15 Ιουνίου 2008
Η οικονομική κρίση είναι πολιτική
του Ευ. Βενιζέλου
Η «οικονομική και περιβαλλοντική» κρίση είναι ένας κομψός όρος πίσω από τον οποίο κρύβονται το καθημερινό άγχος και η ανασφάλεια του Έλληνα πολίτη που νιώθει να απειλείται από παντού. Ο πολίτης ζει στο επίκεντρο μιας πολύπλευρης κρίσης που ναι μεν έχει διεθνείς διαστάσεις, επιδεινώνεται όμως σοβαρά για καθαρά εγχώριους λόγους και εκδηλώνεται στο δικό του προσωπικό, οικογενειακό, αλλά και επιχειρηματικό επίπεδο.
Η περιβαλλοντική κρίση, είναι τελικά κρίση του μοντέλου ανάπτυξης, δηλαδή θεμελιώδης διάσταση της οικονομικής κρίσης. Η οικονομική κρίση στην καθημερινή ζωή του πολίτη είναι συνώνυμη της ακρίβειας. Η ακρίβεια είναι αφενός μεν αποτέλεσμα της αισχροκέρδειας και της «καρτελοποίησης» της αγοράς, αφετέρου δε συνέπεια της εισοδηματικής ανεπάρκειας και ανισότητας. Η ακρίβεια δεν αφορά όλους εξίσου. Θίγει πρωτίστως τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Ο πληθωρισμός του φτωχού, αλλά και μεσαίου νοικοκυριού είναι πολύ υψηλότερος του επίσημου.
Ο πολίτης τα εισπράττει όλα αυτά ως αδυναμία του κράτους και άρα του πολιτικού συστήματος να προβλέψει, να αποτρέψει ή έστω να διαχειριστεί την κρίση. Η κρίση μετατρέπεται σε πολιτική, σε κρίση νομιμοποίησης της κυβέρνησης, αλλά και του πολιτικού συστήματος, γενικά.
Η χώρα στερείται σχεδίου. Η κυβέρνηση βαδίζει στα τυφλά. Η διαχειριστική της ανεπάρκεια είναι προφανής. Μια απογοητευμένη και απαισιόδοξη χώρα δύσκολα μπορεί να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της. Απαιτούνται άλλου τύπου –πιο γενναίες, πιο δίκαιες, πιο διορατικές και πιο συστηματικές– δημόσιες πολιτικές. Μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική, ένα σύγχρονο, ανταγωνιστικό, κοινωνικά δίκαιο, «πράσινο», μεταβιομηχανικό μοντέλο ανάπτυξης που να βασίζεται στο τρίπτυχο: Σύγχρονη δυναμική οικονομία – Κοινωνία συνοχής – Περιβαλλοντική ευαισθησία και διορατικότητα.
Το πρόβλημα δεν βρίσκεται όμως στις ιδέες. Ολοι μιλούν για «πράσινο» μοντέλο ανάπτυξης, για ενεργειακό σχεδιασμό με έμφαση στις ΑΠΕ, για επώνυμα αγροτικά προϊόντα υψηλής ποιότητας, για νέες μορφές τουριστικών υπηρεσιών, για τη σημασία του τομέα των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορίας, για την ανάγκη υποστήριξης της καινοτομίας και της έρευνας, για τη σημασία του διανοητικού κεφαλαίου και άρα της εκπαίδευσης μέσα σε μία παγκόσμια κοινωνία της γνώσης.
Το ζήτημα βρίσκεται στην πολιτική αποφασιστικότητα και στη νομοθετική και διοικητική αποσαφήνιση και διευκόλυνση των στόχων αυτών.
Αρα το οικονομικό και περιβαλλοντικό, δηλαδή το αναπτυξιακό πρόβλημα της χώρας είναι πρόβλημα κυρίως πολιτικό. Μόνο με πολιτικές πρωτοβουλίες μπορεί να συναφθεί η αναγκαία και ισορροπημένη Εθνική, Κοινωνική, Αναπτυξιακή και Περιβαλλοντική Συμφωνία.
Στο πλαίσιο μιας τέτοιας συμφωνίας το κράτος μπορεί π.χ. να εγγυηθεί:
- Την απλούστευση, την κωδικοποίηση και τη σταθερότητα της νομοθεσίας στον βαθμό που το επιτρέπει το ευρωπαϊκό κοινωνικό δίκαιο. Μιας νομοθεσίας που θα διέπεται «οριζόντια» από τη λογική του νέου μοντέλου ανάπτυξης.
- Τη συμφιλίωση της δημόσιας διοίκησης με την έννοια της επιχειρηματικότητας, με χαρακτηριστικά σημεία τις διαδικασίες ίδρυσης επιχειρήσεων και αδειοδότησης των δραστηριοτήτων τους.
- Ένα σταθερό και νομικά ασφαλές χωροταξικό και πολεοδομικό πλαίσιο.
- Την αλλαγή στον χώρο της δικαιοσύνης με απλούστευση των δικονομικών διαδικασιών και εισαγωγή εναλλακτικών δυνατοτήτων, όπως οι διαιτησίες με τη συνεργασία των επιμελητηρίων και των δικηγορικών συλλόγων.
- Τη δραστική μείωση του «διοικητικού κόστους» που επιβαρύνει την τιμή των προϊόντων και των υπηρεσιών.
- Μια Εθνική Συμφωνία Φορολογικής Εμπιστοσύνης, με ένα απλό και διαφανές φορολογικό σύστημα χωρίς τις αγκυλώσεις ενός Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων που αγνοεί τις σύγχρονες επιχειρηματικές πρακτικές. Ενα σύστημα που λειτουργεί ως μηχανισμός κινήτρων υπέρ της «πράσινης» ανάπτυξης, της καινοτομίας και της έρευνας.
- Ένα σύγχρονο ρυθμιστικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της «καρτελοποίησης» και της «στεγανοποίησης» μεγάλων τομέων της αγοράς με στόχο την προστασία του καταναλωτή και των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων.
- Ένα πλέγμα πρακτικών μέτρων για τη στήριξη της μικρής και μεσαίας επιχείρησης με τη συνεργασία κράτους και τραπεζικού συστήματος.
- Δραστική αύξηση των κονδυλίων για την έρευνα και την τεχνολογία.
- Ένα Ταμείο Υποστήριξης της Νέας Γενιάς, των νέων επιστημόνων, επαγγελματιών και επιχειρηματιών στο ξεκίνημά τους, σε συνεργασία με το τραπεζικό σύστημα, υπό την εγγύηση του κράτους. Παράλληλο μέτρο είναι η πλήρης φορολογική απαλλαγή για τα πέντε πρώτα χρόνια.
- Ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα για όσους έχουν πραγματική ανάγκη, μέσω των Δήμων, με υπολογιζόμενο δημοσιονομικό κόστος, ύψους περίπου 0,4% του ΑΕΠ που μεταφέρεται στη ζήτηση. Από τη δική του πλευρά ο επιχειρηματικός κόσμος οφείλει να αποδείξει την κοινωνική και περιβαλλοντική του ευθύνη. Αυτό αφορά π.χ.:
- Την επιχειρηματική ευθύνη για την ποιότητα και την υγιεινή όλων των αγαθών.
- Την αυστηρή εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
- Τη διαφανή παρουσίαση των στοιχείων κόστους και της εξέλιξης των τιμών από τον παραγωγό στον καταναλωτή σε σύγκριση με τα αντίστοιχα στοιχεία στις αγορές των άλλων κρατών - μελών της Ε.Ε.
- Τη συμμετοχή στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των ολιγοπωλιακών καταστάσεων και των εναρμονισμένων πρακτικών.
- Την ανάληψη συγκεκριμένων δεσμεύσεων για την πραγματοποίηση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
- Την ανάληψη συγκεκριμένων δεσμεύσεων για την αύξηση της ιδιωτικής δαπάνης στον τομέα της έρευνας και της τεχνολογίας.
- Την καλόπιστη συμμετοχή στον κοινωνικό διάλογο και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
- Την πιστή εφαρμογή της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας.
Μια τέτοια Συμφωνία μπορεί να είναι κρίσιμο βήμα προς την αύξηση της εθνικής ανταγωνιστικότητας, προς ένα σύγχρονο και λειτουργικό κράτος που λειτουργεί ως συγκριτικό πλεονέκτημα υπέρ της οικονομίας και της κοινωνίας.
* Άρθρο Ευ. Βενιζέλου στην Καθημερινή της Κυριακής, 15 Ιουνίου 2008