20 Μαϊου 2005
Η Βουλή να αποφασίσει για τις λευκές ψήφους
[Mετά την ανατροπή της πάγιας και σχεδόν ομόφωνης νομολογίας]
του Ευ. Βενιζέλου
H κριτική που διατυπώνεται έως τώρα στην πρόσφατη απόφαση του ΑΕΔ που ελήφθη με οριακή πλειοψηφία 6-5 ως προς τις λευκές ψήφους και την κατανομή εδρών στη μείζονα εκλογική περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, εστιάζεται στα ακόλουθα σημεία:
Πρώτον, στη διαπίστωση ότι το ΑΕΔ ανέτρεψε τη σχετική πάγια και σχεδόν ομόφωνη νομολογία του (βλ. π.χ. την απόφαση 35/1999 για το ίδιο θέμα).
Δεύτερον, στη διαπίστωση ότι το ΑΕΔ για πρώτη φορά κρίνει ως αντισυνταγματική μία θεμελιώδη και μόνιμη ρύθμιση του εκλογικού συστήματος της χώρας, ενώ η σχετική πάγια νομολογία του εκλογοδικείου του Συντάγματος του 1952 και μετά το 1975 του ΑΕΔ αναγνωρίζει στον εκλογικό νομοθέτη πάντα ευρεία διακριτική ευχέρεια. Ο εκλογικός δικαστής απέφυγε έως τώρα, με ευλάβεια θα λέγαμε, να κρίνει ως αντισυνταγματική και να παραμερίσει μία ρύθμιση και μάλιστα θεμελιώδη της εκλογικής νομοθεσίας.
15 Μαΐου 2005
Η συζήτηση για το Πανεπιστημιακό Άσυλο δεν πρέπει ποτέ να γίνεται εν θερμώ. Πρόκειται για ένα ζήτημα που αξιώνει υπεύθυνη και συναινετική αντιμετώπιση στο πλαίσιο μιας σοβαρής και ειλικρινούς ακαδημαϊκής και πολιτικής συζήτησης. Αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει επί πραγματικών δεδομένων, χωρίς μύθους και παρεξηγήσεις.
Καταρχάς το πρόβλημα δεν είναι νομικό. Η Ελλάδα είναι- αν όχι η μόνη- μία από τις ελάχιστες χώρες που έχουν νομοθετικά ρυθμισμένο πανεπιστημιακό άσυλο. Ο νόμος πλαίσιο για τα Α.Ε.Ι. του 1982 ορίζει και οριοθετεί το Πανεπιστημιακό Άσυλο ως θεσμική εγγύηση που περιβάλλει την ακαδημαϊκή ελευθερία. Άρα το άσυλο προστατεύει την πανεπιστημιακή κοινότητα διδασκόντων και διδασκομένων, την ελευθερία της διδασκαλίας και της έρευνας. Το άσυλο συνεπάγεται την απαγόρευση επέμβασης της δημόσιας δύναμης στους χώρους των Α.Ε.Ι. χωρίς άδεια της Συγκλήτου ή σε έκτακτες περιστάσεις του Πρύτανη. Καμιά όμως άδεια δεν απαιτείται όταν τελούνται αυτόφορα κακουργήματα ή ακόμη και πλημμελήματα κατά της ζωής. Συνεπώς ο νόμος προβλέπει κριτήρια, προϋποθέσεις και ρήτρες ασφαλείας.
Μάιος 2005
Η αντιπροσωπευτική και πιο συγκεκριμένα η κοινοβουλευτική δημοκρατία βασίζεται στην αρχή της ελεύθερης εντολής και στο δικαίωμα της κατά συνείδηση γνώμης και ψήφου του κάθε βουλευτή. Θεωρητικά ο βουλευτής δεν δεσμεύεται ως προς την ψήφο του ούτε απέναντι στους εκλογείς του (αλλιώς η εντολή του θα ήταν δεσμευτική και ανακλητή) ούτε απέναντι στο κόμμα του.
Αυτό όμως το θεωρητικό σχήμα έχει μεταβληθεί με την πάροδο των χρόνων μέσα από την εξέλιξη της ίδιας της κοινωνίας και μέσα από τη συγκρότηση των σύγχρονων πολιτικών συστημάτων που βασίζονται στην ύπαρξη και τη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων.
1 Απριλίου 2005
1. Η Κυβέρνηση επένδυσε πολλά στην υπόθεση του λεγόμενου «βασικού μετόχου», δηλαδή σε ένα νόμο που άνοιξε δήθεν το μέτωπο με τη διαπλοκή. Η επιλογή όμως της κυβέρνησης ήταν και είναι αμιγώς επικοινωνιακή. Στόχος της κυβέρνησης δεν ήταν η πραγματική αλλαγή των καταστάσεων στους τομείς των δημοσίων συμβάσεων και των ΜΜΕ, αλλά η δημιουργία της εντύπωσης ότι τίθενται υπό έλεγχο κάποια μεγάλα συμφέροντα. Αυτά που η κυβέρνηση θέλησε να αναγορεύσει ως «αντίπαλα», προφανώς σε σχέση με άλλα που θεωρεί ως «φιλικά».
Απρίλιος-Ιούνιος 2005
Ευάγγελος Βενιζέλος
Η συνταγματική συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η θεσμική ισοτιμία των κρατών – μελών
Η Συνθήκη για το Σύνταγμα της Ευρώπης τέθηκε υπό κύρωση με το συνηθισμένο στην Ένωση τρόπο. Αφέθηκε δηλαδή σε κάθε κράτος μέλος να προσδιορίσει το χρόνο της κύρωσης μέσα σε διάστημα δύο ετών και ανετέθη στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να ασχοληθεί με τυχόν εμπλοκή, εάν μέχρι τον Οκτώβριο του 2006 η Συνθήκη έχει κυρωθεί από τα τρία πέμπτα των κρατών- μελών, αλλά ένα ή περισσότερα κράτη-μέλη αντιμετωπίζουν δυσκολίες (δήλωση υπ’ αριθμόν 30 προσαρτημένη στη Συνθήκη).
Η μέθοδος αυτή αναγνωρίζει κάτι το προφανές, ότι δεν υπάρχει ένας «ευρωπαϊκός δήμος», ένα ενιαίο ευρωπαϊκό εκλογικό σώμα και ένα ενιαίο ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα. Θα μπορούσε όμως αναμφίβολα να προβλεφθεί ότι η κυρωτική διαδικασία διεξάγεται, όπως προβλέπει το εθνικό σύνταγμα κάθε κράτους-μέλους (κοινοβουλευτικά, δημοψηφισματικά ή μεικτά), αλλά ταυτόχρονα, δηλαδή την ίδια π.χ. εβδομάδα, όπως συμβαίνει και για στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η απουσία μιας τέτοιας ρύθμισης φαίνεται τώρα να θίγει τη θεσμική ισοτιμία των κρατών-μελών, καθώς το γαλλικό και το ολλανδικό όχι φέρνουν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση όλες τις χώρες μέλη που δεν έχουν ακόμη ολοκληρώσει τις κυρωτικές διαδικασίες και βλέπουν καθοριστικές αποφάσεις για την πορεία της Ένωσης να λαμβάνονται ή μάλλον να προκαταλαμβάνονται από πολύ περιορισμένο τμήμα των ευρωπαίων πολιτών. Αυτό πρέπει σίγουρα να ληφθεί υπόψη στη μεγάλη συζήτηση που ανοίγει τώρα για το μέλλον πορεία της Ένωσης. Είναι πάντως δεδομένη η θεσμική ανισότητα που υπάρχει μεταξύ των κρατών- μελών που ήδη κύρωσαν ή απέρριψαν την Συνθήκη και αυτών που καλούνται να προβούν στη διαδικασία κύρωσης (ή απόρριψης) μετά την κρίση που προκάλεσαν τα δύο ηχηρά όχι.
27 Μαρτίου 2005
Η σχέση των συνταγμάτων των κρατών-μελών με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, πρωτογενές αλλά και παράγωγο, απασχόλησε από τη δεκαετία του '60 τόσο το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσο και τα συνταγματικά ή τα ανώτατα δικαστήρια των κρατών-μελών. Το ΔΕΚ θεμελίωσε την άμεση εφαρμογή και την υπεροχή του κοινοτικού δικαίου στην ίδια του τη φύση: Στο πλαίσιο της κοινοτικής έννομης τάξης η ανώτατη βαθμίδα κατέχεται από το πρωτογενές δίκαιο της Ενωσης.
27 Μαρτίου 2005
1. Είμαι ιδιαίτερα υπερήφανος για την πρωτοβουλία να διεκδικήσει η Θεσσαλονίκη την EXPO και βαθιά απογοητευμένος από την εξέλιξη της προσπάθειας. Το παράδειγμα όμως της ΕΧΡΟ δείχνει το δρόμο. Ένα σχέδιο για τη Θεσσαλονίκη χρειάζεται όραμα, τεκμηρίωση, ευρεία συναίνεση εξωστρέφεια και αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της πόλης. Χρειάζεται όμως και ισχυρή πολιτική υποστήριξη, όχι μόνο σε τοπικό, αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Και μάλιστα στον υψηλότερο δυνατό βαθμό, δηλαδή από τον ίδιο τον εκάστοτε Πρωθυπουργό.
27 Μαρτίου 2005
1. Το Σύνταγμα είναι από τη φύση του νόμος αυξημένης τυπικής ισχύος, αλλά γενικός και λιτός ως προς τη διατύπωσή του. Φιλοδοξεί να ρυθμίσει τα πιο σημαντικά ζητήματα με τη μεγαλύτερη νομική δύναμη και για το μεγαλύτερο δυνατό χρονικό διάστημα. Για τον λόγο αυτό οι συνταγματικές διατάξεις συνοδεύονται από ρητή ή υπονοούμενη επιφύλαξη υπέρ του νόμου, που καλείται να εξειδικεύσει τις γενικές συνταγματικές ρυθμίσεις.
19 Μαρτίου 2005
Η Ελλάδα θα κυρώσει σε λίγες εβδομάδες τη Συνθήκη για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα και θα είναι έτσι μία από τις πρώτες χώρες-μέλη της Ένωσης που ολοκληρώνουν τη σχετική διαδικασία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κύρωση του Ευρωπαϊκού συντάγματος είναι μία εύκολη υπόθεση.
Είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί επαναδιαπραγμάτευση με ορισμένα κράτη-μέλη, όπως άλλωστε έγινε και στο παρελθόν με τροποποιήσεις των ιδρυτικών συνθηκών. Ήδη οι οιωνοί που έρχονται από την Πολωνία δεν είναι θετικοί. Το ενδιαφέρον είναι όμως ότι το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα άρχισε να παράγει πολιτικές και εμμέσως νομικές συνέπειες από την υπογραφή της Συνθήκης και πολύ πριν αυτό αρχίσει να ισχύει. Αυτό οφείλεται τόσο στη διαδικασία παραγωγής του μέσω της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης και όχι απευθείας μέσω μιας Διακυβερνητικής Διάσκεψης, όσο και στο βαρύ συμβολισμό του όρου Σύνταγμα που αποτυπώνει την πολιτική βούληση των κρατών-μελών να κάνουν ένα μεγάλο και αποφασιστικό βήμα προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και πιο συγκεκριμένα προς την κατεύθυνση της πολιτικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης.
18 Μαρτίου 2005
Η απόφαση της Βουλής για το επίδομα «προσαρμογής» των τέως βουλευτών στη νέα τους κατάσταση ήταν πολλαπλά ατυχής: Εξέθεσε τη Βουλή, τους βουλευτές και το κοινοβουλευτικό πολίτευμα στην οξύτατη κριτική των μέσων ενημέρωσης. Δημιούργησε την εντύπωση ότι η Βουλή κινείται με συντεχνιακά κριτήρια. Προκάλεσε συγκρίσεις με το μέσο επίπεδο αμοιβών και συντάξεων και αναζωπύρωσε την αίσθηση ότι οι βουλευτές έχουν προνόμια που δεν δικαιολογούνται από το λειτούργημά τους. Αυτή η αλυσίδα αντιδράσεων προκλήθηκε για λόγους τόσο ουσιαστικούς όσο και διαδικαστικούς.