Αθήνα, 20 Μαρτίου 2014

 Ομιλία Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και ΥΠΕΞ Ευ. Βενιζέλου σε Συνέδριο Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής «Από τη λιτότητα στην ανάπτυξη και την ανάκαμψη: αντιμετώπιση των κοινωνικοοικονομικών συνεπειών της κρίσης στην Ελλάδα», (Ζάππειο Μέγαρο, 20.03.2014)

Σας υποδέχομαι με πολύ μεγάλη χαρά εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης και της Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θέλω να συγχαρώ στο πρόσωπό σας, κ. Πρόεδρε, την ομάδα ΙΙΙ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την εξαιρετική ιδέα να διοργανώσει, εδώ στην Αθήνα, αυτή την περίοδο της Ελληνικής Προεδρίας, μια συνάντηση για ένα τόσο κρίσιμο και ευαίσθητο θέμα.

Βιώνουμε την εμπειρία της λιτότητας στην Ελλάδα με ακραίο τρόπο και αυτό που πράγματι αποζητάει η ελληνική κοινωνία, αλλά και κάθε ευρωπαϊκή κοινωνία, είναι η υπέρβαση των πολιτικών λιτότητας και η επάνοδος σε ρυθμούς ανάπτυξης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι κοινωνικοοικονομικές συνέπειες της κρίσης, όπως ακριβώς προσδιορίζεται.

Θα μου επιτρέψετε λοιπόν, αντί άλλων παρατηρήσεων, να σας πω μερικές σκέψεις και από τη δική μου προσωπική εμπειρία τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, γιατί η Ελλάδα λειτουργεί πραγματικά ως εργαστήριο, τόσο της κρίσης, όσο και της επιδιωκόμενης απ’ όλους μας ανάκαμψης και επανόδου σε θετικούς ρυθμούς ανάκαμψης. Επανόδου στην κανονικότητα.

Όπως είναι πλέον προφανές σε όλους, η ευρωζώνη είχε σχεδιαστεί για ομαλές συνθήκες θερμοκρασίας και πιέσεως. Το βασικό χαρακτηριστικό της ζώνης του ευρώ ήταν η αδυναμία πρόβλεψης, αποτροπής και τελικά διαχείρισης της κρίσης, όπως αυτή εξελίσσεται σε παγκόσμιο επίπεδο από το 2007 και μετά.

Αυτά τα σχεδιαστικά, τα διαρθρωτικά προβλήματα της ευρωζώνης και γενικότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχαν ως αποτέλεσμα όταν η κρίση ξέσπασε με επίκεντρο την Ελλάδα στο τέλος του 2009 και στις αρχές του 2010, να προκύψει ένα σχήμα θεσμικά μη προβλεπόμενο από τις συνθήκες, από το κοινοτικό δίκαιο, το σχήμα της τρόικας, καθώς το ΔΝΤ κλήθηκε να αναλάβει ένα πάρα πολύ σημαντικό ρόλο στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης.

Το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, το γεγονός πως η ισχυρή ομάδα των κρατών-μελών της ευρωζώνης, βρέθηκε στην ανάγκη να προσφύγει σε ένα μηχανισμό, όπως το ΔΝΤ αναζητώντας όχι τόσο κεφάλαια, όσο τεχνογνωσία, αποδεικνύει τα προβλήματα που υπήρχαν στο θεσμικό οικοδόμημα και την πολιτική αντίληψη της ευρωζώνης.

Επίσης, για να είμαστε ειλικρινείς, πρέπει να τονίσουμε ότι το γεγονός αυτό δείχνει και μια δυσπιστία που κυριαρχούσε τότε σε πολλές κυβερνήσεις, δυσπιστία ως προς το ρόλο και τις δυνατότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Φτάσαμε έτσι στο σχήμα του μνημονίου, δηλαδή των πολιτικών, οικονομικών και διοικητικών όρων που συνοδεύουν την παροχή βοήθειας προς την Ελλάδα και άλλες χώρες και στο σχήμα της τρόικας, ως ένα σχήμα εποπτείας που υπερβαίνει κατά πολύ το Σύμφωνο Σταθερότητας και τους θεσμικούς μηχανισμούς που προβλέπουν οι συνθήκες.

Η αλήθεια είναι, λοιπόν, ότι αυτά τα τέσσερα δύσκολα χρόνια, η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη σε χώρες, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία, εκδηλώθηκε και εκδηλώθηκε σε πολύ υψηλό οικονομικό επίπεδο. Οικονομικά η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη είναι πρωτοφανής. Το δάνειο προς την Ελλάδα θα υπερβεί τα 240 δισεκατομμύρια ευρώ. Η περικοπή του χρέους ονομαστικά φτάνει τα 125 δισεκατομμύρια και η έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη στήριξη των ελληνικών τραπεζών κινείται σταθερά κάπου ανάμεσα στα 70 και τα 150 δισεκατομμύρια.

Εάν συγκρίνουμε τα ποσά αυτά με τις χρηματοοικονομικές ανάγκες της Ουκρανίας που αναζητά περίπου 35 δισεκατομμύρια ευρώ για να αντιμετωπίσει την κρίση της, καταλαβαίνουμε το μέγεθος του ελληνικού προβλήματος, του προβλήματος της ευρωζώνης, αλλά και το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας και των άλλων οικονομιών της ευρωζώνης, σε σχέση με άλλες περιοχές και άλλες χώρες του κόσμου.

Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, λοιπόν, κινείται σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο από πλευράς οικονομικού μεγέθους, αλλά ταυτόχρονα συνοδεύεται από πολιτικές αντιλήψεις και πολιτικούς όρους, οι οποίοι έχουν πολύ μεγάλο κοινωνικό, αναπτυξιακό και πολιτικό κόστος για τις χώρες που υπόκεινται στα προγράμματα αυτά.

Υπήρχαν εξ αρχής πολύ σοβαρά σχεδιαστικά προβλήματα στα προγράμματα στήριξης, ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδος. Αυτό πλέον ομολογείται από το ίδιο το ΔΝΤ με απολύτως επίσημο τρόπο. Υπήρξαν αποφάσεις, οι οποίες έπρεπε να ληφθούν και ελήφθησαν καθυστερημένα και ανολοκλήρωτα με αδυναμία πλήρους εφαρμογής.

Υπήρχαν και υπάρχουν άδικα στερεότυπα για την Ελλάδα και τις άλλες χώρες του Νότου, της περιφέρειας. Υπάρχει μια συζήτηση διεθνής, άδικη που τροφοδοτείται πολύ καιρό τώρα μέσα από τη δική μας, την ευρωπαϊκή αδυναμία να αντιδράσουμε με ένα τρόπο οργανωμένο, συστηματικό, οριστικό, αποτελεσματικό.

Και βέβαια, για να φτάσω στα θέματα που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, ως θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αλήθεια είναι ότι πάρα πολύ συχνά κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε απαιτήσεις των εταίρων μας και δανειστών μας, απαιτήσεις της τρόικας που αντιβαίνουν στο ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο, στο κοινοτικό κεκτημένο, στην αντίληψη περί ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, σε κανόνες ή σε οδηγίες του soft low που απορρέουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, από το Συμβούλιο της Ευρώπης, από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας.

Η διαπραγμάτευση δεν ήταν ποτέ εύκολη, γιατί ακόμη και πράγματα αυτονόητα, πράγματα προφανή, όπως η εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου, έπρεπε να τεθούν υπό διαπραγμάτευση και να επιβεβαιωθούν μετά από πολύ κόπο και με μεγάλες καθυστερήσεις.

Οι κοινωνικές επιπτώσεις είναι εμφανείς. Στην Ελλάδα έχουμε μια σωρευτική ύφεση τα τελευταία χρόνια, μεγαλύτερη απ’ αυτή που είχε προβλεφθεί από τους σχεδιαστές του προγράμματος, η οποία φτάνει περίπου στο 25% του ΑΕΠ.

Υπάρχει μια μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, η οποία κατά τους υπολογισμούς του ΔΝΤ φτάνει περίπου το 11%, αλλά η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν κοινωνικές ομάδες που έχουν μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους κατά 35%.

Έχουμε νέες μορφές φτώχειας, οι οποίες είναι άκρως απειλητικές. Έχουμε πολύ σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές που έχουν αλλάξει την αγορά εργασίας και το ασφαλιστικό σύστημα, αλλά εκεί που καταργούμε αγκυλώσεις, αδικαιολόγητα προνόμια, εκεί που συγκρουόμαστε με παλιές συντεχνιακές και κρατικιστικές αντιλήψεις, εκεί δίπλα υπάρχουν δίκαια αιτήματα, εύλογες αξιώσεις των πολιτών ή κοινωνικών ομάδων που ζητούν το αυτονόητο, ζητούν την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου.

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να εφαρμόζεις ταυτόχρονα ένα εντυπωσιακά φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, εφαρμόζοντας μέτρα λιτότητας, μέτρα περιορισμού των εισοδημάτων, ή αύξηση της φορολογίας και ταυτόχρονα, ένα εξίσου φιλόδοξο και εντυπωσιακό πρόγραμμα διαρθρωτικής προσαρμογής, μεγάλων θεσμικών αλλαγών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, για την απελευθέρωση επαγγελμάτων για το άνοιγμα της αγοράς. Γιατί η κοινωνία όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με μέτρα λιτότητας, δεν μπορεί να στηρίξει, όπως θα έκανε κάτω από άλλες συνθήκες, φιλόδοξες και αναγκαίες πολιτικές διαρθρωτικών αλλαγών και εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης, αλλά και των ίδιων των συνθηκών λειτουργίας της αγοράς.

Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα, όπως ξέρετε, εμφανίζει τώρα 4 χρόνια μετά, εντυπωσιακά αποτελέσματα χάρη στις θυσίες του ελληνικού λαού. Ξεκινήσαμε από ένα πρωτογενές έλλειμμα, πρωτογενές έλλειμμα, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, το 2009 που ξεπερνούσε το 12% του ΑΕΠ και έχουμε φτάσει τώρα σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα που ξεπερνά το 1,5% του ΑΕΠ.

Αυτό σημαίνει ότι, με όρους πρωτογενούς ελλείμματος, πρωτογενούς πλεονάσματος, έχουμε πετύχει μια δημοσιονομική προσαρμογή που σε απόλυτους αριθμούς φτάνει περίπου τα 28 δισεκατομμύρια ευρώ, τις 13,5 περίπου μονάδες του ΑΕΠ.

Αλλά για να το πετύχουμε αυτό, η χώρα έλαβε μέτρα που ξεπερνούν τα 80 δισεκατομμύρια ευρώ. Άρα αντιλαμβάνεστε πόσο μεγάλος κόπος χρειάζεται, πόσες θυσίες χρειάζονται προκειμένου να επιτευχθεί αυτή η πρωτοφανής, η εντυπωσιακή δημοσιονομική προσαρμογή.

Τώρα, ακόμη και το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένου του κόστους εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους, ακριβώς επειδή πετύχαμε την αναδιάρθρωσή του, τη μείωσή του, επειδή πετύχαμε σημαντική μείωση των επιτοκίων και του κόστους εξυπηρέτησης, τώρα λοιπόν ακόμη και το δημοσιονομικό μας έλλειμμα, κινείται καθαρά κάτω από το όριο του 3%, στο 2,1%.

Και παρά την κριτική που ασκείται στη χώρα, ή τις αμφιβολίες που υπάρχουν, οι διαρθρωτικές αλλαγές στους μεγάλους τομείς, είναι εμφανείς. Το πιο εντυπωσιακό είναι το μέγεθος του κράτους, όταν μετριέται ως ύψος δημόσιας δαπάνης για τις ανάγκες χρηματοδότησης του κράτους και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Αυτές οι δαπάνες στην Ελλάδα βρίσκονται τώρα στο επίπεδο του 35% του ΑΕΠ. Από την άποψη αυτή, η Ελλάδα είναι ένα από τα μικρότερα σε μέγεθος κράτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην ευρωζώνη.

Τώρα σας υποδεχόμαστε στην Αθήνα, στην Ελλάδα, δυο μέρες μετά τη συμφωνία με την τρόικα, με τους θεσμικούς μας εταίρους, για την είσοδό μας στην τελική φάση του προγράμματος που μας οδηγεί στην οριστική έξοδο από την κρίση και το μνημόνιο. Μας οδηγεί στην επιστροφή στην κανονικότητα μιας ευρωπαϊκής χώρας, μιας χώρας μέλους της ζώνης του ευρώ, που είναι θεσμικά ισότιμη και, καλώς ή κακώς, αυτή η θεσμική ισοτιμία, η κυριαρχία των κρατών, μετριέται σε πολύ μεγάλο βαθμό με την ικανότητά τους να μετέχουν στις διεθνείς αγορές και να δανείζονται με φυσιολογικούς όρους στις διεθνείς αγορές.

Το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε είναι πάρα πολύ σημαντικό, είναι πραγματικά μια τομή, μία στροφή, γιατί έχει γίνει πλέον οριστικά αποδεκτό και από τους εταίρους μας, την ευρωζώνη, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΔΝΤ, ότι η Ελλάδα ούτε χρειάζεται, ούτε μπορεί να λάβει νέα δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας.

Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό μήνυμα για τον ελληνικό λαό, αλλά και όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Χάρη στο μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα, που το διαθέτουμε σε σημαντικό βαθμό για την εξυπηρέτηση των μεγάλων στόχων του προγράμματος, μπορούμε να αρχίσουμε σταδιακά την αποκατάσταση αδικιών και να ενισχύσουμε τα μέτρα προστασίας της κοινωνικής συνοχής, βοηθώντας ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες. Οικογένειες χωρίς εισόδημα, με πολλά παιδιά, ανασφάλιστους υπερήλικες, μακροχρόνια ανέργους χωρίς την αναγκαία στήριξη από το κράτος, αστέγους. Να αντιμετωπίσουμε φαινόμενα απόλυτης φτώχειας. Ταυτόχρονα, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα που είναι πλήρως ανακεφαλαιοποιημένο, ισχυρό, έχει τώρα την υποχρέωση να βοηθήσει την επιχειρηματικότητα, την απασχόληση, την πραγματική οικονομία.

Και ξέρουμε πως πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στην ολοκλήρωση των διαρθρωτικών αλλαγών, κυρίως σε σχέση με τη δημόσια διοίκηση, αλλά και την απελευθέρωση της αγοράς, ώστε να λειτουργούν συνθήκες πλήρους ανταγωνιστικότητας.

Τα επόμενα βήματά μας έχουν ήδη προδιαγραφεί από τη συμφωνία μας με τους εταίρους μας. Το ελληνικό δημόσιο χρέος έχει πολύ μεγάλες ιδιομορφίες. Είναι ένα χρέος το 80% του οποίου κατέχεται από τους θεσμικούς μας εταίρους, από τις χώρες της ευρωζώνης, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το ΕSM και το ΔΝΤ. Μόνο 20% του χρέους είναι διαπραγματεύσιμο στις διεθνείς αγορές. Η διάρθρωσή του είναι εντυπωσιακά καλή. Κατ’  επανάληψη ο ίδιος ο Γενικός Διευθυντής του ESM, o κ. Klaus Regling, με τον οποίο είχαμε υπογράψει το μεγάλο δάνειο προς την Ελλάδα, όταν ήμουνα Υπουργός Οικονομικών, έχει εξηγήσει γιατί το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι απολύτως βιώσιμο και μικρότερο ως μέγεθος από το δημόσιο χρέος πολλών άλλων κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν το εξετάζουμε με όρους net present value, καθαράς παρούσης αξίας.

Η Ελλάδα είναι έτοιμη να επανέλθει στις αγορές. Στην πραγματικότητα δεν αποχώρησε ποτέ από τις αγορές. Είναι πάντα παρούσα μέσω των εντόκων γραμματίων του ελληνικού δημοσίου, αλλά θα επανέλθουμε και με τη μορφή άλλων προϊόντων, γιατί έχουμε τη δυνατότητα να το κάνουμε αυτό μέσα στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο.

Έχουν, συνεπώς, διαμορφωθεί οι δημοσιονομικές και χρηματοοικονομικές προϋποθέσεις της ανάκαμψης. Δεν είχαμε τη δυνατότητα να ακολουθήσουμε άλλο σχέδιο. Οι θεσμικοί μας εταίροι, τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μας επέβαλαν αυτό το σχέδιο. Μπορεί να μην είχαν υπολογίσει σωστά τις συνέπειες, ιδίως τις κοινωνικές και αναπτυξιακές συνέπειες, αλλά δεν είχαμε καλύτερη λύση, υπό συνθήκες που ήταν συνθήκες ακραίας κρίσης και κινδύνου ασύντακτης χρεοκοπίας.

Βεβαίως, αυτό που επείγει και είναι πάντα η πρώτη μας προτεραιότητα είναι τα μέτρα ανάσχεσης της ανεργίας. Τα μέτρα προστασίας της κοινωνικής συνοχής. Αλλά δεν θα έχουμε αποτέλεσμα σε σχέση με το κορυφαίο ζήτημα που είναι η ανεργία και ιδίως η ανεργία των νέων, εάν δεν αλλάξει το κλίμα, η ατμόσφαιρα, εάν δεν υπάρξει ασφάλεια και αισιοδοξία. Γιατί μόνο μέσα από την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, τις επενδύσεις σε όλα τα επίπεδα επιχειρήσεων, επενδύσεις ενδογενείς, ελληνικές και ξένες, θα μπορέσουμε να πάμε εκεί που θέλουμε, δηλαδή σε ισχυρούς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και σε δημιουργία θέσεων εργασίας.

Αυτά τα λέμε και τελειώνω, λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές για το νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το μεγάλο μας ερώτημα είναι εάν μπορεί να υπάρξει μια νέα αφήγηση για την Ευρώπη. Δηλαδή εάν μπορεί να υπάρξει μια απάντηση στις κοινωνίες που ταυτίζουν την Ευρώπη με τις πολιτικές λιτότητας, με την ύφεση και την ανεργία, γιατί υπάρχουν τέτοιες κοινωνίες στην Ευρώπη.

Η νέα γενιά των Ευρωπαίων πολιτών φοβάται ότι δεν θα είναι η γενιά των δικαιωμάτων, αλλά θα είναι μια γενιά που δεν θα βρίσκει «μια θέση κάτω από τον ήλιο» της ευρωπαϊκής ηπείρου.

Οι εκδοχές του ευρωσκεπτικισμού αυξάνουν. Έχουμε ριζοσπαστικό, δήθεν αριστερό ευρωσκεπτικισμό, που τελικά καταλήγει να είναι κρατικιστικός και εθνικιστικός, γιατί πολύ συχνά πηγαίνουμε από τον ευρωσκεπτικισμό στον οικονομικό εθνικισμό. Έχουμε εθνικές στρατηγικές, οι οποίες είναι πάντα παρούσες, ανεξάρτητα από ποια κυβέρνηση είναι στην εξουσία σε κάθε κράτος.

Η συζήτηση για την αρχή της επικουρικότητας αρχίζει να γίνεται ξανά με περίεργους όρους, γιατί στο ερώτημα εάν θέλουμε λιγότερη Ευρώπη ή περισσότερη Ευρώπη, η εύκολη απάντηση είναι ότι θέλουμε μια άλλη καλύτερη Ευρώπη, αλλά αυτό πώς εξειδικεύεται όταν έχεις μπροστά σου συγκεκριμένες αντιλήψεις;

Πράγματι, θέλουμε μια άλλη Ευρώπη, μια Ευρώπη των αξιών, μια Ευρώπη που έχει συνείδηση της ιστορίας της, μια Ευρώπη ανταγωνιστική, μια Ευρώπη ευαίσθητη, μια Ευρώπη πλουραλιστική, μια Ευρώπη που είναι η καλύτερη περιοχή του κόσμου. Αλλά η Ευρώπη μικραίνει πληθυσμιακά, χάνει βαθμούς ανταγωνιστικότητας. Δεν είναι το κέντρο του κόσμου πλέον.

Οι κρατούσες αντιλήψεις θεωρούν ότι θα φτάσουμε σε αυτή την άλλη Ευρώπη μέσα από τρία, κυρίως, βήματα που γίνονται. Το ένα είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στον τομέα των υπηρεσιών, στη βιομηχανία. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συζητά σήμερα για την βιομηχανική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Το προηγούμενο είχε συζητήσει για την ανταγωνιστικότητα στον τομέα των υπηρεσιών. Αλλά όλες αυτές οι προτάσεις που συνοψίζονται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, είναι συμβατικές. Δεν συνιστούν μια γοητευτική, ανατρεπτική προσέγγιση που να μπορούμε να την παρουσιάσουμε στους λαούς μας, στους πολίτες μας.

Το δεύτερο βήμα είναι η Τραπεζική Ένωση. Κάτι το οποίο είναι πολύ σημαντικό, αλλά συζητάμε για τον ενιαίο μηχανισμό εποπτείας και για τον ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης, αλλά δεν συζητάμε για τον ενιαίο μηχανισμό προστασίας των καταθέσεων, ούτε για ενιαία επιτόκια δανεισμού επιχειρήσεων. Μια μικρομεσαία επιχείρηση στην Ελλάδα δανείζεται με επιτόκια 7% ακριβότερα από ότι μια γερμανική επιχείρηση. Άρα έχουμε συγκλονιστικές διαφορές στο κόστος δανεισμού και στο κόστος της ενέργειας, επίσης. Και βέβαια, το τρίτο βήμα είναι η εμβάθυνση γενικά της οικονομικής διακυβέρνησης, μέσα από τους διάφορους μηχανισμούς που υπάρχουν, αλλά δεν υπάρχει ακόμη μια ολοκληρωμένη απάντηση στα μεγάλα ερωτήματα, τα οποία τα αναφέρω ως τίτλους, γιατί πρέπει να απασχολήσουν την ευρωπαϊκή συζήτηση τώρα, πριν από τις εκλογές.

Τίποτα δεν θα γίνει εάν δεν μιλήσουμε σοβαρά για τους ίδιους πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν το ύψος του κοινοτικού προϋπολογισμού είναι αυτό που είναι. Συγκροτήθηκε η Επιτροπή Bondi. Υπάρχουν αρκετές χώρες που αποδέχονται το φόρο στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, ως πηγή άντλησης ιδίων πόρων, αλλά μια σοβαρή ευρωπαϊκή πολιτική συζήτηση γι’ αυτό, η αλήθεια είναι ότι δεν γίνεται. Χρειαζόμαστε μια οριστική λύση στο πρόβλημα του δημοσίου χρέους των κρατών μελών για να σπάσει ο φαύλος κύκλος.

Το ελληνικό δημόσιο χρέος, ναι, είναι μεγάλο. Είναι 320 δισεκατομμύρια ως απόλυτο μέγεθος. Το γερμανικό είναι 2 τρισεκατομμύρια 600 δισεκατομμύρια, το γαλλικό 2 τρισεκατομμύρια 200 δισεκατομμύρια, το ιταλικό 2 τρισεκατομμύρια 100 δισεκατομμύρια. Οι τρεις χώρες μόνο έχουν 7 τρισεκατομμύρια χρέος. Το ελληνικό είναι 320 δισεκατομμύρια ως ευρωπαϊκό μέγεθος. Δεν αναζητώ τώρα μια τεχνική λύση, τι θα γίνει με την αμοιβαιοποίηση του χρέους ή με τα ευρωομόλογα. Πάντως αυτό είναι ένα θέμα.

Το τρίτο μεγάλο βήμα είναι αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ. Είναι η αναστήλωση της ιδέας του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους. Μπορούμε να έχουμε ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος χωρίς δημογραφική και δημοσιονομική απειλή; Μπορεί η Ευρώπη να ενσωματώσει στο μοντέλο ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητάς της οριστικά ένα υψηλό επίπεδο προστασίας του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους; Αυτό είναι ένα θέμα, στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε οριζόντια, πανευρωπαϊκά, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να ξαναγυρίσουμε στην Ευρώπη των αξιών, όπως είπα, και να βοηθήσουμε την Ευρώπη να λειτουργήσει ως μια πραγματική πολιτική οντότητα.

Κάτι που, όπως δείχνει η κρίση στην Ουκρανία, είναι δύσκολο. Δεν υπάρχουν ούτε οι σχεδιασμοί, ούτε οι μηχανισμοί που θα μας επέτρεπαν να λειτουργήσουμε με την αποτελεσματικότητα που πρέπει ως μια ισχυρή πολιτική οντότητα που υπερβαίνει το άθροισμα των κρατών - μελών.

Με αυτές τις σκέψεις, οι οποίες είναι προφανείς για σας, θέλω να σας καλωσορίσω. Να ευχηθώ καλή επιτυχία στις εργασίες σας και να σας ευχαριστήσω γιατί είχατε την τόσο ωραία ιδέα και πρωτοβουλία να οργανώσετε αυτή τη συνάντηση, γι’ αυτό το θέμα, αυτή τη στιγμή, εδώ στην Ελλάδα. Σας ευχαριστώ πολύ.


 

Deputy Prime Minister and Foreign Minister Venizelos’ speech at the European Economic and Social Committee conference entitled “From Austerity to Growth and Recovery: overcoming the socio-economic consequences of Greece's Crisis” (Zappeion, 20 March 2014)

 

It is a great pleasure to welcome you on behalf of the Greek government and the Hellenic Presidency of the Council of the European Union. I want to congratulate, in your person, Mr. President, Group III of the European Economic and Social Committee on the excellent idea of holding – here in Athens, during the Hellenic Presidency – a meeting on such a critical and sensitive issue.

We are experiencing austerity in Greece in an extreme manner, and what Greek society longs for, like every European society, is to get past austerity policies and return to growth, so that the socio-economic repercussions of the crisis can be confronted.

So you will allow me, in lieu of other observations, to share a few thoughts from my own personal experience during the difficult years of the crisis, because Greece really is functioning as a laboratory, not only for the crisis, but also for the recovery we are all pursuing and a return to positive growth rates. The return of normalcy.

As is now obvious to everyone, the eurozone was designed for normal conditions of temperature and pressure. The basic characteristic of the eurozone was the inability to foresee, to avert, and, ultimately, to manage the crisis as it evolved on a global level from 2007 on.

These planning, structural problems of the eurozone and of the European Union more generally resulted – when the crisis broke out in late 2009-early 2010, with Greece at the epicenter – in a configuration that was not provided for institutionally by the treaties, by community law: the configuration of the troika, as the IMF was called upon to take on a very important role in the heart of the European Union and the eurozone.

The fact that the European Union, the fact that the powerful group of the member states of the eurozone, was in a situation where it needed to have recourse to a mechanism like the IMF, seeking not so much capital as know-how, points up the problems that existed in the eurozone’s institutional architecture and political thinking.

Moreover, to be frank we have to stress that this fact also points to a lack of confidence prevailing in many governments at the time: lack of confidence in the role and capabilities of the European Union. So we arrived at the configuration of the memorandum; that is, of the political, economic and administrative conditions that accompany the provision of assistance to Greece and other countries. And we arrived at the troika, as an oversight configuration that greatly exceeds the Stability Pact and the institutional mechanisms provided for by the treaties.

So the truth is that, during these four difficult years, European solidarity with countries like Greece, Portugal, Ireland and Spain was shown at a very high economic level. Economically, this European solidarity is unprecedented. The loan to Greece will exceed €240 billion. The nominal haircut of the debt comes to €125 billion, and the European Central Bank’s show of support for Greek banks ranges between 70 and 150 billion euros.

If we compare these sums to the financial needs of Ukraine, which needs some €35 billion to deal with its crisis, we understand the magnitude of the Greek problem, the eurozone’s problem, as well as the size of the Greek economy and the other eurozone economies in comparison to other regions and countries of the world.

So European solidarity is at a very high level in economic terms, but at the same time it is accompanied by political outlooks and political conditions that have a great social, development and political cost for the countries in these programmes.

From the outset, there were very serious planning problems in the support programmes, especially in the case of Greece. The IMF now admits this, officially. There were decisions that needed to be taken, but they were late in coming and incomplete, and they could not be fully implemented.

There were and are unfair stereotypes regarding Greece and the other countries of the South, the periphery. There is an unfair international debate that has been fueled for some time now by our inability, the European inability, to react in an organized, systematic, definitive, effective manner.

And of course, to get to the issues of particular interest to the European Economic and Social Committee, as an EU institutional organ, the truth is, we were often called upon to deal with demands from our partners and lenders; troika demands that conflict with European community law, with the community acquis, with the perception of the European social state, with rules or directives of soft law deriving from the European Union, from the Council of Europe, from the International Labour Organization.

The negotiations were never easy, because even things that were self-evident, things that were obvious, like the implementation of the community acquis, had to be negotiated and reconfirmed via great efforts and after great delays

The social repercussions are manifest. In recent years, we have had a cumulative recession greater than that projected by the planners of the programme: a recession of about 25% of GDP.

There is a reduction in disposable income, estimated by the IMF at about 11%. But the truth is, there are social groups that have lost 35% of their disposable income.

We have new forms of poverty, which are extremely menacing. We have major structural changes that have altered the job market and the insurance system. But where we do away with entanglements, unjust privileges – where we clash with old guild or statist outlooks – side by side we have just demands, reasonable claims of citizens or social groups seeking the obvious, seeking the implementation of the community acquis.

It is exceedingly difficult to simultaneously implement an extremely ambitious fiscal adjustment programme – implementing austerity measures, income reduction measures, tax increases – and at the same time implement an equally ambitious structural adaptation programme, major institutional changes for strengthening competitiveness, for deregulating professions and opening up the market. Because when society is facing austerity measures, it cannot bear – as it would do under other circumstances – ambitious and necessary policies for structural changes and modernization of public administration and the conditions under which the market itself functions.

Nevertheless, Greece, as you know, is now – four years later – showing impressive results, thanks to the sacrifices of the Greek people. We started with a primary deficit, without taking into account the cost of servicing the debt, of over 12% of GDP in 2009, and we have now achieved a primary surplus of over 1.5% of GDP.

This means that, in terms of primary deficit/primary surplus, we have achieved a fiscal adjustment that, in absolute numbers, comes to about €28 billion, about 13.5 GDP points.

But to achieve this, the country took over €80 billion in measures. So you can see how much work was required, how many sacrifices had to be made in order to achieve this unprecedented, impressive fiscal adjustment.

Now, even Greece’s fiscal deficit – including the cost of servicing the public debt, precisely because we succeeded in having it restructured, reduced, because we managed to secure a significant reduction in interest rates and servicing costs – is under the 3% (of GDP) ceiling, at 2.1%.

And despite the criticism being leveled at the country, or the doubts that exist, the structural changes in major sectors are clearly visible. The most impressive is the size of the state, when measured as the amount of public expenditure for the needs of funding the state and the wider public sector.

These expenditures in Greece are now at about 35% of GDP. From this perspective, Greece is one of the smallest states in the European Union and the eurozone.

We are now receiving you in Athens, in Greece, two days after the agreement with the troika, with our institutional partners, on our entry into the final stage of the programme, which will take us to a definitive exit from the crisis and the memorandum. It leads us to our return to the normalcy of a European country, a member state of the eurozone that is institutionally equal. And, for better or for worse, this institutional equality, the sovereignty of states, is measured to a great extent by the ability to participate in the international markets and borrow on normal terms on the international markets.

We are at a very important point right now. It is truly a turning-point, because it has now been definitively accepted by our partners – the eurozone, the European Central Bank, the European Commission, the IMF – that Greece neither needs nor can take new fiscal austerity measures.

This is a very important message for the Greek people, as well as for all European societies. Thanks to the large primary surplus, which we are using, to a great extent, to serve the major goals of the programme, we can gradually start to redress the injustices and strengthen the measures for preserving social cohesion, helping vulnerable social groups: families without income, with a lot of children; uninsured elderly persons; long-term unemployed that don’t have the necessary support of the state; the homeless. We can start to deal with the phenomenon of destitution. At the same time, the Greek banking system, which is fully recapitalized, strong, now has the obligation to help entrepreneurship, employment, the real economy.

And we know that we need to turn our attention to the completion of the structural changes, mainly with regard to public administration, and the deregulation of the market, so that they can function under conditions of full competitiveness.

Our next steps have already been determined by our agreement with our partners. The Greek public debt has many special characteristics. 80% of this debt is held by our institutional partners, by the countries of the eurozone, by the European Central Bank, the ESM and the IMF. Only 20% of the debt is negotiable on the international markets. It is extremely well structured. Klaus Regling, the Managing Director of the European Stability Mechanism – with whom we signed the major loan for Greece, when I was Finance Minister – has repeatedly explained why the Greek public debt is fully sustainable and smaller in size than the public debts of many other EU member states, when we look at it in terms of net present value.

Greece is ready to return to the markets. In reality, it never left the markets. It is always present through Greek treasury bills, but we will return in the form of other products, because we have the potential to do this through the institutional framework in effect.

Thus, the fiscal and financial conditions for recovery have been shaped. We didn’t have the option of following another plan. Our institutional partners, the institutional organs of the European Union, imposed this plan on us. They may have miscalculated the consequences – particularly the social and development consequences – but we didn’t have a better solution under the given conditions, which were conditions of extreme crisis and risk of a disorderly default.

Of course, what is most urgent, what is always our top priority, is the measures for containing unemployment. The measures for preserving social cohesion. But we will not get results on the number-one issue – which is unemployment, and youth unemployment in particular – if the atmosphere does not change; if there isn’t security and optimism. Because it is only through the growth of entrepreneurship, investments on all levels of businesses, domestic investments – Greek and foreign – that we will be able to get where we want go: strong growth rates and the creation of new jobs.

We are saying this a few weeks before the elections for the new European Parliament. Our big question is whether there can be a new narrative for Europe. That is, whether there can be a response to the societies that identify Europe with austerity policies, with recession and unemployment, because there are such societies in Europe.

The young generation of European citizens fears that it will not be the generation of rights, but a generation that will not find a place in the sun of the European continent.

The versions of Euroscepticism are multiplying. We have radical, supposedly leftist, Euroscepticism, which, in the end, comes down to being statism and nationalism, because we very often go from Euroscepticism to economic nationalism. We have national strategies that are always present, regardless of what government is in power in a given state.

The debate on the principle of subsidiarity is starting again on odd terms, because the easy answer to the question of whether we want less Europe or more Europe is, we want a better Europe. But how do you work this out in greater detail when you are faced with certain mindsets.

In fact, we do want another Europe: a Europe of values, a Europe with a historical conscience, a sensitive Europe, a pluralistic Europe, a Europe that is the best region in the world. But Europe is shrinking in population, losing competitiveness points. It is no longer the center of the world.

The prevailing outlook is that we will reach this other Europe via three main steps that are being taken. One is the strengthening of competitiveness in the services and industry sectors. Today, the European Council is discussing Europe’s industrial competitiveness. The previous European Council discussed competitiveness in the services sector. But all of these proposals, which are summarized in the Stability and Growth Pact, are conventional. They do not comprise an attractive, innovative approach that we can present to our peoples, to our citizens.

The second step is the Banking Union, which is very important. However, we are talking about the single supervisory mechanism and the single resolution mechanism, but we are not talking about the single deposit guarantee scheme or single interest rates for loans to businesses. An SME in Greece borrows at an interest rate 7% higher than a German business. So we have stark differences in the cost of borrowing, as well as in the cost of energy.

And of course the third step is the general deepening of economic governance, through the various mechanisms that exist. But there is still not a comprehensive response to the big questions, which I will outline, because they have to be dealt with in the European debate now, before the elections.

Nothing will be achieved if we don’t have a serious discussion about the European Union’s own resources; if the community budget remains at its current level. The Project Bond initiative was put together. There are a number of countries that accept the tax on financial transactions as a source of own resources, but the truth is, a serious European political discussion on this is not taking place. To break the vicious cycle, we need a definitive solution to the problem of the public debt of member states.

Yes, the Greek public debt is large. It is €320 billion as an absolute value. Germany’s is €2.6 trillion, France’s is €2.2 trillion, Italy’s is €2.1 trillion. Just three countries have a debt of €7 trillion. The Greece debt is €320 billion. I’m not seeking a technical solution now, what’s going to happen with debt reciprocity or with the euro bonds. But this is an issue.

The third major step is what interests us here. It is the restoration of the idea of the European social state. Can we have a European social state without a demographic and fiscal threat? Can Europe definitively incorporate a high level of protection of the European social state into its model for growth and competitiveness? This is an issue that requires a horizontal, pan-European response, because that is the only way we can return to the Europe of values, as I said, and help Europe to function as a real political entity.

As the crisis in Ukraine shows, this is easier said than done. There is neither planning nor mechanisms that would enable us to function with the effectiveness of a powerful political entity that is greater than the sum of its member states.

It is with these thoughts – which are obvious to you – that I would like to welcome you, wish you every success in your proceedings, and thank you for having the wonderful idea and initiative to organize this meeting on this very issue, at this very moment, here in Greece.

Thank you very much. 

12-14 Μαΐου 2024: Η καμπύλη της Μεταπολίτευσης (1974-2024)



Σχετικό link https://ekyklos.gr/ev/849-12-14-maiou-2024-i-kampyli-tis-metapolitefsis-1974-2024.html 

5-7 Νοεμβρίου 2023. Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΤΑ VΙΙ: Ασυμμετρίες και εθνική ατζέντα

Περισσότερα …

2.5.2023, Ch. Dallara - Ευ. Βενιζέλος: "Ελληνική κρίση: Μαθήματα για το μέλλον"

https://ekyklos.gr/ev/839-ch-dallara-ev-venizelos.html 

Περισσότερα …

Ευ. Βενιζέλος, Μικρή εισαγωγή στο Σύνταγμα και στο Συνταγματικό Δίκαιο, ebook

Περισσότερα …

Πρακτικά του συνεδρίου "Δικαιοσύνη: Η μεταρρύθμιση μιας εξουσίας και η αφύπνιση μιας ιδέας", ebook, 2022

Περισσότερα …

Εκδοχές Πολέμου 2009 - 2022, εκδ. Πατάκη

Περισσότερα …

23.9.2020 Ο Παύλος Τσίμας συζητά με τον Ευάγγελο Βενιζέλο | Η Ελλάδα Μετά IV: Μετά (; ) την πανδημία 

https://vimeo.com/461294009

6.6.2019 Αποχαιρετιστήρια ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στην Ολομέλεια της Βουλής

https://vimeo.com/340635035

13.2.2019, Ευ. Βενιζέλος Βουλή: Οδηγούμε τη χώρα σε θεσμική εκκρεμότητα, κολοσσιαίων διαστάσεων

https://vimeo.com/316987085

20.12.2018, Ομιλία Ευ. Βενιζέλου στην παρουσίαση του βιβλίου «Η Δημοκρατία μεταξύ συγκυρίας και Ιστορίας» 

https://vimeo.com/307841169

8.3.2018, Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στη Βουλή κατά τη συζήτηση επί της πρότασης της ΝΔ για τη σύσταση Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης 

https://vimeo.com/259154972 

21.2.2018, Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου για την υπόθεση Novartis | "Πάρτε το σχετικό"

https://vimeo.com/256864375