5 Ιουνίου 2007, Θεσσαλονίκη


«Από την Θεσσαλονίκη της Κοινοτοπίας στη Θεσσαλονίκη της Καινοτομίας. Δέκα προτάσεις για το μοντέλο ανάπτυξης και τις προτεραιότητες της Θεσσαλονίκης»

 

Ευχαριστώ θερμά τους οργανωτές του συνεδρίου για την πρόσκληση. Χαίρομαι γιατί η τελευταία αναφορά του συντονιστή της συζήτησής μας του Ν. Ευθυμιάδη με απάλλαξε από τη δύσκολη υποχρέωση να αναφερθώ στην ίδρυση του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης το 1999, όταν ήμουν Υπουργός Ανάπτυξης με Γενικό Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας τον καθηγητή κ. Αθανάσιο Τσαυτάρη, καθώς και από την υποχρέωση να αναφερθώ στην πρώτη παρουσίαση της ιδέας της ζώνης καινοτομίας, επίσης το 1999 στο τότε υπό κατασκευή κτίριο του Kέντρου Διάδοσης Επιστημών, του Μουσείου Τεχνολογίας «Νόησις» που ήδη λειτουργεί στη Θεσσαλονίκη, στο ευρύτερο γεωγραφικό πλαίσιο της ζώνης καινοτομίας.

Θα μου επιτρέψετε να αφιερώσω το λίγο χρόνο κατά τον οποίο θα σας απασχολήσω σε μια άλλη προσέγγιση του ζητήματος της καινοτομίας. Θα προσπαθήσω να κάνω τη μετάβαση από τη «Θεσσαλονίκη της κοινοτοπίας» στη «Θεσσαλονίκη της καινοτομίας». Γιατί είμαστε αιχμάλωτοι εύκολων και συνεχώς επαναλαμβανόμενων στερεοτύπων που είναι γενικόλογα, που δείχνουν καλή διάθεση, αλλά που δεν συνιστούν στρατηγική. Η στρατηγική προϋποθέτει έναν πειθαρχημένο σχεδιασμό και μια ακόμη πιο πειθαρχημένη και υπεύθυνη εφαρμογή του σχεδιασμού αυτού.

Η συζήτηση για τη Θεσσαλονίκης της καινοτομίας είναι ουσιαστικά η συζήτηση για το μεταβιομηχανικό μοντέλο ανάπτυξης της πόλης. Για τα «φυσικά» συγκριτικά πλεονεκτήματα της Θεσσαλονίκης που δεν τα βρίσκει με τον ίδιο εύκολο και αυτονόητο τρόπο οποιαδήποτε άλλη περιφέρεια της χώρας ή της Ευρώπης για να μην μιλήσω γενικότερα.

Άρα μιλάμε για την καινοτομία και ουσιαστικά μιλούμε για την ανταγωνιστικότητα της Θεσσαλονίκης μέσα στο δεδομένο πλαίσιο και της ευρωπαϊκής και της διεθνούς οικονομίας. Πρέπει να αντιγράψουμε αλλά πρέπει και να επινοήσουμε κάποια πράγματα. Επίσης είναι προφανές ότι πρέπει να εντάξουμε τη συζήτηση για τη Θεσσαλονίκη της καινοτομίας στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συζήτησης για την αυτοσυνειδησία της πόλης. Πρέπει να πάψουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας ανταγωνιστικά σε σχέση με την Αθήνα, πρέπει να αναδείξουμε τους συμπληρωματικούς ρόλους των δύο πόλεων και κυρίως να αντιληφθούμε ότι το μυστικό βρίσκεται στους δικούς μας ρυθμούς και τις δικές μας πρωτοβουλίες.

Μου άρεσε πάρα πολύ το παράδειγμα της βαλίτσας με ρόδες που έδωσε ο κ. Ευσταθόπουλος προηγουμένως. Πρέπει να σας πω ότι εγώ λατρεύω ένα πολύ πιο απλό παράδειγμα που αποτυπώνει την έννοια της καινοτομίας χαμηλής έως μηδαμινής τεχνολογικής αξίας. Οι καστανάδες στο κέντρο της Ρώμης βράζουν πριν ψήσουν τα κάστανα και τα προσφέρουν μέσα σε μια σακουλίτσα στην οποία υπάρχει κολλημένη μια δεύτερη άδεια σακουλίτσα προκειμένου να βάζεις τα τσόφλια. Αυτό συνιστά μια μορφή τουριστικών υπηρεσιών παράπλευρων υψηλής ποιότητας που αναδεικνύει τον προορισμό, το ιστορικό κέντρο της Ρώμης. Θα μπορούσαν να το έχουν σκεφτεί και οι καστανάδες της Θεσσαλονίκης. ΄Αρα υπάρχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα επιχειρηματικότητας στο οποίο θα ήθελα κάποια στιγμή να αναφερθούμε με μεγαλύτερη ειλικρίνεια και με μεγαλύτερη ευθύτητα.

Η αρχική σύλληψη της ζώνης καινοτομίας το 1999-2000 βασίστηκε στη συνειδητοποίηση της δυνατότητας συνέργειας των υποδομών που υπήρχαν στην πόλη. Εκείνη τη στιγμή υπήρχε προφανώς το τεράστιο σε όγκο και δυναμικό μαζικό αλλά και ερευνητικό Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με τα εκατοντάδες εργαστήριά του και με τα χιλιάδες ερευνητικά του προγράμματα. Υπήρχε το Ινστιτούτο Χημικών Διεργασιών που ανήκε στη δύναμη του Ινστιτούτου Τεχνολογίας και Έρευνας με έδρα το Ηράκλειο. Υπήρχε το Τεχνολογικό Πάρκο ως μια πάρα πολύ ωραία ιδέα και η Τεχνούπολη Πληροφορικής ως μια άλλη πολύ ωραία ιδέα.

Φτάσαμε αισίως σήμερα να διαθέτουμε το Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης με πέντε δυναμικά πρωτοπόρα ινστιτούτα, ένα έκτο των βιοϊατρικών και βιομοριακών ερευνών και τεχνολογίας που είναι υπό ίδρυση και άλλα δύο που κυοφορούνται.

Έχει νομοθετηθεί η ζώνη καινοτομίας, αν και με αργούς ρυθμούς και ελπίζω επιτέλους να οριστεί το διοικητικό της συμβούλιο. Ήδη έχει μεσολαβήσει ένα πολύ μεγάλο διάστημα αδράνειας από την ψήφιση του νόμου έως τον ορισμό του διοικητικού συμβουλίου.

Υπάρχει το Κέντρο Διάδοσης Επιστημών και βεβαίως αναπτύσσονται πλέον ανταγωνιστικές δομές όπως ο περιφερειακός πόλος καινοτομίας της Κεντρικής Μακεδονίας, ενώ έχουμε ξεχάσει κάποιους άλλους φορείς πολύ κρίσιμους, με παράδοση στην πόλη όπως το ΕΘΙΑΓΕ και το Ινστιτούτο Μετερολογίας που εγώ τα εντάσσω στην ίδια δέσμη φορέων με κρίσιμη μάζα γύρω από τα θέματα καινοτομίας.

Υπάρχουν όμως παρ’ όλα αυτά εγγενείς δυσχέρειες της Θεσσαλονίκης με πρώτιστη το ρόλο του κράτους ή για την ακρίβεια την απόσταση που εξ ορισμού έχει η Θεσσαλονίκη από τις κρατικές δομές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως δεν αναφέρομαι γενικά σε αυτό που λέγεται δημόσια διοίκηση ή κυβερνητικός μηχανισμός. Αναφέρομαι πολύ πιο συγκεκριμένα στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας, στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας και στην Ανώνυμη Εταιρία της «Κοινωνίας της Πληροφορίας» όπως αυτή έχει μετεξελιχθεί.

Υπάρχει επίσης και ήδη εντοπίστηκε -το είπα και εγώ όσο πιο ευγενικά μπορούσα - ένας δισταγμός στην ανάληψη επιχειρηματικών κινδύνων στον τομέα της έρευνας και της τεχνολογίας. Έχω πει πολλές φορές ότι όταν επισκέφτηκα το Λονδίνο επίσημα ως υπουργός Ανάπτυξης άρα και Ενέργειας χάρηκα γιατί μεγάλες πετρελαιοβιομηχανίες μου ανέφεραν το Ινστιτούτο Χημικών Διεργασιών που διηύθυνε ο κ. Βασάλος τότε. Ανέθεταν εδώ στη Θεσσαλονίκη ένα πολύ σημαντικό τμήμα της έρευνάς τους και λυπήθηκα όταν πολύ σημαντικές ελληνικές τσιμεντοβιομηχανίες μου αντέτειναν σε μια αντίστοιχη συζήτηση οργανωμένη από το Σύνδεσμο Ελληνικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών στην Αθήνα ότι αναθέτουν το δικό τους έλεγχο της αντοχής των υλικών- δηλαδή έναν σχετικά απλό επιστημονικά έλεγχο- σε βρετανικά ή αμερικανικά εργαστήρια και όχι στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο ή στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης.

Υπάρχει επίσης αδυναμία συντονισμού με τις μεγάλες επιχειρήσεις του τομέα των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορίας. Σε όση απόσταση βρίσκεται το κράτος, βρίσκεται και η διοίκηση του ΟΤΕ και η διοίκηση των μεγάλων εναλλακτικών παρόχων στον τομέα των τηλεπικοινωνιών κάτι που έχει καταλυτική σημασία για τους δείκτες καινοτομίας στη Θεσσαλονίκη.

Σ’ αυτές τις εγγενείς δυσχέρειες της Θεσσαλονίκης προστίθενται βεβαίως οι εγγενείς δυσχέρειες της χώρας μας συνολικά. Διότι είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν έχουμε πράγματι ένα εθνικό σχέδιο καινοτομίας. Δεν έχουμε. Έχουμε φιλότιμες αλλά ασύνδετες προσπάθειες που χάνουν καθ’ οδόν ένα πολύ μεγάλο μέρος της υπεραξίας τους. Η καινοτομία στην Ελλάδα –όπως ξέρετε όλοι καλύτερα από εμένα- παρουσιάζει εντυπωσιακές ασυμμετρίες: Η αντίθεση μεταξύ κέντρου και περιφέρειας αναπαράγεται στον τομέα της καινοτομίας και πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι με βάση το σύνθετο ευρωπαϊκό δείκτη καινοτομίας και τον εθνικό δείκτη καινοτομίας η Θεσσαλονίκη, η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας δεν κατέχει τη δεύτερη θέση όπως δικαιούται και οφείλει, κατέχει την τέταρτη θέση, γιατί μετά την Αττική παρεμβάλλεται η Κρήτη, παρεμβάλλεται η Ήπειρος όπου προφανώς το πανεπιστήμιο ασκεί για τα πληθυσμιακά και οικονομικά μεγέθη της Ηπείρου πολύ πιο σημαντικό ρόλο από ότι το πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη, στα μεγέθη της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και αυτό όπως αντιλαμβάνεστε είναι προσβλητικό. Χρησιμοποιώ τον όρο και εντός και εκτός εισαγωγικών για τη Θεσσαλονίκη και για την ευρύτερη περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας.

Υπάρχει πολύ μεγαλύτερη επίδοση στην καινοτομία στον τομέα των υπηρεσιών και πολύ μικρότερη στον τομέα της μεταποίησης. Υπάρχει το καταπληκτικό φαινόμενο των εντυπωσιακών για τα ευρωπαϊκά δεδομένα ρυθμών ανάπτυξης επί μακρά σειρά ετών χωρίς όμως καινοτομία. Υπάρχουν καλύτερες επιδόσεις στην αφομοίωση καινοτομίας χωρίς όμως παραγωγή καινοτομίας. Και βεβαίως -υπάρχει το είπε ήδη και ο αρμόδιος Ειδικός Γραμματέας Ανταγωνιστικότητας- εντυπωσιακή ασυμμετρία μεταξύ του δημόσιου τομέα και του ιδιωτικού τομέα. Οι επιδόσεις του δημόσιου τομέα στα θέματα της καινοτομίας με βάση και τους 26 δείκτες είναι πολύ καλύτεροι από τις επιδόσεις του ιδιωτικού τομέα. Άρα πρέπει να ακολουθήσει ο ιδιωτικός τομέας τον δημόσιο τομέα. Το «κακό κράτος» αποδίδει καλύτερα από την επιχειρηματικότητα στο ζήτημα αυτό.

Τώρα με βάση όλα αυτά και χωρίς να αναφέρομαι σε αυτονόητα πράγματα όπως οι υστερήσεις στις ευρυζωνικές υποδομές, πρέπει να πω ότι ευτυχώς διαθέτουμε με καθυστέρηση το ειδικό θεσμικό πλαίσιο της ζώνης καινοτομίας. Μόνο που αυτό ξεκίνησε με μεγαλύτερες φιλοδοξίες, κατέληξε σε ένα πολύ πιο συρρικνωμένο σχήμα, κυρίως χρηματοδοτικά. Διότι ενώ είχαμε διασφαλίσει στην τελευταία αναμόρφωση των κονδυλίων του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου.

Στήριξης το ποσό των 30 εκατ. Ευρώ, πρέπει να σας πω ότι με βάση τις εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, όταν ψηφίστηκε ο σχετικός νόμος το όλο εγχείρημα είχε ένα ορίζοντα της τάξεως των 7 εκατ. ευρώ, τουλάχιστον στην πρώτη φάση, εκ των οποίων ο μέγιστος όγκος αφορά το έκτο ινστιτούτο, το βιοϊατρικό του ΕΚΕΤΑ. Και πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι όλη η προκήρυξη των περιφερειακών πόλων καινοτομίας έχει συνολικό προϋπολογισμό 17 εκατ. Ευρώ, εκ των οποίων η δημόσια δαπάνη είναι 12.

Ενώ λοιπόν έχουμε ένα ειδικό θεσμικό πλαίσιο φιλόδοξο, εν πάση περιπτώσει μια βάση εκκίνησης, έχουν αρχίσει και εμφανίζονται επικίνδυνες παραφθορές. Από εκεί που είχαμε πλήρη απουσία ειδικών θεσμών κινδυνεύουμε να έχουμε πληθωρισμό θεσμών. Έχουμε τη ζώνη καινοτομίας με εσωτερικά όργανα τα οποία όταν δεν είναι εικονικά μπορεί να είναι δυσκίνητα όπως η επιτροπή εποπτείας. Έχουμε τη συμμετοχή πάρα πολλών υπουργείων στο εγχείρημα. Το «αγκαλιάζουν» σφικτά πάρα πολλοί, ο Υπουργός Μακεδονίας – Θράκης, ο Υπουργός Ανάπτυξης, ο Υπουργός Οικονομίας, ξεχνάμε τη σημασία του υπουργού Μεταφορών και Τηλεπικοινωνιών, έχουμε την παρουσία της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, έχουμε το ίδιο το σχήμα του περιφερειακού πόλου καινοτομίας με την ένωση προσώπων που καλείται να διαχειριστεί τις πρωτοβουλίες του πόλου. Και βεβαίως αντιλαμβάνεστε ότι όλα αυτά θα μπορούσαν να υπερκαλυφθούν, αν είχε γίνει δεκτή η πρότασή μου κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου που κατέληξε στο νόμο για την ζώνη καινοτομίας, για τη σύσταση Περιφερειακού Ταμείου Καινοτομίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο του εθνικού ταμείου καινοτομίας που εξήγγειλε κάποια στιγμή ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών λησμονώντας το αμέσως μετά με χρηματοδότηση μάλιστα 100 εκατ. ευρώ. Και είχα προτείνει τότε από αυτά τα 100 εκατ. τα 40 να διατεθούν στο Περιφερειακό Ταμείο Καινοτομίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη.

Κατόπιν αυτού νομίζω ότι πρέπει να επαναστοχοθετήσουμε τη Θεσσαλονίκη της καινοτομίας. Να τη μετατρέψουμε σε ένα περιφερειακό μοντέλο ανάπτυξης βασισμένο σε ενδογενείς δυνατότητες και φυσικά «συγκριτικά πλεονεκτήματα». Και προτείνω να θέσουμε ως πόλη, ως περιφέρεια και ως χώρα έναν μετρήσιμο στόχο. Να καταστήσουμε την Κεντρική Μακεδονία πρώτη περιφέρεια της χώρας με βάση τους σύνθετους ευρωπαϊκούς δείκτες και τους σύνθετους εθνικούς δείκτες καινοτομίας μέσα σε έναν ορατό χρόνο και νομίζω ότι πρέπει να βάλουμε υψηλούς στόχους. Πρέπει να λειτουργήσουμε εντατικά τα επόμενα πέντε χρόνια, πρέπει ο στόχος μας να είναι το 2012.

Πρέπει να διαμορφώσουμε προς το σκοπό αυτό δέκα πολιτικές, θεσμικές και επιχειρηματικές προϋποθέσεις.

Η πρώτη προϋπόθεση είναι να συσταθεί το Περιφερειακό Ταμείο Καινοτομίας. Αυτόνομο, αυτοδιοικούμενο, πραγματικά αποκεντρωμένο με μια προικοδότηση της τάξεως των 40 εκατ. ευρώ που είναι εφικτή.

Δεύτερον, να οριστεί ένας κύριος πολιτικός υπεύθυνος για τον πολιτικό συντονισμό της όλης υπόθεσης και αυτός δεν πρέπει να είναι το Υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης λόγω του περιφερειακού του χαρακτήρα. Είναι εθνική υπόθεση αυτό που συζητούμε εδώ. Εάν το Υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης μετατραπεί κάποτε σε εθνικού χαρακτήρα Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης ναι, αλλά έτσι ως τοπικό υπουργείο όχι. Ούτε καν ο Υπουργός Ανάπτυξης. Έχω ζήσει το ρόλο του Υπουργού Ανάπτυξης και θεωρώ ότι είναι αιχμάλωτος σε όλα τα μεγάλα θέματα των επιλογών και των χειρισμών του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Πιστεύω ότι ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών πρέπει να αναλάβει την πολιτική ευθύνη του συντονισμού της προσπάθειας αυτής.

Τρίτον, πρέπει να υπάρξει ένας φορέας συντονισμού με έδρα τη Θεσσαλονίκη και πιστεύω ότι αυτός πρέπει να είναι η ζώνη καινοτομίας. Να πάψει ο θεσμικός πληθωρισμός. Να υπαχθούν όλοι στο σχήμα αυτό.

Βεβαίως, τέταρτον, ο φορέας αυτός πρέπει να διέπεται από μια δικτυακή αντίληψη για τα πράγματα. Πρέπει να αντιληφθεί ότι πρέπει να λειτουργεί ως σημείο αναφοράς πολλαπλών δικτύων. Μόνον έτσι μπορούν να αναπτυχθούν οι συνέργειες που είναι αναγκαίες ανάμεσα στην ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα, την επιχειρηματική κοινότητα, την τοπική αυτοδιοίκηση, το ευρύτερο περιβάλλον της πόλης, με ότι αυτό σημαίνει από την άποψη των «φυσικών» συγκριτικών πλεονεκτημάτων της.

Πέμπτον, πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως, χωρίς επιφυλάξεις και χωρίς αγκυλώσεις και με ταχύτητα όλα οι δομές που διαχειρίζοναι ή παράγουν διανοητικό κεφάλαιο. Το πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το ΕΚΕΤΑ που είναι οι δύο βασικοί φορείς και όλοι οι άλλοι που ανέφερα.

Έκτον, ο Οργανισμός Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας, ο πρόεδρος του οποίου είναι εδώ, ο οποίος παίζει καθοριστικό ρόλο στην καινοτομία γιατί πάρα πολλοί δείκτες αφορούν τις ευρεσιτεχνίες, πρέπει να αποκτήσει πλήρη θεσμική υποδομή στη Θεσσαλονίκη. Πρέπει στη Θεσσαλονίκη να μπορεί να υποβληθεί ο φάκελος και να χορηγείται το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας σε διασύνδεση με το Ευρωπαϊκό Γραφείο Ευρεσιτεχνίας του Μονάχου, γιατί η ελάχιστη γεωγραφική περιοχή που πρέπει να καλύπτει το δίπλωμα αυτό είναι η Ευρώπη, ο ευρωπαϊκός χώρος. Τα ίδια ισχύουν ως προς τον ΕΛΟΤ και όλες τις διαδικασίες πιστοποίησης και τυποποίησης.

Έβδομον, πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά για τον τρόπο εμπλοκής του τραπεζικού συστήματος. Η ελληνική οικονομία, οι ρυθμοί ανάπτυξης και η κερδοφορία των επιχειρήσεων βασίζονται εν πολλοίς στις επιδόσεις του τραπεζικού συστήματος. Υπάρχει μια αναπτυξιακή υποχρέωση ανταπόδοσης του τραπεζικού συστήματος προς την κοινωνία και την περιφέρεια. Πρέπει συνεπώς να διασφαλιστούν διαδικασίες και κριτήρια χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων καινοτομίας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει η συμπεριφορά και τα κριτήρια των τραπεζών, του τραπεζικού συστήματος να αλλάξουν ριζικά από την άποψη αυτή.

Όγδοον, πρέπει να εμπλακούν στο σχήμα οι μεγάλες επιχειρήσεις του τομέα της πληροφορίας και των τηλεπικοινωνιών, ο ΟΤΕ και όλες οι άλλες εταιρίες. Και γιατί πρέπει να ολοκληρωθούν οι δημόσιες τηλεπικοινωνιακές υποδομές για την ευρυζωνικότητα και γιατί πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως εναλλακτικά δίκτυα τα οποία υπάρχουν και τα οποία εξελίσσονται όμως με πολύ ταχύτερο ρυθμό στην Αθήνα από ό,τι στη Θεσσαλονίκη.

Ένατον, πρέπει το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών σε συνεργασία με το υπουργείο Ανάπτυξης να τροποποιήσει τον αναπτυξιακό νόμο εισάγοντας διαφορετικά, πολύ πιο ευέλικτα, «οριζόντια» κίνητρα για όλες τις καινοτομικές εφαρμογές που συνδέονται με τους 26 δείκτες του σύνθετου Ευρωπαϊκού Δείκτη Καινοτομίας σε όλους τους τομείς, σε όλους τους κλάδους, χωρίς επιφυλάξεις.

Και, δέκατον, πρέπει με όχημα αυτά τα θεσμικά σχήματα στα οποία αναφέρθηκα να πραγματοποιηθεί μια εντατική αξιοποίηση όλων των συναφών προγραμμάτων που χάνονται γιατί δεν συνεργούν. Δηλαδή προγράμματα όπως το «Δικτυωθείτε» παλαιότερα για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, προγράμματα όπως το «Δίοδος» για τους φοιτητές, προγράμματα που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων για το οποίο επίσης πάρα πολύ αγωνίστηκα το 1999 και το 2000 τότε σε συνεργασία με την ΕΤΒΑ και το οποίο επιτέλους έγινε. Ας αξιοποιηθεί. Πρέπει όλα αυτά τα προγράμματα να συντονιστούν και να εστιαστούν.

Άρα συνέργεια και εστίαση μέσα από την αξιοποίηση υφισταμένων πόρων που θα διατεθούν για ένα στρατηγικό σκοπό. Πιστεύω ότι αν όλα αυτά γίνουν μπορεί η Θεσσαλονίκη να πετύχει το στόχο αυτό που τον θέτω ως αντικείμενο συζήτησης, αλλά κυρίως τον χρησιμοποιώ ως μοχλό πίεσης όχι τόσο προς την πολιτεία, προς την κυβέρνηση, προς το «αθηνοκεντρικό» κράτος, όσο προς εμάς τους ίδιους, που πρέπει να αντιληφθούμε ότι το παιχνίδι σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό εξαρτάται από εμάς και από την αίσθηση ρυθμού που έχουμε σε σχέση με τις εξελίξεις.

 

***

 

Δευτερολογία Ευ. Βενιζέλου

 

Χαίρομαι για την αποδοχή των προτάσεων που διατύπωσα. Θέλω να κάνω τώρα μια παρατήρηση ως πανεπιστημιακός δάσκαλος. Πράγματι υπάρχει διάχυτη καχυποψία και μια κακώς νοούμενη υπερπολιτικοποίηση του ελληνικού πανεπιστημίου σε σχέση με την έρευνα. Υπάρχει μια καχυποψία που εξηγείται ιστορικά και πρέπει να την υπερβούμε.

Ο τρόπος όμως με τον οποίο διαχειριζόμαστε τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα το τελευταίο χρονικό διάστημα, είναι απολύτως εσφαλμένος, ανοίξαμε τα λάθος μέτωπα. Δηλαδή ζητήματα γραφειοκρατικά, ζητήματα διοίκησης και όχι την ουσία: την επιστημολογική, την ερευνητική και παιδαγωγική ουσία. Τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι η ακαδημαϊκή κοινότητα και ιδίως η φοιτητική κοινότητα, θα αντιληφθεί τη σημασία που έχει η σχέση μεταξύ των επιχειρήσεων και του πανεπιστημίου στον τομέα της έρευνας, όταν αντιληφθεί ότι η έρευνα, βασική και εφαρμοσμένη, αφορά εν τέλει το επαγγελματικό αντίκρισμα του πτυχίου. Αφορά την πρόσβαση του πτυχιούχου στην αγορά εργασίας. Εάν αντιληφθεί ότι η ερευνητική διαδικασία μέσα στο πανεπιστήμιο συνδέεται με το κύρος του πτυχίου και με τα προσόντα του πτυχιούχου στην αγορά εργασίας, όλα αυτά θα τα δεχθεί.

Αλλά αντί να συζητούμε στην Ελλάδα γι’ αυτό το ζήτημα, αντί να συζητούμε για νέα προγράμματα εκπαιδευτικά, για νέα πτυχία, για μεγαλύτερη ενδοπανεπιστημιακή ευελιξία, για την αναδιοργάνωση και την επέκταση των μεταπτυχιακών σπουδών συζητούμε για το άσυλο, για την αστυνόμευση, για τον τρόπο επιλογής των καθηγητών, για τον τρόπο εκλογής των πρυτανικών αρχών, για λάθος θέματα. Αυτά θα έρθουν. Έπρεπε να έχουμε προτάξει άλλον κατάλογο θεμάτων. Και αυτό πρέπει να κάνουμε.

Επίσης πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η επιχειρηματικότητα προκαλεί τη γνώση αλλά και η γνώση γεννά επιχειρηματικότητα. Άρα υπάρχουν και έρευνες φαινομενικά ασύνδετες με τις ανάγκες της παραγωγής στο συγκεκριμένο τόπο και το συγκεκριμένο χρόνο που μπορεί να γίνουν πολύ πολύτιμη πηγή επιχειρηματικών ιδεών. Και δεν εννοώ μόνο τα spin off, δεν εννοώ μόνο τους τεχνοβλαστούς, εννοώ ότι αν οργανώσουμε καλύτερα και ως πανεπιστήμιο και ως ΕΚΕΤΑ τη διάδοση της γνώσης, αν λειτουργήσει ένα γραφείο διάδοσης των ερευνητικών αποτελεσμάτων που θα κάνει ένα είδος μάρκετινγκ στο χώρο των επιχειρήσεων, τότε μπορεί να προκύπτουν και επιχειρηματικές ιδέες πέραν των τεχνοβλαστών μέσα από την έρευνα. Γιατί θα υπάρχει πάντα ένα υψηλό ποσοστό ακαδημαϊκά προσανατολισμένης έρευνας όχι μόνο βασικής αλλά και εφαρμοσμένης. Οι θύλακες αριστείας γεννιούνται επειδή υπάρχει μια κρίσιμη μάζα διανοητική. Επειδή έχουμε έναν καλό καθηγητή στον τομέα της γενετικής π.χ. ή στον τομέα των χημικών διεργασιών ή στον τομέα των νέων ενεργειακών τεχνολογιών, εκεί δημιουργείται το κίνητρο για να γίνει κάτι. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ανακόψουμε τους θύλακες αριστείας επειδή είμαστε αποσυνδεδεμένοι με το υφιστάμενο μοντέλο παραγωγής. Μπορεί να προκύψουν και αλλαγές στο μοντέλο παραγωγής.

Και επίσης δεν υποτιμούμε καθόλου, εγώ προσωπικά δεν υποτιμώ καθόλου, τη μεταποίηση, τη βιομηχανία. Αλλά δεν πρέπει να περιορίζουμε το ζήτημα μόνο στον τομέα της μεταποίησης. Πιστεύω ότι ο τομέας των υπηρεσιών και κατά το λόγο της συμμετοχής στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν πρέπει να παίξει πάρα πολύ σημαντικό ρόλο και στην καινοτομία. Για παράδειγμα ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων έχει ρόλο να παίξει στο χώρο της καινοτομίας.

Κάναμε μια συζήτηση με το ΣΕΤΕ πριν από λίγες εβδομάδες για την τουριστική εκπαίδευση. Ή για τα ζητήματα που αφορούν νέες μορφές τουριστικών δραστηριοτήτων σε σχέση με την εθνική πολιτική γης. Το να λύσει κανείς το χωροταξικό και πολεοδομικό ζήτημα των τουριστικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα προϋποθέτει έρευνα, έρευνα νομικού, πολεοδομικού και αναπτυξιολογικού χαρακτήρα. Είναι έρευνα και αυτή. Υπάρχει και η έρευνα σε τομείς που δεν είναι τεχνολογικοί με την παραδοσιακή έννοια του όρου.

Τρίτη και τελευταία παρατήρηση: αυτά που είπα για τον ΟΒΙ που τα είπα επίτηδες έντονα γιατί ήξερα τη δεκτικότητα του αγαπητού συναδέλφου στο πανεπιστήμιο Θανάση Καΐση, τα είπα για να τον προκαλέσω γιατί είμαι βέβαιος ότι τώρα θα το λύσει το θέμα αυτό. Πρέπει όμως να τα επεκτείνουμε αυτά και σε άλλους φορείς που διασφαλίζουν την πιστοποίηση και την τυποποίηση. Και ο καθένας ξέρει στον κλάδο του πώς λειτουργεί η πιστοποίηση.

Δηλαδή ότι είπα για τον ΟΒΙ προφανώς ισχύει και για τον ΕΛΟΤ, ισχύει και για άλλους τομείς, αλλά εκεί που θέλουμε βρίσκουμε. Δηλαδή οι νηογνώμονες- για να πάρω ένα παράδειγμα το οποίο είναι κοντά σε αυτά που κάνει ο κ. Γραμμένος- θα έπρεπε να έχουν αναπτυχθεί πολύ περισσότερο στην Ελλάδα. Έχουν όμως αναπτυχθεί, παρά τις περιπέτειες που είχε το αρχικό εγχείρημα, έχουν αναπτυχθεί.

Μπορούμε έτσι να κινηθούμε και σε πολλούς άλλους τομείς, ώστε να αποκτήσουμε τη δυνατότητα να παρέχουμε και τέτοιες υπηρεσίες. Εάν δει κανείς τη συμβολή που έχουν τα δικηγορικά γραφεία και τα ελεγκτικά γραφεία στο κυπριακό ΑΕΠ θα αντιληφθείτε ότι αυτή καθ’ εαυτήν η διαδικασία της πιστοποίησης και του ελέγχου παράγει πλούτο. Άρα οφείλει και αυτή από μόνη της να παράγει καινοτομία. Ευχαριστώ.

 


*Το 11ο Forum της Θεσσαλονίκης οργανώθηκε από τον Σύνδεσμο Βιομηχάνων Βορείου Ελλάδας και το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο (Θεσσαλονίκη, 4-5.6.2007)

 

Tags: Πολιτικές Ομιλίες, 2007Ομιλίες σε Συνέδρια | Ημερίδες | Εκδηλώσεις, 2007