί μάλιστα - υπάρχει και αυτή η σεμνή παρένθεση μέσα στον νόμο. Αλλά βεβαίως πρέπει να πάμε στην οριοθέτηση κατά τη Σύμβαση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, σύμφωνα δηλαδή με τα άρθρα 74 και 83 της Σύμβασης για την υφαλοκρηπίδα και για την ΑΟΖ που είναι οι ίδιοι μηχανισμοί, οι ίδιοι κανόνες, αλλά διαφορετικές ρυθμίσεις έστω με κοινό παρονομαστή.
Σε αυτές λοιπόν τις ρυθμίσεις, επανήλθαμε το 2014, όπου πάλι με τον αγαπητό φίλο και εξαίρετο συνάδελφο Γιάννη Μανιάτη, ως υπουργός Εξωτερικών εγώ και αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης χαράξαμε πάρα πολύ προσεκτικά τα οικόπεδα αυτά, τα τεμάχια, τα οποία εν πολλοίς έχουν προκηρυχθεί. Οι πρώτες προκηρύξεις έγιναν ενώπιόν μου ως Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Εξωτερικών το 2014 και ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί
Η Λιβύη, λοιπόν, για να φτάσω στην ουσία του πράγματος, η ίδια προκήρυξε οικόπεδά της πριν από 20 ημέρες, σεβόμενη τα δικά μας οικόπεδα, σεβόμενη τα απώτατα όρια της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ με βάση τη μέση γραμμή, και όχι το τουρκολιβυκό μνημόνιο και τώρα πρέπει να δούμε πώς θα αντιδράσει αν προκηρύξουμε και τα άλλα οικόπεδα αυτά που επιθυμεί η Chevron. Θα γίνει ένας διεθνής διαγωνισμός και μπορεί να αναδειχθεί ανάδοχος η Chevron.
Στο μεταξύ όμως υπάρχει το θέμα του καλωδίου. Δηλαδή, εννοούμε το Great Sea Interconnector που είναι έργο ενωσιακό, χρηματοδοτούμενο αδρά από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το οποίο συνδέει ηλεκτρικά, διασφαλίζει τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας για να είμαι ακριβής μεταξύ Ισραήλ, Κύπρου, Κρήτης. διότι το τμήμα Κρήτη - Αττική είχε αυτονομηθεί και έχει ολοκληρωθεί. Και βεβαίως αυτό όπως αντιλαμβάνεστε είναι ένα έργο μήκους περίπου 1200 χιλιόμετρων. Ο αγωγός μεταφοράς ύδατος από τα κατεχόμενα στην απέναντι τουρκική ακτή, είναι μήκους 80 χιλιόμετρων, για να έχετε μία αίσθηση. Η δε διαδρομή, η οποία καλύπτει τη σύνδεση μεταξύ Κύπρου και Κρήτης, είναι 898 χιλιόμετρα. Αυτή είναι η απόσταση δια θαλάσσης που πρέπει να καλύψει το καλώδιο για να συνδέσει την Κύπρο με την Κρήτη.
Και τώρα υπάρχει ένα θέμα τι θα γίνει με το καλώδιο, γιατί ζήσαμε αυτές όλες τις εμπειρίες και απεχώρησαν προσωρινά τα σκάφη τα οποία ερευνούν και θα ποντίσουν, τα οποία είναι Ιταλικά αλλά ο ανάδοχος είναι Γάλλος, και το έργο είναι διεθνές και ενωσιακά υποστηριζόμενο. Άρα πρέπει να έχουμε μία θέση η οποία αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το κλίμα, την προοπτική και την αντίληψή μας για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.
Το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας μας λέει τι γίνεται με τα καλώδια, με την πόντιση καλωδίων, στο άρθρο 79 της UNCLOS, το οποίο είναι ειδικό για τα καλώδια και τους αγωγούς. Λοιπόν στο ειδικό αυτό άρθρο, υπάρχει μία παράγραφος, η τρίτη, η οποία προβλέπει ότι τα παράκτια κράτη έχουν άποψη για την όδευση των αγωγών. Εδώ όμως πρόκειται περί καλωδίου.
Πρέπει να σταθμιστεί εάν θα επικαλεστούμε τις διατάξεις της Σύμβασης οι οποίες επιτρέπουν στον καθένα να αποθέτει καλώδια ή τις διατάξεις της Σύμβασης που προβλέπουν ότι όταν δεν έχεις οριοθετημένη υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ πρέπει να εγκαθιστάς προσωρινούς μηχανισμούς πρακτικού χαρακτήρα, αυτή είναι η διατύπωση της Σύμβασης. Είμαστε εδώ. Αυτή είναι η ιστορία.
Άρα πρέπει να δούμε μήπως μας ενδιαφέρει να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στη Μεσόγειο; Γιατί συζητάμε τόσο καιρό για το Αιγαίο, ενώ είμαστε μόνοι εμείς που δεν έχουμε 12 ν.μ. στη Μεσόγειο και κινούμαστε τόσο διστακτικά. Δεν υπάρχει casus belli στη Μεσόγειο. Το casus belli αφορά το Αιγαίο. Το Αιγαίο έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το περιβάλλον, τους τουρίστες, αυτούς που το απολαμβάνουν.
Πάντως όλα αυτά είναι ένα πλέγμα θεμάτων για το οποίο δεν μπορεί στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή να γίνει καμία σοβαρή συζήτηση. Γιατί το πολιτικό κλίμα δεν μας επιτρέπει να έχουμε έναν σοβαρό, ουσιώδη, ειλικρινή διάλογο μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων και μεταξύ εκείνων των προσώπων τα οποία, όπως ο Χρήστος Ροζάκης, έχουν γνώση, εμπειρία. Υπάρχουν όμως και στρατιωτικοί και διπλωματικοί υπάλληλοι και ερευνητές νεότεροι, οι οποίοι θα μπορούσαν να βοηθήσουν. Αλλά για να βοηθήσουν πρέπει να υπάρχει ένας καμβάς και ο καμβάς είναι πολιτικός.
Αν λοιπόν δεν έχουμε τις προϋποθέσεις αυτές, τώρα που αλλάζει το τοπίο, τώρα που πρέπει να καταλάβουμε τι συμβαίνει στην Τουρκία, τι συμβαίνει στην περιφέρεια μας, τι συμβαίνει στις ΗΠΑ, τι συμβαίνει στη Μέση Ανατολή, τι συμβαίνει στην Ουκρανία, νομίζω ότι έχουμε λάθος προτεραιότητες.
Η πρώτη μας προτεραιότητα είναι να διαμορφώσουμε τις εσωτερικές προϋποθέσεις άσκησης μιας εθνικής πολιτικής. Και από την άποψη αυτή πρέπει πραγματικά να ευχαριστήσουμε και να τιμήσουμε τον Χρήστο Ροζάκη, έναν άνθρωπο με εντυπωσιακό βιογραφικό, με μία διαδρομή ζωής ως αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ως ακαδημαϊκός δάσκαλος, ως δημόσιος λειτουργός, που προσπαθεί να μας στρέψει προς έναν ουσιαστικό διάλογο, αλλά για να έχουμε έναν διάλογο πρέπει να έχουμε έναν ουσιαστικό λόγο. Και αυτός ο ουσιαστικός λόγος εν προκειμένω κατατίθεται από τον Χρήστο Ροζάκη, τον οποίο και συγχαίρουμε. -