Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2019

 

Ομιλία Ευ. Βενιζέλου στην εκδήλωση του ΚΕΦΙΜ «Παρουσίαση Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας»

 

Το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών είναι πολύ φιλόξενο και ευγενικό, με καλεί συχνά στις εκδηλώσεις του και πραγματικά ευχαριστώ. Χαίρομαι γιατί μου αρέσουν οι συζητήσεις με ανθρώπους που έχουν ιδεολογικές αρχές και καθαρούς στόχους για τους οποίους αγωνίζονται.

Είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέροντες οι δείκτες που έχει αναδείξει το Tax Foundation και έκανε μια γλαφυρή παρουσίαση ο προσκεκλημένος του ΚΕΦΙΜ ο κ. Daniel Bunn προηγουμένως. Μίλησαν επίσης με πολύ ρεαλιστικό και ολοκληρωμένο τρόπο και ο κ. Σκούρας και ο υφυπουργός Οικονομικών ο κ. Σκυλακάκης ο οποίος φέρει ένα σημαντικό τμήμα του βάρους της σύλληψης και της άσκησης της φορολογικής πολιτικής. Άλλωστε όταν είσαι στο Γενικό Λογιστήριο και έχεις την ευθύνη των δαπανών και την ευθύνη της σύνταξης και της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, πρέπει το μυαλό σου να είναι και στα έσοδα, άρα πρέπει να είσαι ιδιαίτερα προσεκτικός και σε σχέση με τη φορολογική πολιτική και σε σχέση με τη φορολογική διοίκηση, αν και οι αρμοδιότητες αυτές ανήκουν σε άλλα πρόσωπα. Μάλιστα σε πολύ μεγάλο βαθμό, οι αρμοδιότητες της φορολογικής διοίκησης ανήκουν στην Ανεξάρτητη Αρχή η οποία έχει συγκροτηθεί και λειτουργεί τα τελευταία χρόνια.

Θα σας μιλήσω από την οπτική γωνία της εμπειρίας και του πραγματισμού. Γιατί πρέπει να έχουμε πλήρη συνείδηση, πλήρη επίγνωση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο κινούμαστε. Θα ξεκινήσω θυμίζοντας μια θεμελιώδη έννοια, την έννοια της δημοσιονομικής και φορολογικής κυριαρχίας. Μήπως και οι 36 χώρες του ΟΑΣΑ, που είναι αντικείμενο της μελέτης του   Tax Foundation αλλά και των μελετών του ίδιου του ΟΑΣΑ και πολλών άλλων οργανισμών, διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα, όπως είναι για παράδειγμα το ΙΟΒΕ, έχουν τον ίδιο βαθμό δημοσιονομικής και φορολογικής κυριαρχίας; Είναι το ίδιο να είσαι και να μην είσαι μέλος της ζώνης του ευρώ; Είναι το ίδιο να είσαι μια χώρα που έχει υπαχθεί σε προγράμματα διάσωσης και δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως η Ελλάδα η οποία παρέμεινε υπό καθεστώς προγραμμάτων από το 2010 τυπικά ως τον Αύγουστο του 2018; Υπάρχουν πολύ μεγάλες διαφορές μεταξύ των υπό έρευνα χωρών .

Είναι η ίδια η φύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολύ περισσότερο της Νομισματικής Ένωσης που επιβάλλει πολύ σημαντικούς περιορισμούς στη δημοσιονομική και τη φορολογική κυριαρχία, διότι τα κράτη – μέλη έχουν υποχρέωση εφαρμογής του δημοσιονομικού συμφώνου, του ανανεωμένου τώρα, από το 2012 και μετά, τελούν υπό καθεστώς πολυμερούς εποπτείας, υπάρχει πολύ αυστηρή διαδικασία ελέγχου του υπερβολικού ελλείμματος. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν είσαι η πλέον ενάρετη δημοσιονομικά χώρα, είσαι καχύποπτη και τελείς υπό έλεγχο και η διαπραγμάτευση ανάμεσα στην κυβέρνησή σου και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η πανηγυρική απόδειξη της μειωμένης κυριαρχίας σου. Όπως έγινε πρόσφατα στην περίπτωση της Ιταλίας και όπως γίνεται με πολλές χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως της Ευρωζώνης.

Θέλω να θυμίσω ότι το 2009 που είχαμε το εξωφρενικό δημοσιονομικό έλλειμμα του 15,7% του ΑΕΠ και το εξωφρενικό πρωτογενές έλλειμμα του 10,5% του ΑΕΠ ,αλλά είχαμε και μη χρηματοδοτούμενο από ένα σημείο και μετά δημόσιο χρέος, είχαμε και έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, 15% έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, η χώρα που ήταν αμέσως μετά από μας, σε υπερβολικό δημοσιονομικό και πρωτογενές έλλειμμα, ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο. Το Ηνωμένο Βασίλειο όμως, είχε το νόμισμά του, είχε την Τράπεζα της Αγγλίας και είχε τη δυνατότητα νομισματικής χρηματοδότησης. Οι χώρες της Ευρωζώνης δεν έχουν ούτε τη δυνατότητα της νομισματικής χρηματοδότησης, η οποία απαγορεύεται ρητά, εδώ απαγορευόταν ρητά μέχρι τις τροποποιήσεις που έγιναν μετά την ελληνική κρίση το ίδιο το «bail out», έπρεπε να καταστραφείς, έπρεπε να πτωχεύσεις, υπήρχε «no bail out clause» στη Συνθήκη. Η ρήτρα αυτή δεν έχει διαγραφεί νομικά, απλώς ερμηνεύεται με διαφορετικό τρόπο μετά την ελληνική περίπτωση και μετά την συγκρότηση του ESM. Άρα έχει πολύ μεγάλη σημασία να μην έχουμε ψευδαισθήσεις ως προς το επίπεδο κανονικότητας στο οποίο έχουμε επανέλθει.

Τώρα έχουμε βγει από την κρίση πολιτικά, έχουμε βγει από την κρίση σε σχέση με τη συμπεριφορά των αγορών, σε σχέση με την αναχρηματοδότηση του χρέους, λαμβανομένου υπόψη του υβριδικού χαρακτήρα του χρέους, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το 80% του ελληνικού χρέους είναι μη εμπορεύσιμο, είναι εκτός αγορών, είναι στα χέρια θεσμικών εταίρων υπό ειδικό καθεστώς. Άρα υπάρχουν μειωμένοι κίνδυνοι της αγοράς ως προς τις εκδόσεις ελληνικών ομολόγων ή πολύ περισσότερο εντόκων γραμματίων που κάνει το Ελληνικό Δημόσιο. Πρέπει να ξέρουμε τι έχει συμβεί.

Αυτό που έχει συμβεί λοιπόν, με την παρέμβαση του 2012, δεν είναι μόνο το κούρεμα που έγινε εφάπαξ, αλλά είναι ένα διαρκές κούρεμα που γίνεται μέσα από την συμβολή του επίσημου τομέα, το OSI, και βεβαίως είναι αυτή η υβριδοποίηση, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω τη λέξη, ο μετασχηματισμός σε υβριδικό του ελληνικού δημοσίου χρέους που είναι μια οντότητα που με όρους παρούσης αξίας, είναι πάρα πολύ μικρότερο από ότι φαίνεται. Είναι ελέγξιμο και αυτό φαίνεται στο κόστος εξυπηρέτησης. Δεν θα μπορούσε να καταρτίσει προσχέδιο προϋπολογισμού ο κ. Σταϊκούρας με τον κ. Σκυλακάκη, εάν δεν είχαμε μειώσει κατά 60% τους ετήσιους τόκους, τους τόκους που συνιστούν ένα πολύ μεγάλο βάρος του κάθε κρατικού προϋπολογισμού.

Είναι επίσης αλήθεια ότι ως χώρα βρισκόμαστε στο πλαίσιο μιας μελέτης βιωσιμότητας του χρέους η οποία βλέπει προς το 2060, προς την πλήρη αποπληρωμή του χρέους, των δανείων που είναι το σημαντικότερο ποσοστό του χρέους. Αυτή η DSA (debt sustainability analysis) βασίζεται σε μια σειρά από προβλέψεις. Η θεμελιώδης πρόβλεψη είναι αυτή που αφορά τον παρανομαστή υο ΑΕΠ , τον μέσο ετήσιο πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης. Η πρόβλεψη αυτή είναι πάρα πολύ μικρή, είναι 1% και οφείλεται, πρωτίστως σε λόγους δημογραφικούς, στη δυσμενή δημογραφική πρόγνωση για την Ελλάδα. Τώρα, μπορεί εμείς να συζητάμε φέτος για 2,8 ρυθμό ανάπτυξης του 2020 επί του οποίου βασίζονται όλες οι υπόλοιπες υποθέσεις και στοχεύσεις του προσχεδίου του προϋπολογισμού, μπορεί το IMF να λέει 2,2, αλλά πίσω από αυτό υπάρχει μια μεσομακροπρόθεσμη πρόβλεψη η οποία λαμβάνει υπόψη της άλλα στοιχεία, χρονοσειρές για την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας επί πολλές δεκαετίες και κυρίως τον δημογραφικό παράγοντα. Αυτό θέλει πολύ δουλειά για να ανατραπεί, δηλαδή να επιτύχεις υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κοντά στο 3% που είπε ο κ. Σκυλακάκης, έστω για μια, δυο, τρεις χρονιές, τις χρονιές που τελειώνει το υπερβολικό, ας το πούμε έτσι, πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% και αρχίζεις να μπαίνεις στον μόνιμο στόχο, στη μόνιμη δέσμευση σου για 2,2-2,4% του ΑΕΠ και αυτό είναι λογικό αν σκεφτείτε ότι παρά το δραστικό κούρεμα των τόκων θέλεις 3,1% του ΑΕΠ για τόκους. Άρα φανταστείτε που πρέπει να κινείται το πρωτογενές πλεόνασμα για να μην σωρεύεις νέο χρέος για λόγους εξυπηρέτησης και αναχρηματοδότησης του χρέους. Το κερδίζεις από τον παρονομαστή βέβαια , το κερδίζεις από τον μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης.

Αλλά φανταστείτε ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε αυτού του είδους τις έμπρακτες υποθέσεις κατά τη διάρκεια της κρίσης και της δημοσιονομικής προσαρμογής; Θα μπορούσαμε να διακινδυνεύσουμε την αποτελεσματικότητα των εσόδων και τον δημοσιονομική στόχο και τη βιωσιμότητα του χρέους και την ύπαρξη της χώρας εντός της Ευρωζώνης και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπό τέτοιες συνθήκες, οι οποίες υπήρχαν και εν μέρει ακόμα υπάρχουν ; Άρα πρέπει να θυμόμαστε που ήμασταν και που είμαστε, έχει αλλάξει το πολιτικό κλίμα, έχει αλλάξει το κοινωνικό κλίμα, έχει αλλάξει το κλίμα στην αγορά αλλά υπάρχουν ορισμένα βαριά στοιχεία τα οποία είναι διαρθρωτικά, τα οποία πρέπει να τα λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη.

Η δε πολιτική του υπερπλεονάσματος, η οποία εφαρμόστηκε συνειδητά από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ , ηταν μια πολιτική αντιαναπτυξιακή, γιατί ο στόχος ήταν να δημιουργηθεί αυτή η υπερβολική επιβάρυνση μέσω της υπερφορολόγησης ενός μικρού τμήματος φορολογικών υποκειμένων, προκειμένου στη συνέχεια ένα μικρό μέρος του προϊόντος του υπερπλεονάσματος να αναδιανέμεται με στόχευση, όχι μόνο κοινωνική αλλά πολιτική και εκλογική. Εφαρμόζεις μια απλοϊκή και σκληρή αναδιανομή έχοντας εξοντώσει την οικονομία μέσω της υπερφορολόγησης και έχοντας πια καθυποτάξει τη μεσαία τάξη μέσω της υπερβολικής φορολόγησης κυρίως της εργασίας -όχι τόσο του κεφαλαίου, όσο της εργασίας -αλλά αυτό βεβαίως πλήττει όλους αυτούς που λέγονται μικρομεσαίοι.

Αυτοί, λοιπόν, γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για φορολογία μιλώντας μόνο για εταιρικό φόρο, φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, φόρο κατανάλωσης, φόρο περιουσίας. Εδώ πρέπει να συνδέσεις τη φορολογική πολιτική και την ασφαλιστική πολιτική γιατί χωρίς τις ασφαλιστικές επιβαρύνσεις δεν έχεις καθαρή εικόνα. Πρέπει να μετρήσεις και την ασφαλιστική επιβάρυνση και αυτό είναι που δίνει τη γνήσια εικόνα . Φαντάζομαι όσοι είστε άνθρωποι της αγοράς θα το γνωρίζετε, ότι αυτό που θέλουν οι επιχειρήσεις, αυτό που θέλουν και οι ελεύθεροι επαγγελματίες είναι, κυρίως την ασφαλιστική ελάφρυνση, πολύ πριν την φορολογική ελάφρυνση, γιατί αυτό είναι το μεγάλο θέμα. Ως εκ τούτου δεν μπορούμε να μιλήσουμε πραγματικά για μια φορολογική πολιτική αν δεν λύσουμε τα τεράστια προβλήματα της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Εδώ ακόμη το πράγμα είναι πάνω στη βράση. Προχθές δημοσιεύτηκαν, με μεγάλη καθυστέρηση, αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας για τον νόμο Κατρούγκαλου. Ακόμη είναι ανοιχτό το ζήτημα του ύψους των αναδρομικών. Πρέπει να λυθούν θέματα που δημιουργούν πολύ μεγάλη αβεβαιότητα, αβεβαιότητα ως προς την βιωσιμότητα του συστήματος και αβεβαιότητα ως προς το βάρος το ασφαλιστικό που επωμίζεται ο καθένας και ιδίως αυτός που το πληρώνει μόνος του. Ο εργαζόμενος υπολογίζει, εντέλει, τις καθαρές αποδοχές του.

Άρα, το μεγάλο μας ζήτημα είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι ακόμα και αν γίνουμε μια απολύτως δημοσιονομικά ενάρετη χώρα, γίνουμε Γερμανία, πάλι θα έχουμε καταναγκασμούς στην κυριαρχία μας λόγω της συμμετοχής μας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Αλλά εδώ υπάρχει και ένα άλλο θέμα τώρα, το οποίο, ας το πούμε καθαρά γιατί δεν πρέπει να εξωραΐζουμε τα πράγματα. Εδώ η Κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά στην εξής ιδιόρρυθμη και πρωτοφανή κατάσταση. Στην πραγματικότητα έχει αναλάβει το βάρος εφαρμογής δυο διαφορετικών πολιτικών. Το βάρος εφαρμογής της δικής της πολιτικής και κάνει προσπάθειες στον χώρο τον εταιρικό, κάποια πράγματα στον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, την ελάφρυνση στον ΕΝΦΙΑ, - που είχε επιβληθεί ως, τελείως, προσωρινός φόρος, αλλά παρέμεινε ως απολύτως μόνιμος, αλλιώς είχε σχεδιαστεί αρχικά εν μέσω κρίσης, υπό άλλες συνθήκες. Όμως πρέπει να εφαρμόσει και την ανάμνηση της πολιτικής της προηγούμενης Κυβέρνησης. Δεσμεύσεις πολύ συγκεκριμένες, οι οποίες αφορούν και το ασφαλιστικό, αφορούν και το αφορολόγητο εισόδημα, αφορούν και κοινωνικές πολιτικές. Τώρα στη Βουλή γίνεται αγώνας, ας πούμε, για το ποιος έχει την πατρότητα της συνταγματικής εγγύησης του εγγυημένου εισοδήματος, είτε του έμμεσου, του κοινωνικού μισθού που έλεγε παλιά ο Ανδρέας Παπανδρέου, είτε βεβαίως της εισοδηματικής ενίσχυσης. Άρα υπάρχουν δυο πολιτικές οι οποίες εφαρμόζονται, εν μέρει, παραλλήλως και αυτό είναι πολύ σοβαρό δημοσιονομικό βάρος.

Ευτυχώς όμως, αυτό που λέγεται ανταγωνιστικότητα, φιλοεπενδυτικό περιβάλλον είναι κάτι πολύ ευρύτερο από την φορολογική πολιτική, ακόμη και πολύ ευρύτερο αθροιστικά από τη φορολογική και την ασφαλιστική επιβάρυνση. Ο ρόλος του Κράτους και της πολιτικής -όσο και αν η αντίληψη περί μικρού κράτους έχει επικρατήσει ρητορικά και είναι αποδεκτή από την κοινωνία, ο καθένας εννοεί διαφορετικά πράγματα βέβαια χρησιμοποιώντας τον ίδιο όρο- είναι καθοριστικός διότι στοιχεία της εθνικής ανταγωνιστικότητας είναι όλα αυτά που αναφέρθηκαν, η πολιτική σταθερότητα, η εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια, οι μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές, η ασφάλεια δικαίου σε σχέση με τις χρήσεις γης, σε σχέση με τον αιγιαλό, την πολιτιστική κληρονομιά κλπ, η λειτουργία των θεσμών- η Δικαιοσύνη είναι ένα ζήτημα πολύ πιο κρίσιμο από ότι μπορεί να φανταστεί κανείς δια γυμνού οφθαλμού. Άλλοι θεσμοί, παράλληλοι, της απονομής της Δικαιοσύνης, η διαιτησία, η διαμεσολάβηση και βέβαια όλα τα άλλα τα οποία μπορούμε να φανταστούμε για να μην επαναλαμβάνω κοινοτοπίες. Αλλά μη νομίζετε ότι δεν πέφτει βάρος και στο ιδιωτικό τομέα, ο ιδιωτικός τομέας δεν κάνει όλα όσα πρέπει να κάνει, η συμβολή του σε διάφορους δείκτες, στον σύνθετο δείκτη καινοτομίας, ας πούμε, είναι πάρα πολύ περιορισμένη. Η συμβολή του δημόσιου τομέα είναι μεγαλύτερη από ότι η συμβολή του ιδιωτικού τομέα, των μεγάλων επιχειρήσεων δηλαδή, που είναι οι έρευνες, οι καινοτομίες, τα νέα προϊόντα, οι πατέντες. Και βέβαια, όταν μιλάμε για επενδύσεις, μιλάμε πάντα για άμεσες ξένες επενδύσεις αλλά αν δεν κινηθεί οριζόντια η ενδογενής, ας το πούμε, επενδυτική δραστηριότητα δεν πρόκειται να καλύψουμε το επενδυτικό κενό. Τώρα έχουνε περάσει 10 χρόνια, έχοντας κάθε χρόνο επενδυτικό κενό στην οικοδομή 20 δισεκατομμύρια σε σχέση με το 2009. 20 δισεκατομμύρια επί 10 χρόνια μας κάνουν 200 δισεκατομμύρια. Αυτό είναι το επενδυτικό κενό. Από κει ξεκινάει. Αυτό πρέπει να καλυφθεί πρώτα, με έναν πολύ απλό υπολογισμό. Γιατί είναι ανοιχτή η συζήτηση για το πόσο είναι το μέγεθος του επενδυτικού κενού που έχει δημιουργηθεί όλη αυτήν την περίοδο και γιατί έχει δημιουργηθεί.

Άρα πιστεύω ότι είναι μια ευκαιρία και το προσχέδιο του προϋπολογισμού και η διαπραγμάτευση με τους εταίρους για το δημοσιονομικό κενό - μου λέει ο κύριος Σκυλακάκης ότι κατέληξε θετικά και ότι δεν υπάρχει δημοσιονομικό κενό άρα είμαστε εντός των στόχων του προγράμματος ενισχυμένης εποπτείας- είναι ζητήματα τα οποία πρέπει να τεθούν μέσα στα ευρύτερα συμφραζόμενά τους, τα οποία δεν απασχολούν χώρες άλλες οι οποίες είναι στον κατάλογο. Σημειωτέον ότι η Ελλάδα όπως θα ακούσατε, είναι 18η στον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων. Οι επιβαρύνσεις είναι στο φόρο κατανάλωσης, στους φόρους περιουσίας και εν μέρη στο εταιρικό φόρο.

Άρα πρέπει να δούμε όλα αυτά τα στοιχεία τα οποία μας βάζουν στη θέση αυτή την τριακοστή, - από πίσω μας είναι όπως ειπώθηκε το Ισραήλ, η Χιλή, η Πορτογαλία, Ιταλία, η Πολωνία, η Γαλλία, μεγάλες οικονομίες, μέλη του G 7 όπως είναι η Ιταλία και η Γαλλία. Επίσης η Χιλή, όπως έλεγα στην κυρία Λιναρδάτου, έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για μας. Γιατί στην τεχνική βοήθεια του ΔΝΤ για τη φορολογική μεταρρύθμιση και τα στελέχη και το παράδειγμα ήταν χιλιανό. Η Χιλή, θεωρείται από την Διεύθυνση Φορολογικής Πολιτικής του ΔΝΤ, υπόδειγμα. Κυρίως στον τομέα της Φορολογικής Διοίκησης και της αποτελεσματικότητας της είσπραξης των δημοσίων εσόδων. Αλλά βλέπεται ότι είναι πίσω από μας στη συνολική επιβάρυνση, άρα, τα πράγματα είναι πάντα πιο σύνθετα από ότι φαίνονται δια γυμνού οφθαλμού και καλό είναι να τα συνεκτιμούμε όλα αυτά και να είμαστε έτοιμοι να καινοτομήσουμε διανοητικά και πολιτικά, λαμβάνοντας υπόψη μας τις πραγματικές δυνατότητες που έχουμε.

Το στοίχημα, νομίζω είναι του 2020, δεν είναι τόσο το να μην προκύψει κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού δημοσιονομικό κενό όσο να επιτευχθεί ο ρυθμός ανάπτυξης. Εάν επιτευχθεί ο ρυθμός ανάπτυξης μπορείς να διαπραγματευτείς με άλλο πνεύμα το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείσαι. Δηλαδή το συνολικό πλαίσιο του δημοσιονομικού χώρου μέσα στον οποίο κινείσαι. Στην πραγματικότητα αλλάζεις τις υποθέσεις της μελέτης βιωσιμότητας του χρέους, άρα αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα. Είναι η περίοδος της consolidation ας πούμε, είναι η περίοδος που πρέπει να αποδείξεις ότι μπορείς να πετύχεις άλλο ρυθμό ανάπτυξης.

Σας ευχαριστώ πολύ.

 

Tags: Φορολογικό Σύστημα | Δημοσιονομική ΠολιτικήΟμιλίες σε Συνέδρια | Ημερίδες | Εκδηλώσεις, 2019