Τετάρτη, 23 Νοεμβρίου 2011


Ομιλία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου στην συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής με θέμα τον Προϋπολογισμό του 2012

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ο Προϋπολογισμός του 2012 είναι η πρώτη μεγάλη νομοθετική και πολιτική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης του κ. Λουκά Παπαδήμου, μετά την πανηγυρική θετική ψήφο εμπιστοσύνης που παρέσχε η Βουλή των Ελλήνων στην παρούσα Κυβέρνηση.

Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία στήριξης της Κυβέρνησης αποτυπώνει την ανάγκη που έχει η χώρα να ανασυγκροτηθεί, να διαμορφώσει ένα κλίμα εθνικής συνοχής και κοινωνικής συναίνεσης, αλλά και πολιτικής συνευθύνης, χωρίς το οποίο δεν μπορούμε να φέρουμε σε πέρας αυτή την δύσκολη ιστορική αποστολή που έχουμε: Να διαχειριστούμε την πρωτοφανή κρίση, να μειώσουμε τις κοινωνικές και αναπτυξιακές επιπτώσεις της κρίσης αυτής, να απαλύνουμε τον πόνο που νοιώθουν οι πολίτες, οι οποίοι υφίστανται σκληρές περικοπές στο εισόδημά τους, αλλά και τις προοπτικές τους και να ξαναδώσουμε στη χώρα, μια αίσθηση αισιοδοξίας. Το δικαίωμα να ελπίζει, την βεβαιότητα πως υπάρχει ένα εθνικό σχέδιο που είμαστε ικανοί ως Έλληνες να υπηρετήσουμε, πως υπάρχει μια επόμενη ημέρα που μπορεί να ξημερώσει, πως δεν είμαστε σε ένα αδιέξοδο, όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο, αλλά και σε γενικότερο ευρωπαϊκό επίπεδο. Γιατί δυστυχώς, τα ευρωπαϊκά και τα διεθνή συμφραζόμενα βαίνουν επιδεινούμενα και αυτό το καταλαβαίνει ο Έλληνας πολίτης, ο οποίος έτσι φοβάται περισσότερο και ελπίζει λιγότερο.


Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημά μας. Ένα στοίχημα εθνικό, ένα στοίχημα που δεν έχει κανένα από τα παλιά γνωστά πολιτικά και κομματικά χαρακτηριστικά. Όσοι μένουν εγκλωβισμένοι σ’ αυτή την παλιά αντίληψη της κομματικής αντιπαράθεσης, του κομματικού πατριωτισμού και της κομματικής στόχευσης, φοβούμαι ότι δεν έχουν αντιληφθεί σε ποιο σημείο βρισκόμαστε, ποιες απειλές υφιστάμεθα, πόσο δύσκολος είναι ο διεθνής συσχετισμός δυνάμεων, πόσο ανελέητη είναι η σύγκρουση μεταξύ κρατών και διεθνών οργανισμών από την μια μεριά και της περιβόητης αγοράς από την άλλη μεριά και πιο συγκεκριμένα των αρρύθμιστων οντοτήτων της διεθνούς αγοράς. 

Το γεγονός ότι ο Προϋπολογισμός του 2012 για πρώτη φορά μετά από 36 χρόνια, κατατίθεται από μια Κυβέρνηση που έχει αυτή την πολιτική φυσιογνωμία και θα ψηφισθεί από μια τόσο μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είναι ένας θετικός οιωνός, είναι ένα μήνυμα σοβαρότητας που εκπέμπει η χώρα μας στο εξωτερικό και πρέπει να το εκπέμψει καθαρά, να μην το θολώνει για άλλους λόγους. Καθώς η αποκατάσταση της διεθνούς αξιοπιστίας της χώρας, η βεβαιότητα των συνομιλητών μας ότι υπάρχει συνέχεια στο ελληνικό κράτος είναι κάτι πολύ σημαντικό για την ολοκλήρωση του ισχύοντος προγράμματος προσαρμογής και στήριξης της ελληνικής οικονομίας και για την συμφωνία γύρω από το νέο πρόγραμμα, που σημαίνει πάρα πολλά για τη χώρα, για την οικονομία, για τον κάθε πολίτη.

Άρα, η ψήφιση αυτού του Προϋπολογισμού είναι μια πράξη όχι απλά και μόνο συμβολική, είναι μια πράξη η οποία εκπέμπει ισχυρά μηνύματα και προς την ελληνική κοινωνία και προς την διεθνή κοινότητα, προς τους θεσμικούς μας εταίρους και προς την διεθνή οικονομική κοινότητα, που είναι ανήσυχη, δύσπιστη, αναπαράγει διαρκώς αρνητικά στερεότυπα για την Ελλάδα, αναζητά άλλοθι, χρησιμοποιεί εύκολα προσχήματα και ένα τέτοιο εύκολο πρόσχημα είναι η Ελλάδα, γιατί δυστυχώς έχουμε δώσει διαχρονικά το δικαίωμα να μας χρησιμοποιούν έτσι. Ο λαός, λοιπόν, περιμένει να πιαστεί από κάπου και το γεγονός ότι έχουμε έναν τέτοιο Προϋπολογισμό με αυτά τα δημοσιονομικά, αλλά και τα πολιτικά χαρακτηριστικά, μπορεί υπό προϋποθέσεις να σημαίνει πολλά για τη χώρα. Πρέπει να κάνουμε έτσι τα πράγματα, ώστε ο Προϋπολογισμός αυτός να σημαίνει πολλά για τη χώρα.

Τι είναι ο Προϋπολογισμός; Προϋπολογισμός είναι οι πίνακες; Είναι η εισηγητική έκθεση; Ο Προϋπολογισμός είναι η συγκεφαλαίωση όλων των πολιτικών, όλων των αποφάσεων, όλων των δύσκολων πρωτοβουλιών, που οδήγησαν στην καθοριστική απόφαση της 26ης Οκτωβρίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και βεβαίως, η συγκεφαλαίωση των πολιτικών που απορρέουν από την απόφαση αυτή και η εφαρμογή των οποίων συνιστά αμετάθετη προϋπόθεση για την εφαρμογή της απόφασης της 26ης Οκτωβρίου.

Άρα, ο Προϋπολογισμός συγκεφαλαιώνει τις διαρθρωτικές αλλαγές, όλα όσα ισχύουν, όλα όσα συνιστούν προτεραιότητα μας σύμφωνα με το πρόγραμμα στήριξης και προσαρμογής, όλα όσα σχετίζονται με την δημόσια διοίκηση, με την αναδιάρθρωση των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, το νέο βαθμολόγιο και μισθολόγιο, την εργασιακή εφεδρεία, την αξιολόγηση των υπηρεσιών και του προσωπικού της δημόσιας διοίκησης, την αλλαγή στο επιχειρηματικό περιβάλλον, την αλλαγή στο εθνικό φορολογικό σύστημα με συμφωνημένο συναινετικό τρόπο. Όλα όσα η χώρα έπρεπε να έχει θέσει σε κίνηση εδώ και πάρα πολλά χρόνια, που συνιστούν μια δική μας οικειοθελή επιλογή και όχι μια υπαγορευμένη έξωθεν πολιτική, όλα όσα θα μπορέσουν να πείσουν τους Έλληνες ότι έχουμε εθνική στρατηγική αναδιάρθρωσης και ανασυγκρότησης της χώρας.

Σε αυτό περιλαμβάνεται και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, μέσα σε δύσκολες συνθήκες, με μια αγορά, η οποία είναι αδρανής, με έλλειψη εμπιστοσύνης στη χώρα και το πρώτο που έχουμε να κάνουμε είναι να ανασυστήσουμε την αγορά αυτή και με τη βοήθεια των θεσμικών μας εταίρων, αλλά και όλων των δυνάμεων του Ελληνισμού, όπως είναι, για παράδειγμα, η ελληνική ναυτιλία ή ο απόδημος ελληνισμός.

Και βεβαίως, ο Προϋπολογισμός συγκεφαλαιώνει τη δημοσιονομική προσαρμογή. Δημοσιονομική προσαρμογή, που ξεκίνησε από ένα δημοσιονομικό έλλειμμα 36 δισ. ευρώ το 2009, από ένα πρωτογενές έλλειμμα 24 δισεκατομμυρίων το 2009, για να φτάσουμε τώρα στα πρόθυρα ενός δημοσιονομικού ελλείμματος το 2012, 5,4% του ΑΕΠ, από το 15,7%, δηλαδή σε μια προσαρμογή με όρους δημοσιονομικού ελλείμματος, 10 ποσοστιαίων μονάδων και σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο θα είναι, έστω 1,1%, αλλά 1,1%, με θετικό πρόσημο, εφ' όσον γίνουν όλα όσα έχουμε πει.

Και έχουμε πει πολλές φορές ότι ενώ οι διαρθρωτικές αλλαγές είναι μια οικειοθελής επιλογή, η ταχύρρυθμη δημοσιονομική προσαρμογή, η τόσο φιλόδοξη, η τόσο πιεστική, που ξεκινάει με ύφεση από το 2008 και διεξάγεται υπό συνθήκες σωρευτικής ύφεσης το 2008, το 2009, το 2010, το 2011 και το 2012, είναι μια επιλογή η οποία προέρχεται κατά βάση από τη σχέση μας με τους δανειστές μας, από το συσχετισμό δυνάμεων με τους δανειστές μας και από το απλό γεγονός ότι όταν δανείζεσαι υπό πιεστικούς και επείγοντες όρους δεν έχεις περιθώρια να διαπραγματευθείς τις συνθήκες της δημοσιονομικής προσαρμογής, ακόμη και εάν ξέρεις ότι υπάρχουν μακροοικονομικές προγνώσεις, οι οποίες είναι εσφαλμένες, και δημοσιονομικοί στόχοι, οι οποίοι αντιβαίνουν με τα συμφέροντα της πραγματικής οικονομίας.

Αλλά τίποτα δεν είναι πιο συμφέρον και πιο ζωτικό για την εθνική οικονομία συνολικά, άρα και για την πραγματική οικονομία, από τη δημοσιονομική επιβίωση της χώρας, από τη μη κατάρρευση της χώρας, από την αποφυγή της χρεοκοπίας, από τη διατήρηση της χώρας στη ζώνη του ευρώ, από την προστασία του τραπεζικού συστήματος, από την προστασία των καταθέσεων, από την προστασία ενός επιπέδου ζωής που μειώνεται, αλλά που δεν καταστρέφεται. Γιατί είναι άλλο οι θυσίες, οι συνέπειες, οι επιπτώσεις, οι πιέσεις, οι εντάσεις, οι διαμαρτυρίες και άλλο η καταστροφή η οικονομική της χώρας, που θα τη γυρίσει δεκαετίες πολλές πίσω.

Είπα και στην ομιλία μου στις προγραμματικές δηλώσεις ότι δεν υπάρχουν στο πολιτικό σύστημα οι καλοί και οι κακοί, οι υφεσιακοί και οι αναπτυξιακοί, οι ευαίσθητοι και οι ανάλγητοι. Υπάρχουν οι υπεύθυνοι και αυτοί που συνειδητοποιούν με καθυστέρηση την ανάγκη της ευθύνης. Άρα, εδώ υπάρχει η ανάγκη να είμαστε όλοι υπεύθυνοι, να σηκώσουμε το βάρος αυτού του σταυρού –χρειάζονται πολλοί Κυρηναίοι για να σηκωθεί το βάρος αυτού του σταυρού- και πρέπει να πούμε την αλήθεια στον ελληνικό λαό.

Το πολιτικό στοίχημα της χώρας είναι ταυτόσημο με το εθνικό. Το πολιτικό και εθνικό στοίχημα θα το κερδίσουν αυτοί που λένε την αλήθεια. Η πολιτική είναι αυτή που ξέρει ο κόσμος, θα συνεχιστεί μέχρι τις εκλογές και μετά τις εκλογές και πρέπει να πούμε ποια θα είναι η προοπτική και η ελπίδα μετά τις εκλογές. Η προοπτική και η ελπίδα θα είναι αυτή που απορρέει από τη δραστική μείωση του βάρους του δημόσιου χρέους κατά 100 δισ. ευρώ, από τη μείωση του δηλαδή κατά 47 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, από τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, μια βιωσιμότητα παραδεκτή από τους διεθνείς οργανισμούς και τις αγορές, από την αλλαγή των επιπέδων ρευστότητας, από την ανασυγκρότηση του τραπεζικού συστήματος που θα μπορέσει πάλι να λειτουργήσει μέσα στην αγορά υπέρ των πολιτών, υπέρ της ανάπτυξης, υπέρ της απασχόλησης. Εάν, λοιπόν, δεν γίνουν αυτά που έχουμε να κάνουμε, δεν θα ανοίξει ξανά το παράθυρο ευκαιρίας για τη χώρα, δεν θα ορθοποδήσουμε, δεν θα δώσουμε κυρίως στους νέους Έλληνες, στα παιδιά μας, την ελπίδα που δικαιούνται.

Εάν, όμως, αυτή η κυβέρνηση τώρα, η κυβέρνηση Παπαδήμου, με τη συμφωνία και τη συνεργασία των κομμάτων και με αίσθημα εθνικής συνευθύνης ολοκληρώσει αυτά που έχουμε κάνει και που έχουμε σχεδιάσει και που τώρα βρίσκονται στην πιο κρίσιμη φάση τους, θα ανοίξει η ελπίδα σε όλα τα επίπεδα. Θα μπορέσουμε ξανά να μιλήσουμε για επενδύσεις, για δημιουργία θέσεων εργασίας, για αποκατάσταση σταδιακά, αργά, αλλά για αποκατάσταση μέρους των απωλειών στο εισόδημα, αλλά ο κόσμος θέλει περισσότερο ασφάλεια, προοπτική, καθαρό πλαίσιο και λιγότερο υποσχέσεις εισοδηματικού χαρακτήρα.

Είναι πολύ απλά τα πράγματα, πάρα πολύ απλά. Είναι απολύτως αναγκαίο να συμφωνήσουμε στα θεμελιώδη και θα συμφωνήσουμε, γιατί όταν έχεις μπροστά σου μια πραγματικότητα και όταν η πραγματικότητα αυτή αποτυπώνεται σε αριθμούς, όταν έχεις ένα συσχετισμό που τον βλέπεις να εξελίσσεται με ανάγλυφο τρόπο καθημερινά, δεν μπορείς ούτε να εξωραΐζεις ούτε να συγκαλύπτεις την πραγματικότητα.

Υπάρχουν, βεβαίως, ερωτήματα εύλογα. Κατά τη γνώμη μου το κολοσσιαίο ερώτημα είναι γιατί δεν κάναμε εξαρχής τη δραστική μείωση του ονομαστικού βάρους του χρέους. Αυτό είναι ένα καλό ερώτημα για τους εταίρους μας, γιατί θα μπορούσε πράγματι αυτό να έχει γίνει το 2010, το 2009, το 2008, αλλά βλέπετε, έπρεπε να ωριμάσουν οι συνθήκες και έπρεπε να απαντήσουμε σε μια πάρα πολύ απλή, σκληρή, κατανομή ευθύνης.

Μας είπαν, ούτε λίγο ούτε πολύ: «Δείξτε ότι μπορείτε να μειώσετε το έλλειμμα, κάντε τη δημοσιονομική προσαρμογή σε επίπεδο ελλείμματος και θα έρθει η στιγμή που θα κάνουμε πιο δραστική διαχείριση του ζητήματος του χρέους». Και αυτό έγινε τώρα. Θα μπορούσε να έχει γίνει νωρίτερα. Αλλά αυτό έπρεπε να είναι συμφωνημένο και πρέπει πάντα να είναι συμφωνημένο, γιατί μόνοι μας, ως μέλος του ευρώ δεν μπορούμε να πάμε πουθενά. Ούτε τώρα δεν μπορούμε να πάμε πουθενά. Το PSI το διαχειριζόμαστε, δηλαδή τη δραστική μείωση του χρέους, ως εκπρόσωποι της ευρωζώνης, με βάση ομόφωνες αποφάσεις της ευρωζώνης και σε διαρκή συνεννόηση με την Ευρωζώνη, την Επιτροπή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το EFSF και τις μεγάλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αρχής γενομένης από τη γερμανική και τη γαλλική, γιατί αλλιώς τα πράγματα είναι ασαφή, ανασφαλή, αβέβαια και πρέπει να προσφέρουμε ασφάλεια στον ελληνικό λαό και στην ελληνική οικονομία.

Υπάρχει και ένα άλλο ερώτημα: Θα εφαρμοσθεί αυτή η απόφαση του Οκτωβρίου ή θα τροποποιηθεί, θα ανακληθεί, θα αμφισβητηθεί, όπως η απόφαση του Ιουλίου; Καταρχάς, η απόφαση του Ιουλίου ήταν μια απόφαση που ελήφθη, όπως ξέρετε, μετά από συνεννόηση της Γαλλίας και της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επί τη βάσει μιας εκτίμησης που βασιζόταν στη λειτουργία του μηχανισμού επαναγοράς χρέους και απεδείχθη ότι ο δισταγμός του ιδιωτικού τομέα οδήγησε σε μια λύση πολύ πιο ακριβή για τον επίσημο τομέα, από ό,τι είχε αρχικά υπολογιστεί, σε συνδυασμό με την πτώση των επιτοκίων του EFSF.

Αυτή η εμπειρία τώρα είναι ενσωματωμένη στην απόφαση του Οκτωβρίου. Αλλά και από τον Οκτώβριο μέχρι σήμερα έχουν μεσολαβήσει σημαντικές αλλαγές. Έχει αλλάξει το τοπίο στην Ευρωζώνη. Η Ιταλία πραγματικά εντάχθηκε σε Πρόγραμμα χωρίς να παίρνει απευθείας ενίσχυση. Η ενίσχυση είναι δευτερογενής, αλλά εντάχθηκε η μεγαλύτερη, μετά τη Γαλλία και Γερμανία, χώρα της Ευρωζώνης, μια χώρα του G7 που μετέχει σε ένα πρόγραμμα. Η καμπύλη που διαγράφουν τα ισπανικά ομόλογα, ο τρόπος με τον οποίο κινείται το EFSF, γιατί αμφισβητείται η δύναμη πυρός που διαθέτει. Η συζήτηση για την τροποποίηση της Συνθήκης για το ESM, τον μόνιμο μηχανισμό, πριν καν αυτή κυρωθεί. Οι πρωτοβουλίες της Επιτροπής για τη διαχείριση του Ευρωπαϊκού Δημοσίου χρέους και για τα Ευρωομόλογα, οι οποίες είναι πρωτοβουλίες σημαντικές αλλά της Επιτροπής, σε επίπεδο Πράσινης Βίβλου και δεν είναι γραμμένα θέματα στην ημερήσια διάταξη, ούτε του Συμβουλίου Υπουργών, ούτε του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Άρα, πρέπει να κινηθούμε γρήγορα. Κάθε μέρα που περνάει και δεν εφαρμόζουμε την απόφαση αυτή, ανεβαίνει ο κίνδυνος αυτή η απόφαση να αναμετρηθεί με άλλα δεδομένα και εδώ μιλάμε για πολλά λεφτά. Είναι 130 δισ. ευρώ, τα οποία δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να προέλθουν από μια μόχλευση, γιατί πρέπει να μας δοθούν και μάλιστα εμπροσθοβαρώς. Περιμένουμε να πάρουμε μέχρι τέλη Φεβρουαρίου τουλάχιστον 80 δισ. ευρώ από τα 130 δισ. ευρώ και άρα πρέπει να υπάρχει βεβαιότητα ότι τα δίνουν κάπου που πιάνει τόπο, σε υπεύθυνους ανθρώπους, σ' ένα κράτος με συνέχεια, ανεξαρτήτως Κομμάτων και Κυβερνήσεων και προσώπων.


Ο Προϋπολογισμός, λοιπόν, του 2012, μπορεί υπό όρους και προϋποθέσεις να:


Άρα, έχει πολύ μεγάλη σημασία να δούμε ποιο είναι το περιβάλλον το διοικητικό μέσα στο οποίο κινούμαστε, με απεργίες, με καταλήψεις, γιατί φυσικά όταν εφαρμόζεις μια νέα μισθολογική πολιτική, έχεις απέναντι σου ανθρώπους οι οποίοι είχαν σχέδια ζωής και τώρα πρέπει να προσαρμοσθούν. Όλα αυτά είναι κατανοητά, είναι φυσικά, είναι ανθρώπινα, αλλά βλέπετε η μοίρα μας, εδώ στην αίθουσα αυτή, είναι να σταθμίζουμε και να υπηρετούμε το γενικό συμφέρον. Και όταν υπηρετείς το γενικό συμφέρον, παρά τη θέλησή σου αναγκάζεσαι  να συγκρουστείς με ατομικά συμφέροντα ακόμη και πολύ μικρά, πολύ δίκαια, πολύ ανθρώπινα, αλλά τα αισθήματα αυτά αλληλεγγύης, φιλίας και συμπαράστασης στο καθένα που υφίσταται τις συνέπειες της κρίσης και καλείται να συνεισφέρει στα μέτρα αυτά, δεν πρέπει να μας κάνουν να χάνουμε το μεγάλο ορίζοντα μπροστά μας, που είναι η σωτηρία της χώρας.

Τα μέτρα αυτά, ειδικά για το 2012, έχουν αξιολογηθεί με πολύ αυστηρό τρόπο από την Τρόικα και η εκτίμηση για τις αποδόσεις είναι πάρα πολύ ρεαλιστική. Ο Προϋπολογισμός ενσωματώνει τον επικαιροποιημένο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Τον Ιούνιο του 2012 η τότε Κυβέρνηση θα κληθεί να εξειδικεύσει τα μέτρα των Προϋπολογισμών του 2013 και 2014 με βάση τα δεδομένα του δημόσιου χρέους και το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, ελπίζουμε να είναι εύκολος ο ρόλος της, αλλά θα είναι δύσκολος ο ρόλος της στη συνεπή εφαρμογή των μέτρων που συνοδεύουν τον Προϋπολογισμό και προϋποτίθεται από τον Προϋπολογισμό.

Και βέβαια πρέπει αυτή όλη η ανασυγκρότηση του τραπεζικού συστήματος, της χρηματοοικονομικής σφαίρας, του πραγματικού μοντέλου ανάπτυξης, αυτή η νέα μας γνωριμία με τον εαυτό μας με την κοινωνία, να καθοδηγηθεί από μια Κυβέρνηση που ξέρει τι θέλει να πει, το λέει, και συσπειρώνει τους Έλληνες.

Το ερώτημα είναι: οι βασικές προϋποθέσεις του Προϋπολογισμού θα επαληθευθούν; Η πρώτη προϋπόθεση είναι μια εκτίμηση για την ύφεση της τάξεως του μείον 2,8%. Σε σχέση με την ύφεση του 2011 που στον Προϋπολογισμό καταγράφεται στο -5,5% του Α.Ε.Π. σε σχέση με την τελευταία πρόγνωση της Τρόικα του Ιουνίου που ήταν -3,8% και σε σχέση με την τελευταία πρόγνωση του Αυγούστου της Τράπεζας της Ελλάδος, έχουμε μια υπέρβαση η οποία φτάνει τις 1,7 ποσοστιαίες μονάδες. Αντιλαμβάνεστε ότι μετά από μια σωρευτική ύφεση πέντε ετών, η ίδια οικονομία αντιδρά, το ένστικτο αυτοσυντήρησης, το ρεύμα είναι ασθενές, αλλά ανοδικό.

Η μείωση της ύφεσης στο μισό που μπορεί να επιτευχθεί, αν δει κανείς τα στοιχεία της πραγματικής οικονομίας, τον τουρισμό, τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, το πώς εξελίσσεται ο όγκος πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο, πώς εξελίσσεται η συγκράτηση της πτώσης στις παραγγελίες στη βιομηχανία για το εξωτερικό και για την εσωτερική αγορά, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αν λειτουργήσει η χρηματοοικονομική σφαίρα, αν πετύχουμε στη ρευστότητα, στην επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, εάν πληρώσει το κράτος τις υποχρεώσεις του τις ληξιπρόθεσμες στην αγορά, εάν λειτουργήσει το ΕΣΠΑ και το Ευρωπαϊκό Σχέδιο Ανασυγκρότησης, μπορούμε να πετύχουμε το στόχο για μια αισθητά συγκρατημένη ύφεση το 2012 στο επίπεδο του μείον 2, 8%, ώστε να βγούμε σε θετικό ρυθμό το 2013.

Η δεύτερη προϋπόθεση, θα πετύχουμε τους στόχους του PSI; Θα έχουμε το Φεβρουάριο, ας πούμε, τέλη Φεβρουαρίου, ολοκληρώσει το μοντέλο συμμετοχής των ιδιωτών με ποσοστό συμμετοχής 100%, με μείωση κατά 100 δισ. ευρώ και με προβολή του δημόσιου χρέους το 2020, στο 120% του ΑΕΠ; Λοιπόν, θα πετύχουμε τους στόχους; Προσέξτε. Αυτό είναι ένα ερώτημα που απευθύνεται και στους θεσμικούς μας εταίρους, διότι εάν δεν πετύχουμε τους στόχους η αποτυχία δεν θα είναι Ελληνική, θα είναι μία αποτυχία του επίσημου τομέα. Διότι, εάν δεν πετύχουμε τους στόχους δεν υπάρχει απλώς χρηματοδοτικό κενό μέχρι το 2014.

Το ερώτημα δεν είναι ποιος θα χρηματοδοτήσει τα τοκοχρεολύσια μέχρι το 2014, ακόμη και αν έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, εάν το ισοζύγιο το πρωτογενές είναι θετικό. Το ερώτημα είναι η βιωσιμότητα του χρέους. Το χρέος προβαλλόμενο στο 2020 με ρυθμό ανάπτυξης, με πρωτογενή πλεονάσματα, με μέσο επιτόκιο εξυπηρέτησης, θα γίνει αποδεκτό ως βιώσιμο; Με βάση τη μελέτη βιωσιμότητας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου; Άρα, εμείς πρέπει να έχουμε καταλήξει σε μια λύση η οποία δεν θα αφήνει χρηματοδοτικό κενό και θα επιβεβαιώνει τη μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους, λαμβανομένων υπόψη όλων αυτών των παραμέτρων.

Βεβαίως, πέρα από το ονομαστικό βάρος του χρέους, είναι το μέσο επιτόκιο εξυπηρέτησης που λαμβάνει υπόψη όλες τις επιμέρους διευθετήσεις τις χρηματοοικονομικής μηχανικής. Δηλαδή, κουπόνια, επιτόκια δανεισμού, τι γίνεται με το EFSF, εάν θα υπάρχουν εγγυήσεις με τη μορφή κολάτεραλ ή όχι και βεβαίως, τον ρυθμό ανάπτυξης. Άρα, το πρωτογενές πλεόνασμα. Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ότι αυτή είναι μία άσκηση πολύπλοκη - δύσκολη και θα πρέπει να δοθεί μία θετική απάντηση και θα πρέπει αυτή την απάντηση, να την δώσουμε όλοι μαζί.

Η Ευρωζώνη, στο όνομα της οποίας ενεργούμε, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το EFSF, όλοι μπορούν να συμβάλουν στο να μην έχουμε χρηματοδοτικό κενό και να έχουμε βιώσιμο χρέος, σύμφωνα και με την μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Χρειάζονται λεπτοί χειρισμοί, χρήσιμες αποφάσεις, συναινετικές, ομόφωνες, εγκαίρως και δεν μπορούμε την στιγμή που έχουμε ένα τέτοιο ιστορικό στοίχημα για την χώρα μας, να αλλάξουμε τα δεδομένα του δημόσιου χρέους και να είμαστε εμείς, αυτοί που θα μειώσουμε το χρέος για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, να αφήνουμε να περισπάται η προσοχή μας ή να αλλοιώνεται ο κατάλογος των προτεραιοτήτων μας για οποιονδήποτε κομματικό, εσωκομματικό ή άλλο λόγο. Οι προτεραιότητες είναι σαφείς. Εδώ «παίζουμε» με το μέλλον της χώρας!

Υπάρχουν όμως και άλλες δύο προϋποθέσεις, πέρα από την ανάσχεση της ύφεσης και το PSI: Η πρώτη προϋπόθεση, είναι, η εκταμίευση της έκτης δόσης. Αυτονόητο. Υπάρχει μπλόφα; Πιστεύει, κανείς, ότι εάν δεν κάνουμε αυτά που πρέπει να κάνουμε, σε διοικητικό, οργανωτικό και πολιτικό επίπεδο θα εκταμιευθεί η 6η δόση, γιατί, δεν θα διακινδυνεύσουν να μας αφήσουν ακάλυπτους; Ξέρουν πάρα πολύ καλά πώς εξελίσσονται οι ταμειακές μας ανάγκες. Ήξεραν ότι μπορούσαμε να πάμε από το Σεπτέμβριο μέχρι και 15 Δεκεμβρίου. Ξέρουν ποιές είναι οι υποχρεώσεις μας από τις 15 έως και τις 30 Δεκεμβρίου. Και, ξέρουν, από τον κατάλογο των υποχρεώσεων αυτών τι μπορεί να συνιστά ενέργεια, η οποία έχει γενικότερη επίπτωση για την ευρωζώνη και μπορούν αυτή την ενέργεια να την στεγανοποιήσουν.

Χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή. Δεν έχουμε το δικαίωμα να παίζουμε με τη φωτιά. Είμαι δε απολύτως αισιόδοξος. Είμαι, βέβαιος, ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας και όλες οι πολιτικές ηγεσίες της χώρας, έχουν συνείδηση ευθύνης και θα κάνουν, αμέσως -είμαι βεβαίως εντός της ημέρας- όλα όσα πρέπει να γίνουν, προκειμένου να ξεμπλοκαριστεί αυτή η διαδικασία και το Eurogroup στην συνεδρίασή του της 29ης Νοεμβρίου, δηλαδή την επόμενη Τρίτη, θα οριστικοποιήσει την εκταμίευση της 6ης δόσης, ώστε να εισαχθεί το θέμα στο ΔΣ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και να πάρει και αυτό την απόφαση να γίνουν όλες οι διοικητικές διαδικασίες που θέλουνε κάποιες ημέρες -το λιγότερο 8 με 10 ημέρες- προκειμένου να έχουν εισρεύσει στο ταμείο μας τα χρήματα της έκτης δόσης  πριν τις 15 Δεκεμβρίου. Αυτό το λέω ως Υπουργός Οικονομικών και ως ταμίας του κράτους.

Ο κ. Σαχινίδης, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και εγώ εντέλει, ως ο Υπουργός των Οικονομικών, ενημερώνουμε με επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο την Διαρκή Επιτροπή και διά αυτής τον ελληνικό λαό ότι αυτά είναι τα δεδομένα του ταμείου του  κράτους και είμαι βέβαιος ότι αυτή η συζήτηση θα οδηγήσει σε ένα θετικό αποτέλεσμα, υπεύθυνο, εθνικό, πάρα πολύ γρήγορα. Είμαι απολύτως βέβαιος. Δεν έχω καμία αμφιβολία.

Δεν έχω καμία αμφιβολία -γιατί έχω αγωνιστεί, όπως έχει αγωνιστεί και ο Πρωθυπουργός στο ταξίδι του χθες και προχθές στις Βρυξέλλες και το Λουξεμβούργο, αλλά έχω αγωνιστεί επί ημέρες, τις παραμονές του σχηματισμού της Κυβέρνησης Παπαδήμου και μετά τον σχηματισμό της Κυβέρνησης Παπαδήμου- ώστε να πεισθούν οι εταίροι μας ότι αυτά που λέμε τα εννοούμε και πως οι δεσμεύσεις ισχύουν, πως αυτό που ψηφίζουμε το εφαρμόζουμε.

Αλλά, βεβαίως, αφού το κάνουμε αυτό, γιατί να μην κάνουμε και τις τυπικές κινήσεις που επιστέφουν αυτήν την μεγάλη και γενναιόδωρη πολιτική σύμπραξη, η οποία μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα της χώρας; Το λέω αυτό με απόλυτο σεβασμό σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις και στον σχεδιασμό που μπορεί να έχουν, αλλά είναι άλλο ο σχεδιασμός σε πολιτικό επίπεδο και άλλο η ανάγκη σε εθνικό επίπεδο.

Εάν εκταμιευθεί η έκτη δόση, που θα εκταμιευθεί θέλω να πιστεύω γιατί είμαστε όλοι υπεύθυνοι, θα πάμε στην έναρξη και το ταχύτερο δυνατό ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης για το νέο πρόγραμμα. Το νέο πρόγραμμα βασίζεται στην πέμπτη αναθεώρηση του υφιστάμενου προγράμματος, στη σύναψη και την κύρωση της νέας δανειακής σύμβασης που θα παραπέμπει στο νέο πρόγραμμα και στην εκταμίευση των 80 δισ. ευρώ. Διότι, εάν δεν έχουμε τα 30 δισ. ευρώ για την επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τα 30 δισ. ευρώ για την χρηματοδότηση του PSI, οι ελληνικές τράπεζες δεν θα έχουν τη δυνατότητα να εισέλθουν στο PSI.  Άρα, από τα 80 δισ. ευρώ, τα 60 είναι προϋπόθεση του PSI και τα 20 είναι οι ταμειακές μας ανάγκες, αλλά εάν έχουν γίνει αυτά με το PSI, θα έχουμε στο ταμείο διαθέσιμα για να αλλάξουν τα επίπεδα ρευστότητας και οι τράπεζες οι επανακεφαλαιοποιημένες θα μπορέσουν και οι ίδιες να αλλάξουν τα επίπεδα ρευστότητας. Αυτό σημαίνει επένδυση. Αυτό σημαίνει απασχόληση. Αυτό σημαίνει δουλειά, σημαίνει άλλο κλίμα στην αγορά. Αυτή, είναι η αλλαγή στην πραγματική οικονομία και αυτό είναι μπροστά μας, είναι ζήτημα Ιανουαρίου -  Φεβρουαρίου - Μαρτίου, του πρώτου τριμήνου του 2012. Άρα, δεν υπάρχουν περιθώρια  για ασάφειες και καθυστερήσεις.

Το χρονοδιάγραμμα: Ψηφίζουμε τον προϋπολογισμό πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της 8ης και 9ης Δεκεμβρίου. Είναι πολύ σημαντικό να πάει ο Πρωθυπουργός στη Σύνοδο Κορυφής με ψηφισμένο τον προϋπολογισμό. Εξήγησα τη σημασία αυτής της πράξης. Αρχίζουμε την διαπραγμάτευση για το νέο πρόγραμμα, αμέσως μόλις γίνει η εκταμίευση. Γιατί η εκταμίευση είναι και η προϋπόθεση για να υποβάλουμε το αίτημα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για το νέο πρόγραμμα. Θέλουμε έναν μικρό εύλογο χρόνο, για να ολοκληρώσουμε την διαπραγμάτευση και το νέο πρόγραμμα και την νέα δανειακή σύμβαση.

Τα εμφανίζουμε αυτά ενώπιον της Βουλής και η Βουλή, καλείτε, να ψηφίσει τη νέα δανειακή σύμβαση με την μέγιστη δυνατή πλειοψηφία. Τα 4/5 θα πάρει η σύμβαση αυτή. Θα θέλαμε αυτό να έχει γίνει μέσα στο Δεκέμβριο. Τώρα, η εκτίμηση των συνομιλητών μας, είναι ότι αυτό μπορεί να μετατεθεί στις αρχές Ιανουαρίου. Ένταξη, δεν είναι εκεί το πρόβλημα μας. Αρκεί, αμέσως μετά, να γίνει η εκταμίευση των 30 δισ. ευρώ για τις τράπεζες και των 30 δισ. ευρώ για το PSI.

Αυτά τα 60 δισ. ευρώ της δανειακής σύμβασης έχουν άμεση σύνδεση με το νέο πρόγραμμα. Τα 20 δισ. ευρώ είναι αμέσως μετά και πρέπει να τα έχουμε στο ταμείο το αργότερο έως το τέλος Φεβρουαρίου. Άρα, αυτό θα μας οδηγήσει, στην επιτυχή ολοκλήρωση του έργου της Κυβέρνησης. Δεν θέλω να μετρήσω τις ημέρες. Δεν είναι το ζήτημα, μία εβδομάδα επάνω, δύο εβδομάδες κάτω. Το θέμα, είναι, να έχουμε κλείσει τον κύκλο αυτό και να εμφανιστούμε ενώπιον του ελληνικού λαού, λέγοντας, ότι «έχεις ένα νέο ασφαλές πλαίσιο και ανάδειξε την Κυβέρνηση, που θα διαχειριστεί την επόμενη φάση».

Έχει, όμως, παρά πολύ μεγάλη σημασία, να δούμε και ορισμένα άλλα στοιχεία του προϋπολογισμού. Τα στοιχεία που συνδέονται με τη διαχείριση των ΔΕΚΟ. Τα στοιχεία που συνδέονται με τη διαχείριση των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Τα στοιχεία που συνδέονται με την διαχείριση των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης. Αυτά είναι τρεις μεγάλες συζητήσεις που πρέπει να ανοίξουν.

Η Κυβέρνηση πρέπει να πάρει μία ενιαία θέση ευρείας στήριξης, η Βουλή πρέπει να είναι ενημερωμένη. Πρέπει ο διάλογος μας, καταρχάς με τους φορείς της γενικής κυβέρνησης που εμείς εποπτεύουμε, με την τοπική αυτοδιοίκηση και με τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης να μας οδηγήσει σε ένα εθνικό, κοινωνικό συμβόλαιο, δημοσιονομικό και αναπτυξιακό, αλλιώς δεν θα γίνει τίποτα, δεν θα πετύχουμε τους στόχους της χώρας.

Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον προϋπολογισμό ως κλειδί για να ανοίξουμε μια πόρτα ξανά προς το μέλλον; Δυστυχώς, ως έθνος κινούμαστε με ρυθμούς παρελθόντος. Η απάντησή μου είναι αναγκαστικά αισιόδοξη, μπορούμε να το κάνουμε αυτό και πρέπει να πιστέψουμε στις δυνατότητές μας. Πρέπει καταρχάς να δούμε ποιο είναι το διακύβευμα, έχουμε κάτι να μοιράσουμε;

Αντιλαμβάνομαι μια θέση που λέει: «Δεν πιστεύω στην Ευρώπη, θέλω μια πορεία εκτός Ευρώπης, εκτός Ευρωζώνης». Είναι μια καθαρή θέση, την οποία σέβομαι, με την οποία διαφωνώ, όμως διατυπώνεται ως πλατφόρμα, όπως κάνει το ΚΚΕ με καθαρότητα και σαφήνεια. 

Ακόμα, δέχομαι την  άποψη που λέει: «Θέλω μια άλλη Ευρώπη, που θα είναι προοδευτική, που θα ξαναθυμηθεί το κοινωνικό κράτος, που θα είναι ήπειρος πολιτισμού, ήπειρος αλληλεγγύης. Μια Ευρώπη  που δεν  εφαρμόζει σκληρές δημοσιονομικές πολιτικές, που δεν δίνει τόση σημασία  στην δημοσιονομική πειθαρχία». Είναι μια άποψη που ακούγεται, αλλά δεν είναι η άποψη που γίνεται αποδεκτή από τους πολίτες της Ευρώπης. Μετρήστε τον αριθμό των κυβερνήσεων στην Ευρώπη και ειδικότερα στην Ευρωζώνη, δείτε τι απόψεις απηχούν, με ποια προγράμματα έχουν εκλεγεί, τι είπαν στους ψηφοφόρους τους και τι εντολές έχουν λάβει, έτσι θα δείτε πόσο δύσκολος είναι ο συσχετισμός όχι σε επίπεδο οργανωμένων ή αρρύθμιστων συμφερόντων, όχι σε επίπεδο απρόσωπων θεσμών, όχι σε επίπεδο αγορών, όχι σε επίπεδο κυβερνήσεων ως οργάνων των κρατών χωρίς κοινωνική αναφορά. Δείτε τον συσχετισμό στην κοινωνική βάση και στο ευρωπαϊκό εκλογικό σώμα, για να αντιληφθείτε πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα και πόσο έχουν χάσει τη σημασία τους οι ιδεολογικές και πολιτικές ταυτότητες, οι πολιτικές οικογένειες.

Κρίσιμη διάκριση είναι η διάκριση ανάμεσα σε αυτόν που έτυχε να είναι Κυβέρνηση και σε αυτόν που έτυχε να είναι αντιπολίτευση και κερδίζει τον επόμενο γύρο εξ συμπτώσεως, όχι εξ ιδεολογίας ή πολιτικής. Αυτό είναι μια δύσκολη μοίρα για την πολιτική και τη δημοκρατία, πρέπει αυτό το μεγάλο πρόβλημα της πολιτικής, της δημοκρατίας, της οικονομικής πολιτικής στην Ευρώπη να το αντιμετωπίσουμε. Τελικά, το θέμα είναι το μετέωρο βήμα της Ευρωζώνης, διότι οι αγορές στην πραγματικότητα κουνούν το δάχτυλο στην Ευρωζώνη και της λένε: «Ή θα πας μπροστά θεσμικά και θα ολοκληρωθεί πολιτικά, οικονομικά και αναπτυξιακά ή πάντα θα έχεις ένα νομισματικό πρόβλημα».

Δεν το γνωρίζαμε αυτό το 2000; Δεν το γνωρίζαμε όταν αποφασίστηκε η Νομισματική Ένωση; Ξέρουμε ότι πάντα έτσι κινείται η Ευρώπη, με εθελοντικές κινήσεις προς τα μπρος, στη συνέχεια όλα αυτά ατονούν, τίθενται υπό τεχνική, πολιτική, διαχειριστική αμφισβήτηση, δεν προλαβαίνει τα γεγονότα, δεν λαμβάνει οριστικές και καθαρές αποφάσεις, όλα τίθενται υπό αναψηλάφηση και όταν βρεθούμε ξανά στο «αμήν» μπορεί να πάρουμε μια μεγάλη πολιτική πρωτοβουλία.

Σε αυτό το δύσκολο πανευρωπαϊκό συσχετισμό μετέχουμε με πάρα πολύ αδύνατο τρόπους γιατί δανειζόμαστε, γιατί παρακαλούμε, γιατί εξεταζόμαστε, γιατί αμφισβητούν την εθνική μας βούληση, την εθνική μας ικανότητα. Δεν μπορούμε αυτό να το συνεχίσουμε, η περηφάνια του ελληνικού λαού πρέπει να προστατευθεί, αλλά πρέπει να προστατευθεί με ασφάλεια. Οι Έλληνες θέλουν να είναι υπερήφανοι εντός ευρώ με τα καλύτερα εισοδήματα, με όσο γίνεται υψηλότερο επίπεδο διαβίωσης, δεν θέλουν να είναι υπερήφανοι, φτωχοί και απομονωμένοι εκτός ευρώ. Οι Έλληνες θέλουν να είναι υπερήφανοι με την πλήρη έννοια του όρου, αυτή την πλήρη υπηρηφάνεια του ελληνικού λαού πρέπει να διαφυλάξουμε. Αυτός που είναι Έλληνας και υπερήφανος έχει διαφορετική κοινωνική και οικονομική θέση. Άλλος είναι πλούσιος και άλλος φτωχός. Άλλος είναι εργοδότης και άλλος είναι εργαζόμενος. Άλλος έχει επωφεληθεί από τον κρατικό παρεμβατισμό στην οικονομία και άλλος έχει μείνει στο περιθώριο της κρατικής δράσης στην οικονομία. Άλλος είναι επιτήδειος και άλλος είναι ένας ευθύς άνθρωπος που πηγαίνει με βάση το νόμο.

Είμαστε μια χώρα γεμάτη από αδικίες, αντιφάσεις, ανισότητες. Θέλουμε να διαχειριστούμε τη κρίση και να επιβιώσουμε μέσα στην κρίση μειώνοντας τις ανισότητες, τις αδικίες και τις αντιφάσεις. Κάτι που είναι εξαιρετικά δύσκολο και η μεγάλη δυσκολία απορρέει από το φορολογικό σύστημα. Για μένα, το πιο ελπιδοφόρο γεγονός είναι, ότι έχω διαπιστώσει ευρεία σύμπτωση απόψεων μεταξύ των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση στα θέματα της φορολογικής πολιτικής. Είναι μεγάλη ευκαιρία να συμφωνήσουμε, σε όσα μπορούμε να συμφωνήσουμε. Δεν χρειάζεται να εξαντλήσουμε το θέμα. Το καλύτερο είναι ο εχθρός του καλού.

Αλλά, εάν κάνουμε ένα μεγάλο βήμα, θα είναι σημαντικό κεκτημένο, γιατί ο άλλος θα πρέπει να λάβει απαντήσεις στα ερωτήματά του:

Αλλά, για δείτε τι έγινε τους τελευταίους πέντε μήνες:

Θα μου πείτε: «Δεν υπάρχουν άνθρωποι που δυσκολεύονται να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους;» Ναι. Αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν πραγματική δυσκολία, θα αντιμετωπιστούν με τον πιο φιλικό, ευγενικό και ανθρώπινο τρόπο. Όσοι όμως θέλουν να κρυφτούν πίσω από τον θόρυβο ή από προσχήματα, γιατί είναι αυτοί που πάντα τροφοδοτούν την παραοικονομία και τη φοροδιαφυγή, αυτοί θα μας βρουν όλους, όλους στη Βουλή, απέναντί της.

Προϋπολογισμός, συνεπώς, είναι ένα πολύ σημαντικό πολιτικό, κοινωνικό μήνυμα, το οποίο πρέπει να σταλεί μέσα και έξω, urbi et orbit. Ανεξαρτήτως από το τι υπαγορεύει η κομματική ταυτότητα, ο πατριωτισμός, η φιλοδοξία, ανεξαιρέτως από το τι λέει μια συζήτηση για το παρελθόν, τραβάμε μια γραμμή και βλέπουμε το μέλλον και δημιουργούμε τις προϋποθέσεις τώρα, για μια άλλη σελίδα. Μέσα από την κρίση και μέσα από ένα πολύ δύσκολο εθνικό βίωμα των τελευταίων ετών.

Μπορούμε να μπούμε υπό αυτές τις προϋποθέσεις σε αυτή τη νέα περίοδο; Η απάντησή μου είναι ότι «ναι», μπορούμε αρκεί να το θέλουμε, αρκεί να καταλάβουμε ποιες είναι οι περιστάσεις, και ποιο είναι το μήνυμά τους.

Υπό την έννοια αυτή, σας καλώ και στο επίπεδο της Επιτροπής να υπερψηφίσετε τον προϋπολογισμό αυτό, και κυρίως, να υιοθετήσετε τα μηνύματά του και να τα μετατρέψουμε σε ένα μήνυμα θετικό, κοινό, εθνικό.

Ευχαριστώ. - 

 

Tags: Η Εξέλιξη της ΚρίσηςΦορολογικό Σύστημα | Δημοσιονομική ΠολιτικήΑγορεύσεις | Παρεμβάσεις 2011